Οικονομία

Πώς οι δασμοί Τραμπ ανάγκασαν την Κίνα... να εξάγει ακόμη περισσότερο


Εν μέσω νέας παγκόσμιας δυναμικής, η Κίνα δεν αντιδρά απλώς στους δασμούς, αλλά μεταμορφώνεται για να τους υπερβεί

Όταν πριν από έναν χρόνο ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδιζε τις εκλογές με την υπόσχεση ενός νέου κύματος δασμών εις βάρος των κινεζικών προϊόντων, η κινεζική βιομηχανία κινήθηκε νευρικά. Οι εξαγωγείς επιτάχυναν τις αποστολές τους προς τις ΗΠΑ, φοβούμενοι την έναρξη μιας ανανεωμένης εμπορικής σύγκρουσης. Σήμερα, οι δασμοί έχουν επιβληθεί, όμως η έκβαση δεν ήταν η αναμενόμενη: η Κίνα όχι μόνο άντεξε τις πιέσεις, αλλά κατέγραψε και νέα άνοδο στις εξαγωγές της.

Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό. Στους πρώτους έντεκα μήνες του έτους, η χώρα εμφάνισε πλεόνασμα 1 τρισ. δολαρίων, επίδοση χωρίς ιστορικό προηγούμενο.

Το μήνυμα ήταν σαφές: Η αμερικανική αγορά είναι σημαντική, αλλά όχι αναντικατάστατη.

Αυτό το εύρημα έχει ενισχύσει την αυτοπεποίθηση του Σι Τζινπίνγκ απέναντι στον Τραμπ, σε μια χρονιά κατά την οποία οι δύο πλευρές πέρασαν από έντονες αντιπαραθέσεις σε μια εύθραυστη αλλά υπαρκτή αποκλιμάκωση, χωρίς ωστόσο να διαφαίνεται ολοκληρωμένη συμφωνία στον ορίζοντα.

Η κινεζική αντίδραση στους δασμούς δεν διαμορφώθηκε απότομα. Ήταν η εξέλιξη μιας στρατηγικής που έχει τις ρίζες της ήδη στην πρώτη θητεία Τραμπ. Οι κινεζικές επιχειρήσεις επιτάχυναν τη γεωγραφική διαφοροποίηση των εξαγωγών τους, κατεύθυναν φορτία μέσω τρίτων χωρών και διείσδυσαν επιθετικά σε νέες αγορές που αναζητούν πιο προσιτά προϊόντα.

Έτσι, ενώ οι αποστολές προς τις ΗΠΑ υποχώρησαν κατά 18,3%, οι εξαγωγές κατάφεραν να αυξηθούν συνολικά χάρη στη δυναμική των αγορών της Ευρώπης, της Νοτιοανατολικής Ασίας και της Αφρικής, όπου η ζήτηση για κινεζικά προϊόντα ήταν αρκετά ισχυρή ώστε να υπερκαλύψει τις απώλειες.

Ωστόσο, αυτή η εξαγωγική έκρηξη δεν αποτυπώνει την πλήρη εικόνα της κινεζικής οικονομίας. Σε μεγάλο βαθμό, αναδεικνύει τα εσωτερικά της προβλήματα. Η εγχώρια ζήτηση παραμένει ασθενική, η καταναλωτική εμπιστοσύνη υποτονική και η υπερπαραγωγικότητα σε πολλούς κλάδους συνεχίζει να αυξάνει την πίεση στις τιμές.

Μετά από χρόνια επενδύσεων στη μεταποίηση, η Κίνα εξακολουθεί να λειτουργεί ως το «εργοστάσιο του κόσμου», κάτι που της επιτρέπει να παράγει μαζικά και φθηνά, αλλά ταυτόχρονα την ωθεί να αναζητεί νέες διεξόδους στο εξωτερικό για να απορροφήσει την υπερβάλλουσα παραγωγή της.

Το υπόβαθρο αυτής της εξαγωγικής ισχύος είναι πολυεπίπεδο. Η στρατηγική "Made in China 2025", που εισηγήθηκε πριν από μία δεκαετία το Πεκίνο, κατεύθυνε τεράστιους κρατικούς πόρους σε κρίσιμους βιομηχανικούς και τεχνολογικούς κλάδους, με στόχο την κυριαρχία σε παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής. Παράλληλα, η πανδημία επέτεινε τη ζήτηση για κινεζικά προϊόντα, ενισχύοντας την παραγωγική δυναμικότητα σε τέτοιο βαθμό, ώστε άλλες μεταποιητικές οικονομίες να δυσκολεύονται να ανταγωνιστούν τον όγκο και τις τιμές που προσφέρει η Κίνα. Μέσα σε πέντε χρόνια, οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά σχεδόν 45%.

Κινέζοι αξιωματούχοι αποδίδουν την ανθεκτικότητα της χώρας στο βάθος της βιομηχανικής της αλυσίδας και στη στροφή προς προϊόντα υψηλότερης τεχνολογίας. Ορισμένοι σχολιαστές, όπως ο γνωστός εθνικιστής Χου Σιτζίν, το διατυπώνουν ωμά: ο προστατευτισμός δεν αρκεί για να εξουδετερώσει την ανταγωνιστικότητα των κινεζικών προϊόντων, καθώς η ποιότητα και οι τιμές τους παραμένουν ιδιαίτερα ελκυστικές για πολλές διεθνείς αγορές.

Παρά την ισχυρή εξαγωγική απόδοση, οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι μέρος της αύξησης ίσως να οφείλεται σε μεταφορτώσεις: προϊόντα που περνούν από χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας, υφίστανται πρόσθετη επεξεργασία και στη συνέχεια εξάγονται εκ νέου στις ΗΠΑ. Η ακριβής έκταση αυτών των ροών είναι δύσκολο να εντοπιστεί, κάτι που περιπλέκει την αμερικανική προσπάθεια επιβολής δασμών, ακόμη και όταν ο Τραμπ έχει ήδη αυστηροποιήσει τους ελέγχους και έχει συνάψει διμερείς συμφωνίες για την αντιμετώπιση του φαινομένου.

Ταυτόχρονα, ο κινεζικός προστατευτισμός προκαλεί ολοένα και πιο έντονες αντιδράσεις. Η ΕΕ έχει αναστείλει προτιμησιακούς δασμούς σε κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα και άλλα προϊόντα, ενώ ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν κατήγγειλε πρόσφατα τις «ανυπόφορες» εμπορικές ανισορροπίες και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο επιπλέον μέτρων.

Την ίδια στιγμή, η εσωτερική εικόνα της κινεζικής οικονομίας παραμένει εύθραυστη. Η αγορά ακινήτων διανύει τον πέμπτο χρόνο ύφεσης, πλήττοντας σοβαρά τον πλούτο των νοικοκυριών και περιορίζοντας την καταναλωτική τους διάθεση. Η ανεργία των νέων παραμένει υψηλή, το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης ανεπαρκές και ο αποπληθωρισμός βρίσκεται στο επίκεντρο της καθημερινότητας πολλών κλάδων. Οι εισαγωγές αυξήθηκαν μόλις κατά 0,2% στο ενδεκάμηνο, γεγονός που επιβεβαιώνει τη χαμηλή εγχώρια ζήτηση.

Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, οι εξαγωγές λειτουργούν ως βασικός μηχανισμός στήριξης της ανάπτυξης, καθώς το Πεκίνο αποφεύγει να προχωρήσει σε μια μεγάλη δημοσιονομική τόνωση.

Με το βλέμμα στραμμένο στην Κεντρική Οικονομική Εργασιακή Διάσκεψη (CEWC), όπου θα διαμορφωθεί η οικονομική ατζέντα για το νέο έτος, αναλυτές και επιχειρήσεις περιμένουν να δουν αν η κυβέρνηση θα αποκαλύψει περισσότερες λεπτομέρειες για το επόμενο πενταετές σχέδιο. Η πρόσφατη σύσκεψη υπό τον Σι Τζινπίνγκ έδειξε ότι το Πεκίνο εκτιμά πως ο στόχος για ανάπτυξη 5% θα επιτευχθεί, ωστόσο οι πληροφορίες μέχρι στιγμής δεν δείχνουν πρόθεση για γενναίο πακέτο στήριξης, όπως επισημαίνει και η Goldman Sachs.

Η Κίνα μπορεί να υπερηφανεύεται για τη δύναμη των εξαγωγών της, όμως το ερώτημα που προκύπτει είναι κατά πόσο αυτή η στρατηγική μπορεί να συνεχιστεί αδιάλειπτα, σε έναν κόσμο όπου αυξάνεται η δυσφορία για το κινεζικό παραγωγικό μοντέλο και ενισχύονται οι πιέσεις για εμπορικά αντίμετρα.

Μέχρι στιγμής πάντως, εν μέσω νέας παγκόσμιας δυναμικής, η Κίνα δεν αντιδρά απλώς στους δασμούς, αλλά μεταμορφώνεται για να τους υπερβεί.

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Σχετικά Άρθρα