Πολιτική

Τσίπρας: Ρήτρα για την ποινική ευθύνη των υπουργών


Έπειτα από 70 ώρες συζήτησης, 168 παρεμβάσεις και ευρεία εξαντλητική συζήτηση μεταξύ των Κοινοβουλευτικών Ομάδων για την τελική διατύπωση, ολοκληρώθηκε στην Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος και η κορυφαία διαδικασία για την ψηφοφορία επί των προτάσεων των Κοινοβουλευτικών Ομάδων για τη διατύπωση του περιεχομένου των αναθεωρητέων διατάξεων του Συντάγματος.

Ένταση ωστόσο δημιουργήθηκε στην έναρξη της συνεδρίασης, όταν ο πρόεδρος της Επιτροπής Αναθεώρησης Ευριπίδης Στυλιανίδης, διένειμε στα μέλη της Επιτροπής, επιστολή του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα με την οποία τονίζει την ανάγκη προσθήκης της ερμηνευτικής δήλωσης που είχε προτείνει το κόμμα του στο άρθρο 86 παρ. 3 του Συντάγματος για την ποινική ευθύνη υπουργών ότι διώκονται κατά την κοινή νομοθεσία, δηλαδή με τον ίδιο τρόπο όπως για όλους τους πολίτες.

Έντονη ήταν η αντίδραση του εισηγητή της ΝΔ, Κώστα Τζαβάρα, καθώς και του εισηγητή του ΚΙΝΑΛ, Ανδρέα Λοβέρδου, που κατηγόρησαν τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης για απαράδεκτη αντικοινοβουλευτική και αντιδημοκρατική παρέμβαση και προσπάθεια εντυπώσεων.

Από την πλευρά του, ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Κατρούγκαλος αντέτεινε ότι η προσθήκη της ερμηνευτικής δήλωσης αφορά την τιμή του πολιτικού κόσμου.

«Με προσβάλλει προσωπικά ως βουλευτή αυτή η επιστολή, γιατί ο κ. Τσίπρας ενώ είχε όλο το περιθώριο και το δικαίωμα -που κανείς δεν του το στέρησε κατά τη διάρκεια των εργασιών της Επιτροπής- να έρθει και να πει την άποψή του, δεν το έκανε. Και έρχεται εκ των υστέρων, αφού ολοκληρώθηκε η συζήτηση, και προσπαθεί να ιδρύσει σχέση πατρωνίας», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Τζαβάρας και προσέθεσε:

«Είναι απαράδεκτο, αντιδημοκρατικό, δεν επιτρέπω ως εισηγητής της πλειοψηφίας να προσβάλει αυτή την κορυφαία διαδικασία και να μας λέει ο κ. Τσίπρας, “κύριοι δεν είσαστε στο ύψος των περιστάσεων για σοβαρά θέματα της επικαιρότητας”. Αντιλαμβάνομαι ότι δεν έχει καμία σοβαρή πρόταση ο κ. Τσίπρας και συνεισφέρει μόνο σε ένα επικοινωνιακό συμβάν. Αυτό δεν είναι συμπεριφορά δημοκράτη προέδρου. Λυπάμαι γιατί αυτή η επιστολή υπονομεύει και δυναμιτίζει τον ποιοτικό κοινοβουλευτικό λόγο που όλες οι πλευρές εδώ στην Επιτροπή υπηρετήσαμε», κατέληξε.

«Η προσθήκη της ερμηνευτικής δήλωσης που ζητάμε, αφορά την τιμή του πολιτικού κόσμου. Εμείς πέρα από την κατάργηση της αποσβεστικής προθεσμίας προτείναμε ερμηνευτική δήλωση ώστε εκείνα τα αδικήματα που δεν συνδέονται με την άσκηση των καθηκόντων του υπουργού να ανήκουν στη δικαιοσύνη», ανέφερε ο από την πλευρά του ο κ. Κατρούγκαλος και προσέθεσε:

«Δεν συνιστά αναδρομική ισχύ αλλά συνταγματική πολιτική ευθύνη να εισάγουμε την ερμηνευτική δήλωση συνδέοντάς την και με το μεγάλο σκάνδαλο της Novartis. Για το πραγματικό αυτό μεγάλο σκάνδαλο η Βουλή έχει ευθύνη να φτάσει μέχρι τέλος. Γι' αυτό ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επισημαίνει την ευθύνη να τοποθετηθούμε ώστε να πέσει άπλετο φως και να μην μείνει η εντύπωση ότι υπάρχει καμία σκιά στην υπόθεση. Ούτε να μην επιτραπεί στον δικαστή να φωτίσει όλες τις πτυχές για τη διαλεύκανση αυτού του μεγάλου σκανδάλου».

«Πρώτη φορά αρχηγός κόμματος θέλει να εκμεταλλευτεί τη λειτουργία της Επιτροπής Αναθεώρησης. Τον καταγγέλλουμε. Θέλει να μας χρησιμοποιήσει, και αντί μιας ήρεμης διαδικασίας να μετατραπούμε σε αυτό που ξέρει καλά, σε αρένα», επεσήμανε από την πλευρά του ο εισηγητής του ΚΙΝΑΛ Ανδρέας Λοβέρδος και συνέχισε:

«Υποστηρίζει ο κ. Τσίπρας ότι θέλει να προστατεύσει το κύρος του πολιτικού κόσμου και είναι ο ίδιος που δεν επέτρεψε ακόμα και για παράνομη ηχογράφηση να πάει στη δικαιοσύνη η υπόθεση. Θέλει να τινάξει τη διαδικασία στον αέρα. Έχω τη δημοκρατική νομιμοποίηση να τον καταγγείλω. Αυτό που πρότεινε ο ΣΥΡΙΖΑ με την ερμηνευτική δήλωση είναι μόνο την αλλαγή της δικονομικής διάταξης για την αποσβεστική διαδικασία, την παραγραφή, αντιφάσκει όμως με το Σύνταγμα».

«Πρέπει να σέβονται τις διαδικασίες. Δεν το κάνουν, υπονομεύουν και επιχειρούν να κάνουν ντρίπλα στην ερμηνευτική δήλωση να βάλουμε να προβλέπεται αναδρομικότητα», τόνισε ο κ. Λοβέρδος.

Ο βουλευτής της ΝΔ Γιάννης Τραγάκης, ανέφερε ότι η επιστολή θα έπρεπε να επιστραφεί στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί, όπως είπε, ήδη η συζήτηση για το άρθρο 86 παρ. 3 είχε εξαντληθεί στην προτείνουσα αλλά και στην παρούσα Βουλή αλλά και δεν χρειάζεται η ερμηνευτική δήλωση διότι προκύπτει από το άρθρο 86 του Συντάγματος.

«Είδα, όσοι επικαλούνται το καλό κλίμα συζήτησης, να προσπαθούν να το ανατρέψουν υιοθετώντας ένα εκρηκτικό ύφος λέγοντας άτοπα κοινοβουλευτικά πράγματα. Πιστεύω ότι χτύπησε νεύρο η επιστολή. Η ουσία της ρύθμισης είναι για τη δωροδοκία. Δεν πρέπει να κρύβουμε πίσω από νομικές κατασκευές την ουσία. Θέλουμε να πέφτει φως σε σκάνδαλα», σχολίασε ο κ. Κατρούγκαλος.

Ο πρόεδρος της Επιτροπής Αναθεώρησης Ευριπίδης Στυλιανίδης χαρακτήρισε περαιωμένη τη συζήτηση στο σημείο αυτό, τονίζοντας ότι το θέμα αυτό έχει ήδη εξαντληθεί κατά την επεξεργασία της συγκεκριμένης διάταξης ενώ θα υπάρχει η ευχέρεια να ξανασυζητηθεί στην Ολομέλεια.

Η επιστολή Τσίπρα

Ολόκληρη η επιστολή του Αλέξη Τσίπρα προς τον Ευριπίδη Στυλιανίδη είναι η εξής:

«Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε ,

Καθώς σήμερα ολοκληρώνονται οι διαδικασίες της επιτροπής αναθεώρησης του Συντάγματος θα ήθελα να σας επισημάνω ένα κρίσιμο κατά τη γνώμη μου θέμα και να σας καλέσω να λάβετε σοβαρά υπόψη τα σχετικά νομικά και πολιτικά επιχειρήματα πριν καθορίσετε τη στάση σας κατά την κρίσιμη ψηφοφορία.

Ένα από τα κύρια ζητήματα που τέθηκαν επί τάπητος κατά την αναθεωρητική διαδικασία τόσο στην πρώτη όσο και στη δεύτερη αναθεωρητική Βουλή αφορά στο άρθρο 86 του Συντάγματος σχετικά με την ποινική ευθύνη των Υπουργών.

Η πρόταση της πρώτης αναθεωρητικής (προτείνουσας) Βουλής ήταν: α) κατάργηση του εδαφίου της παραγράφου 3 του άρθρου 86 που τάσσει ασφυκτική αποσβεστική προθεσμία στη Βουλή για την άσκηση δίωξης κατά όσων διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και β) προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης που διευκρινίζει ότι στα παραπάνω αδικήματα δεν περιλαμβάνονται όσα τελέστηκαν απλώς επ’ ευκαιρία της άσκησης των υπουργικών καθηκόντων.

Η μεν πρόταση τροποποίησης της παραγράφου 3 στην κατεύθυνση του περιορισμού των προνομιακών ρυθμίσεων περί ποινικής ευθύνης Υπουργών με την κατάργηση της σύντομης αποσβεστικής προθεσμίας υπερψηφίστηκε από ευρύτατη πλειοψηφία 253 βουλευτών στην πρώτη αναθεωρητική Βουλή. Ευρεία συναίνεση διαμορφώνεται και στην παρούσα Βουλή, ώστε το πολιτικό σύστημα να εισακούσει ένα πάγιο κοινωνικό αίτημα για ισονομία και κατάργηση της ευνοϊκής ποινικής μεταχείρισης Υπουργών.

Ζήτημα ανακύπτει ωστόσο σε σχέση με την πρόταση για την προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης, η οποία υπερψηφίστηκε από 175 βουλευτές στην πρώτη αναθεωρητική Βουλή, με αποτέλεσμα, για να ενσωματωθεί στο συνταγματικό κείμενο, να απαιτείται η υπερψήφισή της από τουλάχιστον 180 στην τρέχουσα διαδικασία. Ο αριθμός αυτός δεν φαίνεται αυτή τη στιγμή να συγκεντρώνεται, με βάση τις τοποθετήσεις του εισηγητή και των βουλευτών της συμπολίτευσης.

Εμείς θεωρούμε, όπως επισημαίνεται και στην αιτιολογική έκθεση της πρότασής μας, ότι με την προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης απλώς αποσαφηνίζεται κάτι που ήδη προκύπτει ερμηνευτικά από την ισχύουσα ρύθμιση του άρθρου 86. Δεδομένου ότι η ειδική ποινική μεταχείριση των υπουργικών αδικημάτων πρέπει να ερμηνεύεται στενά, ως εξαίρεση από την κοινή δικαιοδοσία, στο άρθρο 86 υπάγονται μόνο τα υπουργικά αδικήματα με τη στενή έννοια του όρου, κι όχι όσα τελούνται απλώς επ’ ευκαιρία της άσκησης υπουργικών καθηκόντων. Γι’ αυτά διευκρινίζεται και επιβεβαιώνεται με την προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης ότι διώκονται κατά την κοινή νομοθεσία, δηλαδή με τον ίδιο τρόπο όπως για όλους τους πολίτες.

Αυτή η απλώς επιβεβαιωτική, από τυπική-νομική άποψη, ερμηνευτική δήλωση έχει μέγιστη σημασία από πολιτική άποψη, καθώς αποτυπώνει τη βούληση του πολιτικού συστήματος να ανακτήσει την αξιοπιστία του, ανταποκρινόμενο σε ένα πάνδημο κοινωνικό αίτημα, στο κοινό περί δικαίου αίσθημα και στη θεμελιώδη αρχή της ισονομίας των πολιτών.

Αντιθέτως, η άρνηση της Βουλής να ενσωματώσει την αυτονόητη αυτή ρήτρα στο συνταγματικό κείμενο θα αποτελέσει, με ευθύνη των βουλευτών της συμπολίτευσης, βαρύ πλήγμα για το πολιτικό σύστημα, καθώς θα εμπεδώσει στην κοινή γνώμη την υπόνοια της διατήρησης αδικαιολόγητων προνομίων για το πολιτικό προσωπικό της χώρας.

Πέρα όμως από την αρνητική γενική εντύπωση που θα προκληθεί, υπάρχει κι ένα ειδικότερο ζήτημα που πρέπει να ληφθεί υπόψη. Αφορά την τρέχουσα έρευνα που διεξάγει η δικαιοσύνη στην υπόθεση της Νοβάρτις. Η απόρριψη της πρότασης για προσθήκη ερμηνευτικής δήλωσης ενδέχεται εξ αντιδιαστολής να ενισχύσει εκείνες τις ερμηνευτικές εκδοχές οι οποίες, είτε καλοπροαίρετα είτε όχι, υποστηρίζουν ότι το άρθρο 86 καταλαμβάνει ακόμη και αδικήματα που τελέστηκαν απλώς επ’ ευκαιρία των υπουργικών καθηκόντων. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα, σε περίπτωση που οι ερμηνείες αυτές υιοθετηθούν από τη δικαιοσύνη, να οδηγηθεί στο αρχείο η υπόθεση της Νοβάρτις, καθώς θα έχει παρέλθει η αποσβεστική προθεσμία του άρθρου 86 παράγραφος 3, παρά την κατάργησή της, αφού αυτή θα ισχύει μόνο για το μέλλον και όχι αναδρομικά.

Είναι βαθύτατη πολιτική μου πεποίθηση ότι το ελληνικό κοινοβούλιο, και ευρύτερα το ελληνικό πολιτικό σύστημα, δεν αντέχει και δεν πρέπει να αναλάβει το βάρος της πιθανής αρχειοθέτησης αυτής όπως και άλλων συναφών υποθέσεων που ενδεχομένως προκύψουν στο μέλλον. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε περαιτέρω απαξίωση του πολιτικού συστήματος και σε σοβαρή ρήξη της εύθραυστης εμπιστοσύνης των πολιτών στο ελληνικό κοινοβούλιο και τα πολιτικά κόμματα. Η ευθύνη είναι σήμερα δική μας και οφείλουμε όλοι μας να αρθούμε στο ύψος της περίστασης.

Με εκτίμηση,

Ο Αρχηγός της  Αξιωματικής Αντιπολίτευσης»