Τράπεζες

Τράπεζες: Ο SSM προειδοποιεί για νέο κύμα «κόκκινων» δανείων


Φόβους για νέο κύμα κόκκινων δανείων, αλλά και για ζημιές που μπορεί να εγγράψουν οι τράπεζες της ευρωζώνης από τα χαρτοφυλάκια τίτλων εκφράζει ο επικεφαλής του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού της ΕΚΤ, Αντρέα Ενρία, παρότι, όπως υπογραμμίζει, στην παρούσα φάση οι τράπεζες ευνοούνται από την αύξηση των επιτοκίων και ενισχύουν την κερδοφορία τους.

Σε δηλώσεις του, που δημοσιεύονται στην ετήσια έκθεση του SSM για την εποπτική δραστηριότητα του 2022, ο Ενρία αναφέρεται στους κινδύνους που αντιμετωπίζει το τραπεζικό σύστημα της ευρωζώνης στο νέο μακροοικονομικό περιβάλλον, που συνδυάζει επιβράδυνση της ανάπτυξης και υψηλά επιτόκια. Όπως αναφέρει,

  • «Εάν η ενεργειακή κρίση δεν αντιμετωπιστεί, ο πιστωτικός κίνδυνος μπορεί να αυξηθεί στα χαρτοφυλάκια εταιρικών δανείων όπου η οικονομική δραστηριότητα εξαρτάται περισσότερο από την ενέργεια. Γενικότερα, η επιβράδυνση της οικονομίας μας προς το τέλος του περασμένου έτους συνοδεύτηκε από αναζωπύρωση των εταιρικών χρεοκοπιών, γεγονός που απαιτεί αυξημένη επαγρύπνηση όσον αφορά την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού.
  • Η ταχεία εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής –και ιδίως η αύξηση των επιτοκίων– αποτέλεσε σημαντική κινητήρια δύναμη για την ανάκαμψη της κερδοφορίας. Ωστόσο, αυτό μπορεί επίσης να οδηγήσει σε επιδείνωση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού, με τους δανειολήπτες να αγωνίζονται να αποπληρώσουν το χρέος τους, σε ένα σύνολο χαρτοφυλακίων δανείων που είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στα επιτόκια.
  • Αυτή η μεταβολή του περιβάλλοντος των επιτοκίων θα μπορούσε επίσης να προκαλέσει μη ομαλές προσαρμογές σε ορισμένα τμήματα της χρηματοπιστωτικής αγοράς και σε μη τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, αυξάνοντας τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου μεταξύ των τραπεζών που έχουν συγκεντρώσει ανοίγματα έναντι των συγκεκριμένων αγορών και παραγόντων της αγοράς.
  • Πέραν της συγκυρίας, η εξομάλυνση των επιτοκίων και η ποσοτική αυστηροποίηση ενδέχεται να αναγκάσουν ορισμένες τράπεζες να αναθεωρήσουν τις μεσοπρόθεσμες στρατηγικές χρηματοδότησής τους και να δώσουν μεγαλύτερη έμφαση στους κινδύνους ρευστότητας και χρηματοδότησης.
  • Η Διαδικασία Εποπτικού Ελέγχου και Αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process - SREP) του 2022 έριξε νέο φως σε ένα σύνολο επίμονων αδυναμιών. Οι ανεπάρκειες στον έλεγχο κινδύνων εξακολουθούν να επηρεάζουν τις βαθμολογίες πιστωτικού κινδύνου και υπήρξαν ορισμένα ευρήματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα των διοικητικών οργάνων, τη διαχείριση κινδύνων, τη συμμόρφωση και τις λειτουργίες εσωτερικού ελέγχου. Οι ανησυχίες μας σχετικά με τους ελέγχους κινδύνων και τη διακυβέρνηση των τραπεζών επιδεινώνονται από το αβέβαιο εξωτερικό περιβάλλον, καθώς οι δείκτες των επιπέδων κινδύνου που κοιτάζουν προς τα πίσω μπορούν να παρέχουν ανακριβή εικόνα κατά την πρόβλεψη των μελλοντικών τάσεων και κινδύνων».

Σχετικά με την εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής, μέσω της αύξησης των επιτοκίων, και τους κινδύνους που δημιουργεί για τις τράπεζες, ο επικεφαλής του SSM τονίζει, καταρχάς, ότι «η άνοδος των επιτοκίων είναι συνήθως μια καλή είδηση για τις τράπεζες. Αυτό σημαίνει ότι μπορούν να κερδίσουν περισσότερα από το περιθώριο επιτοκίου -τη διαφορά μεταξύ του επιτοκίου που χρεώνουν για δάνεια και του επιτοκίου που πληρώνουν στις καταθέσεις. Η εξομάλυνση των επιτοκίων και η ώθηση που παρείχε αυτή η πολυαναμενόμενη στροφή στα καθαρά έσοδα από τόκους βρίσκεται στον πυρήνα των θετικών επιδόσεων των τραπεζών το 2022. Για πρώτη φορά μετά από αρκετά χρόνια, τα καθαρά έσοδα από τόκους αυξήθηκαν όχι μόνο λόγω του αυξανόμενου όγκου δανεισμού, αλλά και λόγω της επέκτασης των καθαρών επιτοκιακών περιθωρίων.

Τόσο οι τράπεζες όσο και οι αναλυτές αναμένουν ότι οι προοπτικές κερδοφορίας θα παραμείνουν εξίσου θετικές φέτος. Σύμφωνα με τα στοιχεία μας, εάν η μακροοικονομία εξελιχθεί όπως αναμένεται επί του παρόντος, περαιτέρω ομαλές αυξήσεις των επιτοκίων πιθανότατα θα στηρίξουν τα μέσα κέρδη του τομέα».

Όμως, σπεύδει να προσθέσει ότι από ένα σημείο και μετά οι αυξήσεις των επιτοκίων θα δημιουργήσουν νέους κινδύνους για τις τράπεζες:

  • «Εάν απομακρυνθούμε από το βασικό σενάριο και εξετάσουμε πιο δυσμενείς εξελίξεις, τα πράγματα μπορεί να πάνε διαφορετικά. Για συγκεκριμένα χαρτοφυλάκια και επιχειρηματικούς τομείς, το κόστος που συνδέεται με την επιδείνωση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού μπορεί να υπερτερεί των εισοδηματικών οφελών καθώς αυξάνονται τα επιτόκια, ιδίως εάν επιβραδυνθεί η οικονομική ανάπτυξη. Οι δανειολήπτες μπορεί να δυσκολεύονται να αποπληρώσουν το χρέος τους σε χαρτοφυλάκια που είναι παραδοσιακά πολύ ευαίσθητα στο κόστος της πίστωσης. Ο καταναλωτικός δανεισμός, ο δανεισμός ακινήτων και η μοχλευμένη χρηματοδότηση αποτελούν αξιοσημείωτα παραδείγματα τομέων στους οποίους εστιάζει η εποπτεία.
  • Οι χρηματοπιστωτικές αγορές μπορεί να δείξουν αστάθεια κατά τη διάρκεια της διαδικασίας προσαρμογής των επιτοκίων. Η παρατεταμένη περίοδος χαμηλών επιτοκίων ευνόησε μια άνευ προηγουμένου αύξηση των επιπέδων χρέους, με ορισμένες λιγότερο ή μη ρυθμιζόμενες οντότητες να αναλαμβάνουν θέσεις υψηλής μόχλευσης και συχνά πολύ συγκεντρωμένες, οι οποίες μπορούν να διαλυθούν γρήγορα εάν οι οικονομικές προοπτικές ή το περιβάλλον των επιτοκίων αλλάξουν απροσδόκητα. Η αποτυχία της Archegos το 2021 και η αναταραχή στις επενδύσεις λόγω υποχρεώσεων στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2022 δείχνουν πώς, ελλείψει παρεμβάσεων πολιτικής, τέτοια επεισόδια μπορούν εύκολα να επεκταθούν στον τραπεζικό τομέα.
  • Η αύξηση των επιτοκίων και η ποσοτική αυστηροποίηση απαιτούν από τις τράπεζες να εστιάσουν περισσότερο στους κινδύνους ρευστότητας και χρηματοδότησης. Εάν οι τράπεζες δεν προσαρμόσουν γρήγορα τις ικανότητες διαχείρισης κινδύνων και στρατηγικής καθοδήγησης, ένα πιο δύσκολο περιβάλλον χρηματοδότησης μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση υπερβολικά απλουστευτικές και σαφώς παρωχημένες στρατηγικές διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, όπως οι πρακτικές carry trade που υιοθετούν ορισμένες τράπεζες για να επωφεληθούν από την έκτακτη στήριξη της νομισματικής πολιτικής. Υπάρχει κίνδυνος οι τράπεζες να αιφνιδιαστούν».