Η Γερμανία ενίσχυσε σήμερα τις εξουσίες της σε ό,τι αφορά την άσκηση βέτο σε επιθετικές προσφορές εξαγοράς από ξένους επενδυτές προς εταιρίες του κλάδου υγείας, ένα μέτρο που σκοπό έχει να διασφαλίσει τη συνεχή προμήθεια απαραίτητων προϊόντων κατά τη διάρκεια της κρίσης του κορονοϊού.
Η ρύθμιση αυτή, που εγκρίθηκε από το υπουργικό συμβούλιο, θα επιτρέψει να παρεμποδιστούν οι εξαγορές εταιριών παρασκευής εμβολίων, φαρμάκων και κατασκευής προστατευτικού εξοπλισμού και ιατρικών μηχανημάτων, όπως οι αναπνευστήρες.
Στις πρώτες φάσεις του κορονοϊού υπήρξε τεράστια ζήτηση παγκοσμίως για υλικά που θεωρήθηκαν ότι είναι κρίσιμα στη μάχη κατά της COVID-19, ενώ υπήρξαν αναφορές για απόπειρες της αμερικανικής κυβέρνησης να αγοράσει την εταιρία CureVac, μια φαρμακευτική νεοφυή εταιρία που εργαζόταν πάνω στην ανάπτυξη εμβολίου για την ασθένεια.
Στο μέλλον η κυβέρνηση θα επιτρέπεται να εξετάζει τις επιπλοκές που δημιουργεί σε επίπεδο ασφάλειας μια προσφορά από εταιρία εκτός της ΕΕ μόλις ο αγοραστής αποκτήσει ποσοστό άνω του 10% των μετοχών της εταιρίας υγείας. Αυτή τη στιγμή, το ποσοστό αυτό ορίζεται στο 25%.
Δημοσιεύματα, σύμφωνα με το ΑΜΠΕ, ανέφεραν ότι οι προσπάθειες των ΗΠΑ να εξασφαλίσουν πρόσβαση στη μη εισηγμένη CureVac ή το εμβόλιο πάνω στο οποίο εργαζόταν είχαν ως αποτέλεσμα μέλη του γερμανικού υπουργικού συμβουλίου να ταχθούν υπέρ της διατήρησης της εταιρίας βιοτεχνολογίας. Η γερμανική CureVac αρνήθηκε ότι έλαβε προσφορές από τις ΗΠΑ.
Η κίνηση μοιάζει με αντίστοιχες κινήσεις του Βερολίνου να προστατεύσει επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας από προσφορές εξαγοράς τους από φιλόδοξους, ταχέως αναπτυσσόμενους ανταγωνιστές στην Κίνα.