Στη δημιουργία ενός κρατικού οικοσυστήματος προστασίας του ανταγωνισμού, τόσο στο επίπεδο της ρύθμισης όσο και στην εφαρμογή του δικαίου του ανταγωνισμού, στοχεύει το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων.
Αυτό σημειώνεται σε ανακοίνωση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, με αφορμή όσα αναφέρθηκαν σε πρόσφατο διεθνές ψηφιακό συνέδριο που διοργάνωσε η επιτροπή με θέμα: «Η διασταύρωση ανάμεσα στον Ανταγωνισμό και τη Ρυθμιστική Πολιτική: Προοπτικές μεταρρύθμισης».
Ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, 'Αδωνις Γεωργιάδης, υπογράμμισε ότι το υπουργείο πρωτοστατεί στη δημιουργία των απαραίτητων συνεργιών για τη δημιουργία ενός κρατικού οικοσυστήματος προστασίας του ανταγωνισμού, τόσο στο επίπεδο της ρύθμισης όσο και στην εφαρμογή του δικαίου του ανταγωνισμού, στο οποίο η Επιτροπή Ανταγωνισμού, σε συνεργασία με τις υπόλοιπες τομεακές ανεξάρτητες αρχές, θα έχει έναν σημαντικό συντονιστικό ρόλο, με στόχο την καλύτερη προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών και των επιχειρήσεων.
Την ημερίδα χαιρέτισε εκτός από τον υπουργό και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Παναγιώτης Πικραμμένος.
Ο κ. Πικραμμένος σημείωσε ότι όταν μιλάμε για ανεξάρτητες αρχές που έχουν ως αντικείμενο τη ρύθμιση και εποπτεία λειτουργίας των αγορών, οι κανόνες του ανταγωνισμού αποτελούν αυτονόητο κοινό παρονομαστή και σημείο διασταύρωσης για τους φορείς που εμπλέκονται, συνέχισε δε λέγοντας, πως μια απλή επισκόπηση του κανονιστικού πλαισίου για τις ανεξάρτητες ρυθμιστικές αρχές, αναδεικνύει τον αποσπασματικό και συχνά αντιφατικό χαρακτήρα των επιμέρους διατάξεων. Τα προβλήματα εντοπίζονται κυρίως στον διαχρονικό πολλαπλασιασμό των ρυθμιστικών αρχών με διαφορετικές δομές και κανόνες λειτουργίας, καθώς και την ανομοιόμορφη κατανομή της αρμοδιότητας μεταξύ των τομεακών ρυθμιστών και της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Υπογράμμισε δε την ανάγκη μεταρρυθμίσεων που θα διευκρινίσουν και θα εξορθολογίσουν το τοπίο, ενώ συγχρόνως τόνισε τη σημασία του να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών, η οποία θα είναι επωφελής για όλες τις πλευρές.
Στο πρώτο πάνελ, με συντονιστή τον πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού Ιωάννη Λιανό, ο τέως πρωθυπουργός της Ιταλίας και πρώην επίτροπος για τον Ανταγωνισμό στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Μάριο Μόντι, ανέλυσε το θέμα της οργάνωσης αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής Ανταγωνισμού και ρυθμιστικών αρχών, διακρίνοντας το άνοιγμα των αγορών στον ανταγωνισμό μέσω ρύθμισης εκ των προτέρων, και στην εφαρμογή των εθνικών και ενωσιακών κανόνων ανταγωνισμού από αρχές ανταγωνισμού εκ των υστέρων, αναφέροντας ότι οι Επιτροπές Ανταγωνισμού και όχι οι τομεακοί ρυθμιστές πρέπει να έχουν αποκλειστική αρμοδιότητα για την εφαρμογή εκ των υστέρων σε όλους τους τομείς της εθνικής οικονομίας. Μάλιστα ανέφερε, ότι οποιαδήποτε διαφορετική κατανομή αρμοδιοτήτων δεν συνάδει με τις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές και δεν πρόκειται να φέρει θετικά αποτελέσματα στην στρατηγική εξωστρέφειας και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, ειδικά στη ψηφιακή εποχή. Συνέστησε συνεπώς τη μεταρρύθμιση της ελληνικής έννομης τάξης, για να δοθούν οι αρμοδιότητες αυτές αποκλειστικά στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, με τις τομεακές ρυθμιστικές αρχές να έχουν αποκλειστική αρμοδιότητα μόνο στη ρύθμιση εκ των προτέρων.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού του ΟΟΣΑ Φρέντερικ Τζένι, προχώρησε σε μία συγκριτική ανάλυση της κατάστασης όσον αφορά την κατανομή των αρμοδιοτήτων στις χώρες του ΟΟΣΑ και ανέδειξε την ιδιαιτερότητα της ελληνικής έννομης τάξης, αναφέροντας ότι μόνο στην Ελλάδα και στο Μεξικό (από τις χώρες του ΟΟΣΑ) οι αρμοδιότητες για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού στον τομέα των τηλεπικοινωνιών δεν έχουν δοθεί στην Επιτροπή Ανταγωνισμού. Σε κάθε περίπτωση, ανέφερε ότι οποιοδήποτε μοντέλο τελικώς επιλεγεί είναι σημαντικό να υπάρχει συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής Ανταγωνισμού και των Ρυθμιστικών Αρχών, όπως με τη δημιουργία ενός δικτύου ρυθμιστικής συνεργασίας και ανταγωνισμού.
Ο πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας του Ηνωμένου Βασιλείου Μάρτιν Κέϊβ, ανέλυσε τον τρόπο που η συνεργασία αυτή συμβαίνει στο Ηνωμένο Βασίλειο, και εξέφρασε τη γνώμη ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού δεν πρέπει να αποκλείεται από οποιοδήποτε τομέα της οικονομίας, αλλά τουλάχιστον να έχει συντρέχουσες αρμοδιότητες.
Ο πρόεδρος της βελγικής Επιτροπής Ανταγωνισμού, Ζακ Στίνμπεργκεν και ο πρόεδρος του Συμβουλίου Ανταγωνισμού της Λιθουανίας, Σαρούνας Κεσεράουσκας, ανέπτυξαν τις θέσεις τους σχετικά με τη βέλτιστη αλληλεπίδραση μεταξύ της ex ante ρυθμιστικής πολιτικής και της εφαρμογής του δικαίου ανταγωνισμού στον τομέα υπηρεσιών κοινής ωφέλειας από δικαιοπολιτική σκοπιά, επισημαίνοντας τη σημασία της σωστής κατανομής αρμοδιοτήτων, ώστε να αποφεύγονται τα προβλήματα και οι συγκρούσεις μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών, και τονίζοντας πόσο σημαντικό είναι η Επιτροπή Ανταγωνισμού να έχει αρμοδιότητα εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού σε όλους τους τομείς της οικονομίας.
Στο τρίτο πάνελ, ο καθηγητής στο Queen Μary University Γιάννης Κόκκορης, συντόνισε τη συζήτηση με θέμα «Η βέλτιστη αλληλεπίδραση μεταξύ της ex ante ρυθμιστικής πολιτικής και της εφαρμογής του δικαίου ανταγωνισμού από οικονομική σκοπιά: δείκτες επιδόσεων», στην οποία συμμετείχαν ο καθηγητής στο Stern School of Business, NYU Νικόλαος Οικονομίδης, ο αναπληρωτής καθηγητής Οικονομικών στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Χρήστος Γκενάκος, η πρόεδρος της ισραηλινής Αρχής Ανταγωνισμού Μικάλ Χάλπεριν, o καθηγητής στο Imperial College Business School Τόμασο Βαλέτι (πρώην επικεφαλής οικονομολόγος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού) και ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ και καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Νίκος Βέττας. Όλοι οι συμμετέχοντες ανέφεραν την ιδιαίτερη σημασία μίας σωστής κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών και της Επιτροπής Ανταγωνισμού, δίνοντας έμφαση στις βέλτιστες ευρωπαϊκές και διεθνείς πρακτικές, οι οποίες στην συντριπτική τους πλειοψηφία, δίνουν τις αρμοδιότητες εφαρμογής του δικαίου ανταγωνισμού στον τομέα τηλεπικοινωνιών, όπως και σε κάθε άλλο οικονομικό τομέα, στην Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Χωρίς εξαίρεση, όλοι οι ομιλητές ανέφεραν ότι πιο εντατικός ανταγωνισμός, ειδικά εάν οι κανόνες εφαρμόζονται από μία Επιτροπή Ανταγωνισμού με αρμοδιότητα σε όλους τους τομείς της οικονομίας, οδηγεί σε περισσότερες επενδύσεις και καινοτομία.
Εντύπωση προκάλεσε η τοποθέτηση της προέδρου της ισραηλινής Επιτροπής Ανταγωνισμού κ. Χάλπεριν, σύμφωνα με την οποία η είσοδος δύο επιπλέον ανταγωνιστών στην αγορά τηλεπικοινωνιών στο Ισραήλ (με συνέπεια να δραστηριοποιούνται πλέον πέντε εταιρίες σε μία χώρα με πληθυσμό περίπου 10 εκατ. κατοίκων) αλλά και οι γενικότερες ενέργειες της Επιτροπής Ανταγωνισμού του Ισραήλ, οδήγησαν σε σημαντική πτώση (πλέον του 60%) των τιμών δεδομένων κινητής στο Ισραήλ, χωρίς αυτό να επηρεάσει αρνητικά τις επενδύσεις στον κλάδο, αντιθέτως παρατηρήθηκε ότι ο πιο έντονος ανταγωνισμός οδήγησε σε αύξηση των επενδύσεων.
Στο τέταρτο πάνελ με θέμα «Από τη διαχείριση του ρυθμιστικού γόρδιου δεσμού προς την ανάπτυξη ρυθμιστικών συνεργειών; - Ο εξορθολογισμός του ελληνικού ρυθμιστικού τοπίου», ομιλητές ήταν ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ευάγγελος Βενιζέλος, ο πρώην υπουργός Στέφανος Μάνος, ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ Γεώργιος Δελλής, ο Managing Senior Partner της Δικηγορικής Εταιρίας Δρυλλεράκης και Συνεργάτες Ιωάννης Δρυλλεράκης, ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, Μιχάλης Μαρίνος και ο καθηγητής της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Σπυρίδων Βλαχόπουλος.
Οι ομιλητές συμφώνησαν στην ανάγκη μεταρρύθμισης του νομικού πλαισίου που διέπει τη λειτουργία, όχι μόνο των τομεακών ρυθμιστικών αρχών και τη συνεργασία τους με την Επιτροπή Ανταγωνισμού, με την εκλογίκευση της κατανομής αρμοδιοτήτων, αλλά και γενικότερα όλων των ανεξαρτήτων αρχών, οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα στελέχωσης και τόνισαν την ανάγκη μεγαλύτερης θεσμικής συνεργασία μεταξύ τους, μέσω της θέσπισης δικτύου συνεργασίας, όπως αυτό που προτάθηκε από τη νομοπαρασκευαστική επιτροπή για την τροποποίηση του Ν 3959/2011.
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού Ιωάννης Λιανός, έκλεισε την ημερίδα αναφέροντας ότι όλοι οι συμμετέχοντες συμφώνησαν στην άμεση ανάγκη μεταρρυθμίσεων, ειδικά στο θέμα της κατανομής αρμοδιοτήτων σύμφωνα με τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές, αλλά και στη συνεργασία και ανταλλαγή τεχνογνωσίας μεταξύ των αρχών ώστε να δημιουργηθεί ένα οικοσύστημα συνεργασίας μεταξύ τους. Συνέχισε τονίζοντας την ανάγκη οργάνωσης ενός δικτύου συνεργασίας μεταξύ των αρχών και όχι τη δημιουργία μίας νέα αρχής για τη διευθέτηση ζητημάτων σύγκρουσης αρμοδιοτήτων, καθώς αυτό δεν θα είναι οικονομικά αποτελεσματικό, θα μεταθέσει την επίλυση των προβλημάτων στο μέλλον, θα αυξήσει τη γραφειοκρατία και το κόστος στους φορολογούμενους και θα επηρεάσει αρνητικά τη νομική ασφάλεια για τις επιχειρήσεις, ιδιαίτερα λόγω των τεχνολογικών αλλαγών.
Τέλος, ανέφερε ότι οποιαδήποτε μεταρρύθμιση, θα πρέπει να έχει ως στόχευση την καλύτερη εξυπηρέτηση των πολιτών, στους οποίους θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο σε ποια αρχή μπορούν να αποταθούν για την επίλυση των προβλημάτων τους, επισημαίνοντας για παράδειγμα ότι το 12% των επιστολών παραπόνων πολιτών που έλαβε το προηγούμενο έτος η Επιτροπή Ανταγωνισμού για θέματα ανταγωνισμού αφορούσε τον τομέα των τηλεπικοινωνιών, τομέας όμως για τον οποίο δεν έχει τώρα αρμοδιότητα εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού.