Αγορές

Η τεχνητή νοημοσύνη μεταφέρει ρίσκο στα ομόλογα των παρόχων ρεύματος


Η έκρηξη επενδύσεων στην τεχνητή νοημοσύνη, που λειτουργεί ως βασικός μοχλός ανάπτυξης της αμερικανικής οικονομίας, αρχίζει να μεταβάλλει τις ισορροπίες σε έναν από τους πιο «αμυντικούς» τομείς των κεφαλαιαγορών: τα ομόλογα των επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας. Η χρηματοδότηση της ενεργειακής υποδομής που απαιτεί η AI στηρίζεται όλο και περισσότερο στον δανεισμό, μεταφέροντας αυξημένο ρίσκο σε μια αγορά που παραδοσιακά θεωρούνταν εξαιρετικά ασφαλής.

Οι εκδόσεις ομολόγων από αμερικανικές επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκαν φέτος κατά 19%, φτάνοντας το ιστορικό ρεκόρ των 158 δισ. δολαρίων, καθώς η εκρηκτική άνοδος των data centers και των εφαρμογών AI οδηγεί σε πρωτοφανή αύξηση της ζήτησης ρεύματος.

Και η τάση αυτή δεν δείχνει σημάδια κόπωσης: σύμφωνα με το Edison Electric Institute, οι εταιρείες ηλεκτρισμού αναμένεται να επενδύσουν πάνω από 1,1 τρισ. δολάρια σε σταθμούς παραγωγής, υποσταθμούς και δίκτυα μέσα στην επόμενη πενταετία, μία αύξηση 44% σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα.

Η χρηματοδότηση αυτού του επενδυτικού κύκλου θα βασιστεί σε μεγάλο βαθμό στο χρέος. Η JPMorgan προβλέπει αύξηση 8% στις εκδόσεις utility bonds το 2026, επικαλούμενη τόσο τα νέα data centers, όσο και την ανάγκη θωράκισης του ηλεκτρικού δικτύου απέναντι σε ακραία καιρικά φαινόμενα.

Για τους επενδυτές, η μαζική προσφορά νέων τίτλων ενδέχεται να μεταφραστεί σε χαμηλότερες αποτιμήσεις και ευρύτερα spreads.

Παραδοσιακά, οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας θεωρούνται ασφαλείς, καθώς λειτουργούν σε αυστηρά ρυθμιζόμενο περιβάλλον. Οι περισσότερες επενδύσεις εγκρίνονται μόνο εφόσον οι ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίσουν ότι τα κόστη θα ανακτηθούν μέσω των τιμολογίων, με εγγυημένη απόδοση κεφαλαίου. Ωστόσο, το μέγεθος και η ταχύτητα του νέου κύκλου δανεισμού αρχίζουν να αλλάζουν το προφίλ κινδύνου του κλάδου.

Οι ανησυχίες εντείνονται από την αυξανόμενη συζήτηση περί «φούσκας» στην τεχνητή νοημοσύνη. Μια επιβράδυνση ή απότομη διόρθωση στις επενδύσεις AI θα μπορούσε να πλήξει τη ζήτηση ενέργειας που σήμερα στηρίζει τις προβλέψεις των utilities. Αν και τα μακροχρόνια συμβόλαια παροχής ρεύματος περιλαμβάνουν ελάχιστες πληρωμές και ρήτρες ακύρωσης, ένα σοβαρό τεχνολογικό σοκ θα αποδυνάμωνε το αφήγημα ανάπτυξης προς τις αγορές.

Παράλληλα, αναδύεται και πολιτικός κίνδυνος. Οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 5,1% στο δωδεκάμηνο έως τον Σεπτέμβριο, κοντά σε ιστορικά υψηλά. Σε ένα προεκλογικό περιβάλλον, οι υποσχέσεις για μείωση των λογαριασμών ρεύματος πολλαπλασιάζονται, ασκώντας πίεση στους ρυθμιστές να περιορίσουν τις αυξήσεις τιμολογίω, εις βάρος των αποδόσεων για επενδυτές και ομολογιούχους. Όσο αυξάνεται η δυσαρέσκεια των καταναλωτών, τόσο πιο δύσκολο γίνεται το ρυθμιστικό περιβάλλον.

Για τους επενδυτές σταθερού εισοδήματος, η διαφοροποίηση γίνεται κρίσιμη. Τα ομόλογα που εκδίδονται απευθείας από τις εταιρείες κοινής ωφέλειας –και όχι από τις holding– προσφέρουν μεγαλύτερη ασφάλεια, καθώς στηρίζονται σε φυσικά περιουσιακά στοιχεία όπως μονάδες παραγωγής και δίκτυα μεταφοράς. Σε λειτουργικές εταιρείες, κανένας ομολογιούχος δεν έχει χάσει κεφάλαιο εδώ και 50 χρόνια, σε αντίθεση με τις holding εταιρείες, όπου οι απώλειες δεν είναι άγνωστες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την PG&E, που έχει χρεοκοπήσει δύο φορές τα τελευταία 25 χρόνια.

Παρά τους κινδύνους, η όρεξη των αγορών παραμένει ισχυρή. Εκδόσεις ομολόγων από εταιρείες όπως η Florida Power & Light, η Duke Energy και η Evergy υπερκαλύφθηκαν έως και έξι φορές, ξεπερνώντας κατά πολύ τον μέσο όρο της αγοράς επενδυτικής βαθμίδας.

Το στοίχημα για τις αγορές είναι σαφές: αν η τεχνητή νοημοσύνη αποδειχθεί διαρθρωτική και όχι συγκυριακή αλλαγή, οι κοινωφελείς επιχειρήσεις μπορεί να δικαιολογήσουν το αυξημένο χρέος και να προσφέρουν σταθερές αποδόσεις. Αν όχι, ένα από τα πιο «ασφαλή» καταφύγια της αγοράς ομολόγων κινδυνεύει να γίνει απρόσμενα ευάλωτο.

Διαβαστε επισης