Η γερμανική κυβέρνηση αν και κάνει λόγο για ανεπάρκειες στη συμφωνία Τουρκίας-ΕΕ, θέλει αυτή να παραμείνει σε ισχύ. Η συνεργασία με την Ελλάδα συνεχίζεται σταθερά, ωστόσο οι ελληνικές αρχές έχουν δρόμο να διανύσουν.
Η συζήτηση για τη συμφωνία Βρυξελλών - Άγκυρας στο προσφυγικό που εδώ και ημέρες κυριαρχεί στη γερμανική κοινή γνώμη έλαβε μια νέα διάσταση. Με σημερινές της δηλώσεις η εντεταλμένη της γερμανικής κυβέρνησης για θέματα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μπέρμπελ Κόφλερ αμφισβητεί τις βάσεις της συμφωνίας. Όπως επισημαίνει η σοσιαλδημοκράτης βουλευτής προϋπόθεση της συμφωνίας είναι ο σεβασμός των κανόνων του κράτους δικαίου απ΄ όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές. Όπως υποστηρίζει, στην Τουρκία οι κανόνες αυτοί δεν τηρούνται. Ενόψει των μαζικών συλλήψεων και απολύσεων θα πρέπει η ΕΕ να αλλάξει στάση. Σύμφωνα με την κ. Κόφλερ προβληματική είναι και η λειτουργία του συστήματος ασύλου στην Τουρκία. Αιτήσεις Αφγανών, Ιρακινών και Ιρανών δεν εξετάζονται βάσει των κανόνων του κράτους δικαίου.
Προσπάθειες αποκλιμάκωσης
Σε μια προσπάθεια να μετριάσει τις εντυπώσεις αυτής της κριτικής ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών Μάρτιν Σέφερ διευκρίνισε στο σημερινό κυβερνητικό μπρίφινγκ ότι δεν συμμερίζεται τις θέσεις της κ. Κόφλερ. Όπως τόνισε, η συμφωνία με την Άγκυρα δεν είναι «τέλεια» μεν και ούτε έχει εφαρμοστεί πλήρως. «Επί της αρχής» όμως η συμφωνία λειτουργεί. Από τα 72 σημεία που έχουν συμφωνηθεί με την Τουρκία ως προϋποθέσεις για την κατάργηση της βίζας για τούρκους πολίτες έχουν ήδη υλοποιηθεί τα 67 «βήμα προς βήμα». «Και τώρα θα πρέπει να δούμε», πρόσθεσε ο κ. Σέφερ «αν θα τα καταφέρουμε να εφαρμόσουμε τα υπόλοιπα πέντε σημεία τους επόμενους μήνες όσο πιο γρήγορα γίνεται.» Πάντως, δεν θα ήταν «και τόσο καλό να φορτιστεί υπερβολικά συναισθηματικά και πολιτικά το θέμα της βίζας».
Για δεύτερη φορά αυτή την εβδομάδα ο κ. Σέφερ αντέκρουσε την κριτική που ασκείται στην Τουρκία για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει τους πρόσφυγες. Όπως δήλωσε, η Άγκυρα τους συμπεριφέρεται με «εξαιρετική γενναιοδωρία» και τηρεί τη δέσμευση της να δημιουργήσει, με τη βοήθεια της ΕΕ, συνθήκες για μια «ανθρώπινη ζωή», συμπεριλαμβανομένων της δημιουργίας θέσεων εργασίας και την προσφορά σχολικής μόρφωσης στα παιδιά των προσφύγων. Εκεί που υπάρχουν ακόμη ελλείψεις, δήλωσε ο κ. Σέφερ, καταβάλλονται “στα σοβαρά” προσπάθειες για να ξεπεραστούν.
Αιχμές και για την Ελλάδα
Στην ερώτηση της Deutsche Welle κατά πόσο η γερμανική κυβέρνηση πιστεύει ότι η Τουρκία θα τηρήσει τη συμφωνία μετά από τις αλλεπάλληλες προειδοποιήσεις τούρκων αξιωματούχων για αθέτηση της, η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπος Ουλρίκε Ντέμερ εξέφρασε τη άποψη ότι η συμφωνία με την Τουρκία εξακολουθεί να βρίσκεται σε ισχύ και ότι η Άγκυρα θα την τηρήσει. Από τη πλευρά του ο Μάρτιν Σέφερ επεσήμανε ότι η ευρωπαϊκή πολιτική για το προσφυγικό και μεταναστευτικό «δεν περιορίζεται στο να κλείσει μια συμφωνία με την Τουρκία.» Η ΕΕ και σχέδια έχει και έχει πάρει μια «δέσμη» μέτρων – πχ. για την ενδυνάμωση της Frontex στην Ελλάδα και Ιταλία. Αναφορικά με τη Frontex η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπος Ουλρίκε Ντέμερ διέψευσε δημοσίευμα της εφημερίδας Bild που υποστηρίζει ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ δεν παρέχουν στην Ελλάδα τη βοήθεια για την οποία έχουν δεσμευτεί. Όπως δήλωσε, η πληροφορία ότι η Frontex έχει ζητήσει 1580 άτομα για την Ελλάδα δεν είναι σωστή. Προς το παρόν συμμετέχουν στο πλαίσιο της αποστολής «Ποσειδώνας» 632 ευρωπαίοι αστυνομικοί. Τον Αύγουστο θα προστεθούν έξι ακόμη και τον Σεπτέμβριο άλλοι δύο.
Απαντώντας σε ερώτηση κατά πόσο η Ελλάδα ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις της στο προσφυγικό η κ. Ντέμερ αρκέστηκε στη δήλωση ότι η επικοινωνία με την Ελλάδα είναι «διαρκής» και διέπεται από «πνεύμα συνεργασίας». Εμμέσως όμως κριτική για την αντιμετώπιση των προσφύγων στην Ελλάδα διατύπωσε ο Μάρτιν Σέφερ. Όπως επεσήμανε, την «ανάσα» που δίνει η μείωση των προσφυγικών ροών αξιοποιούν οι ελληνικές αρχές με τη βοήθεια της ΕΕ και σε διμερές επίπεδο με τη βοήθεια της Γερμανίας, για να «αναδιαταχθούν» και να συντονίσουν τις διαδικασίες σχετικά με τη μεταχείριση των προσφύγων και τα αιτήματα ασύλου στη βάση «των αξιών, ιδεών και νομικών ρυθμίσεων που είναι συμβατές με την ΕΕ».