Οικονομία

Βουτιά 49,2% στην πληρότητα των ξενοδοχείων της Αθήνας το επτάμηνο


Με πτώση 49,2% στην πληρότητα, 62% στο έσοδο ανά διαθέσιμο δωμάτιο (RevPar) και 25,2% στη μέση τιμή δωματίου «έκλεισε» το επτάμηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου του 2020 για τα ξενοδοχεία της Αθήνας. Σύμφωνα με τα μηνιαία δελτία ΕΞΑΑΑ (Ένωσης Ξενοδόχων Αθηνών Αττικής και Αργοσαρωνικού) και GBR Consulting και τα στοιχεία κίνησης και απόδοσης ξενοδοχείων, η πληρότητα των ξενοδοχείων «έκλεινε» αρνητικά καθ' όλη τη διάρκεια του 2020.

Συγκεκριμένα, από τα μέσα Φεβρουαρίου 2020, έγιναν εμφανείς οι δραματικές επιπτώσεις της ανερχόμενης πανδημίας covid-19, στη πληρότητα των ξενοδοχείων, στην ζήτηση, στις κρατήσεις και προκρατήσεις απ' όλες τις αγορές, στον επαγγελματικό τουρισμό και στην οργάνωση συνεδρίων, εταιρικών συναντήσεων και εκδηλώσεων.

Οι μήνες Απρίλιος και Μάιος ήταν οι μήνες του «lockdown» και των «κλειστών», με απόφαση της πολιτείας, ξενοδοχείων, πλην αυτών που ορίσθηκε από το κράτος να λειτουργούν ανά περιφερειακή ενότητα. Από 1ης Ιουνίου 2020, τα ξενοδοχεία 12μηνης λειτουργίας μπορούσαν να επαναλειτουργήσουν, κάτι που απολύτως δικαιολογημένα, σύμφωνα με την ΕΞΑΑΑ, δεν υλοποιήθηκε στο σύνολο των μονάδων της Αττικής.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία, παρότι (α) ο αριθμός των εν λειτουργία ξενοδοχείων/κλινών Αττικής που συγκέντρωναν το ενδιαφέρον της ζήτησης ήταν εντυπωσιακά περιορισμένος σε σχέση με το 2019 (τουλάχιστον κατά 35% - 40%), παρότι (β) σταδιακά επανήλθαν οι διεθνείς αεροπορικές συνδέσεις, παρότι (γ) η Ελλάδα κέρδισε εγκαίρως το στοίχημα -και το συγκριτικό πλεονέκτημα- του ασφαλούς τουριστικού προορισμού, τόσο ο Ιούνιος όσο και ο Ιούλιος 2020, αποδείχθηκαν απολύτως απογοητευτικοί για τα ξενοδοχεία της Αθήνας-Αττικής.

Το ποσοστό της μέσης πληρότητας δεν ξεπέρασε για τον Ιούνιο 2020 το 25,7% και για τον Ιούλιο 2020 το 36,5%, κάτι που αντιστοιχεί σε κατακόρυφη πτώση της πληρότητας έναντι των αντίστοιχων μηνών του 2019, της τάξης του -72,3% και - 59,3% αντίστοιχα. Εντυπωσιακή ήταν και η πτώση κατά 79% και 76,7% του εσόδου ανά διαθέσιμο δωμάτιο (ReVpar) και της μέσης τιμής δωματίου, κατά 24% και 42,7% αντίστοιχα.

Σύμφωνα με την ΕΞΑΑΑ, η Αθήνα, το Λονδίνο, η Μαδρίτη και η Κωνσταντινούπολη αποδείχθηκαν οι μόνες πόλεις / προορισμοί με πτώση πληρότητας το 2020 γύρω στο 50%. Οι λοιπές πόλεις παρουσίασαν ακόμη μεγαλύτερη πτώση πληρότητας το 2020. Ενδεικτικό παράδειγμα η Ρώμη (-66,5%), η Βαρκελώνη (-61,2%) και η Βιέννη (-60,3%). Ωστόσο, η Αθήνα παρουσίασε την μεγαλύτερη πτώση (-25,2%) στη μέση τιμή δωματίου (ADR) έναντι όλων.

Η Ένωση Ξενοδόχων Αθηνών Αττικής και Αργοσαρωνικού στην ίδια ανακοίνωση επισημαίνει ότι «η Αθήνα ως ευρωπαϊκή πρωτεύουσα εκατομμυρίων κατοίκων, ως η σημαντικότερη διεθνής ‘πύλη εισόδου' της χώρας μας, ως αποδέκτης του μεγαλύτερου όγκου αφίξεων, αλλά και ως πόλος έλξης ιδιαίτερου τουριστικού ενδιαφέροντος, αξίζει πάντοτε, αλλά ειδικά ‘τώρα', ιδιαίτερης προσοχής:

Τα θέματα υγείας, ασφάλειας και προστασίας πολιτών και τουριστών, αλλά και τα θέματα στήριξης της Οικονομίας της πόλης μας, απαιτούν εξαιρετική προσοχή, λεπτούς χειρισμούς και τη ματιά όλων μας στραμμένη στην «επόμενη ημέρα».

Υπενθυμίζουμε ότι πτωτικές τάσεις στην πληρότητα των ξενοδοχείων καταγράφονται από τα τέλη του 2018 (προ covid-19 εποχή) και τότε, τα φαινόμενα δεν είχαν σχέση με το παγκόσμιο πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζουμε, αλλά με λάθος πολιτικές που υιοθετήθηκαν ως προς την διαχείριση της τουριστικής ανάπτυξης και επέτρεψαν την υπερπροσφορά κλινών κάθε τύπου στην Αθήνα - και όχι μόνο σε αυτήν.

Η ‘επόμενη ημέρα', η οποία δεν ξέρουμε ακριβώς «πότε και πώς» θα ξημερώσει για όλους, δυστυχώς, εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την ζήτηση του προορισμού, άρα και για την επιβίωση των επιχειρήσεων και των ανθρώπων που «ζουν» από τον τουρισμό. Φοβούμαστε σοβαρές ανατροπές στο τοπίο της δυναμικότητας σε κλίνες στην πόλη, της Επιχειρηματικότητας, αλλά και της Εργασίας.

Είναι αναγκαίο λοιπόν να χαράξουμε εγκαίρως «κοινή στρατηγική διαχείρισης της κρίσης», να προετοιμαστούμε και για το «χειρότερο σενάριο» και να εργαστούμε με κοινό σκοπό και στόχο την επιβίωση του τουρισμού, των επιχειρήσεων και της απασχόλησης».