Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να παραπέμψει την Πολωνία στο Δικαστήριο της ΕΕ όσον αφορά το νέο πειθαρχικό καθεστώς των Πολωνών δικαστών, ζητώντας την εκδίκαση της υπόθεσης με ταχεία διαδικασία.
Στις 3 Απριλίου 2019 η Επιτροπή κίνησε την ανωτέρω διαδικασία επί παραβάσει για τον λόγο ότι το νέο πειθαρχικό καθεστώς υπονομεύει τη δικαστική ανεξαρτησία των Πολωνών δικαστών και δεν παρέχει τις αναγκαίες εγγυήσεις για την προστασία τους από τον πολιτικό έλεγχο, όπως επιτάσσει το Δικαστήριο της ΕΕ.
Συγκεκριμένα, το πολωνικό δίκαιο επιτρέπει να υποβάλλονται οι τακτικοί δικαστές σε πειθαρχικές έρευνες, διαδικασίες και κυρώσεις λόγω του περιεχομένου των δικαστικών τους αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένης της άσκησης του δικαιώματος που έχουν βάσει του άρθρου 267 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) να ζητούν την έκδοση προδικαστικών αποφάσεων από το Δικαστήριο της ΕΕ. Επιπλέον, το νέο πειθαρχικό καθεστώς δεν εγγυάται την ανεξαρτησία και την αμεροληψία του Πειθαρχικού Τμήματος του Ανώτατου Δικαστηρίου, το οποίο αποτελείται αποκλειστικά από δικαστές που επιλέγονται από το Εθνικό Δικαστικό Συμβούλιο, το οποίο διορίζεται με πολιτικά κριτήρια από το πολωνικό κοινοβούλιο (Sejm). Επίσης, το νέο πειθαρχικό καθεστώς δεν διασφαλίζει ότι για τις πειθαρχικές διαδικασίες κατά τακτικών δικαστών θα αποφασίζει, σε πρώτο βαθμό, «νομίμως συσταθέν» δικαστήριο. Αντ' αυτού, εξουσιοδοτεί τον πρόεδρο του Πειθαρχικού Τμήματος να καθορίζει, σε ad hoc βάση και με σχεδόν απόλυτη διακριτική ευχέρεια, το πρωτοβάθμιο πειθαρχικό δικαστήριο που θα εκδικάζει συγκεκριμένη υπόθεση κατά τακτικού δικαστή. Το νέο καθεστώς δεν εγγυάται πλέον ότι οι υποθέσεις εκδικάζονται εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, καθώς παρέχει το δικαίωμα στον υπουργό Δικαιοσύνης να διατηρεί σε εκκρεμότητα κατηγορίες σε βάρος τακτικών δικαστών μέσω του διορισμού πειθαρχικών αξιωματούχων από τον ίδιο τον υπουργό. Το νέο καθεστώς θίγει επίσης το δικαίωμα υπεράσπισης των τακτικών δικαστών. Εν ολίγοις, οι δικαστές δεν είναι προφυλαγμένοι από τον πολιτικό έλεγχο και, ως εκ τούτου, παραβιάζεται η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης.
Στις 3 Απριλίου 2019 η Επιτροπή απέστειλε στην Πολωνία προειδοποιητική επιστολή. Η Επιτροπή, αφού ανέλυσε διεξοδικά την απάντηση που έλαβε, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η απάντηση αυτή δεν κατεύναζε τις νομικές ανησυχίες της και, έτσι, προέβη στο επόμενο βήμα της διαδικασίας, αποστέλλοντας αιτιολογημένη γνώμη στις 17 Ιουλίου 2019. Η Πολωνία, με την τελευταία απάντησή της, δεν άμβλυνε τις ανησυχίες της Επιτροπής.
Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε να παραπέμψει την Πολωνία στο Δικαστήριο της ΕΕ. Λόγω του δυνητικού αντικτύπου που θα έχει το πειθαρχικό καθεστώς στη δικαστική ανεξαρτησία, υποβάλλεται αίτηση εκδίκασης της υπόθεσης με ταχεία διαδικασία, ώστε να εκδοθεί οριστική απόφαση το συντομότερο δυνατόν. Η αίτηση αυτή συνάδει επίσης με την ανακοίνωση που εξέδωσε η Επιτροπή στις 17 Ιουλίου 2019 με τίτλο «Ενίσχυση του κράτους δικαίου εντός της Ένωσης — Στρατηγικό σχέδιο δράσης», στην οποία τονίζεται ότι η Επιτροπή, βασιζόμενη στην υφιστάμενη προσέγγισή της όσον αφορά την επιβολή της νομοθεσίας και στην αναπτυσσόμενη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, θα επιδιώξει στρατηγική προσέγγιση όσον αφορά τις διαδικασίες επί παραβάσει που αφορούν το κράτος δικαίου, ζητώντας, όποτε κρίνεται αναγκαίο, την εκδίκαση των σχετικών υποθέσεων με ταχεία διαδικασία και τη λήψη προσωρινών μέτρων.