Οικονομία

«Τοξικό» για την Ελλάδα το σχέδιο ανάκαμψης της Κομισιόν


Την επόμενη εβδομάδα αναμένεται να οριστικοποιηθεί για να διαβιβασθεί στους ηγέτες το σχέδιο της Κομισιόν για την ανάκαμψη από την πανδημία, ενώ οι πληροφορίες που φθάνουν από το παρασκήνιο των Βρυξελλών για την κατεύθυνση που παίρνουν οι συζητήσεις των τεχνοκρατών είναι άκρως ανησυχητικές, καθώς φαίνεται να ευθυγραμμίζονται με τις κατευθύνσεις των χωρών του Βορρά και να καταλήγουν σε ένα σχεδιασμό που όχι μόνο δεν ικανοποιεί τις ανάγκες των χωρών του Νότου, αλλά ενδέχεται να αποδειχθεί πολιτικά «τοξικός», στο βαθμό που επανέρχονται... από την πίσω πόρτα, οι απαιτήσεις επιβολής μνημονίων.

Καθώς έχει ήδη εγκριθεί επί της αρχής, αλλά με αρκετές λεπτομέρειες να μένουν απροσδιόριστες, το σχέδιο των 540 δισ. ευρώ για στήριξη κρατών (από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας), επιχειρήσεων και εργαζομένων (από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και τον κοινοτικό προϋπολογισμό, δια του προγράμματος Sure) το ενδιαφέρον στρέφεται τώρα στο σχέδιο που έχουν κληθεί από τους ηγέτες να εκπονήσουν οι τεχνοκράτες της Κομισιόν για την ανάκαμψη μετά την πανδημία, το οποίο θα πρέπει να παίξει καταλυτικό ρόλο στη χρηματοδότηση ασθενών οικονομιών, όπως η ελληνική και η ιταλική.

Το σχέδιο της Κομισιόν έχει δοθεί από τους ηγέτες χρονικό περιθώριο να παραδοθεί ως τα τέλη της επόμενης εβδομάδας, ώστε αμέσως μετά να τεθεί σε συζήτηση από τους ηγέτες, για να εγκριθεί και να αρχίσει να υλοποιείται. Στο προηγούμενο στάδιο των συζητήσεων, είχαν δημιουργήσει μεγάλες προσδοκίες οι γαλλικές προτάσεις για ένα Ταμείο Ανάκαμψης, όπως και η γερμανική δέσμευση ότι θα χρηματοδοτηθεί από το Βερολίνο μια μεγάλη αύξηση των πόρων του κοινοτικού προϋπολογισμού. Αυτά τα δύο «αντίβαρα» προορίζονται να αντισταθμίσουν τις κακές εντυπώσεις που έχει ήδη δημιουργήσει το μπλοκάρισμα από τις χώρες του Βορρά της πρότασης για έκδοση ειδικών ευρωομολόγων, μέσω των οποίων θα μοιραζόταν ισορροπημένα το κόστος ανάκαμψης από την πανδημία.

Όμως, οι πληροφορίες που φθάνουν από τις Βρυξέλλες -και ειδικότερα, όπως προκύπτει από έγγραφο της Κομισιόν που αποκάλυψε το οικονομικό site Global Capital- δείχνουν προς το παρόν ότι η κατεύθυνση του σχεδιασμού δεν εξυπηρετεί τις επιδιώξεις της Ελλάδας και άλλων χωρών του Νότου για σημαντική χρηματοδοτική στήριξη χωρίς να «φουσκώσει» το χρέος ή να οδηγηθούμε σε νέα επιβολή μνημονίων. Σύμφωνα με αυτό το έγγραφο,

  • Το Ταμείο Ανάκαμψης χάθηκε... στους διαδρόμους των Βρυξελλών και μετατράπηκε σε Πρόγραμμα Ανάκαμψης, δηλαδή σε ένα απλό πρόγραμμα που προτείνεται να ενταχθεί στον προϋπολογισμό. Όμως, θα είναι ένα σχετικά μικρό πρόγραμμα, αφού προβλέπεται να χρηματοδοτηθεί με έκδοση ομολόγων από την Ευρωπαϊκή Ένωση ύψους 329 δισ. ευρώ, ενώ η προτεινόμενη αύξηση των ιδίων πόρων του προϋπολογισμού θα είναι μικρότερη από όσο είχε ανακοινώσει η πρόεδρος της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, μόλις 0,5% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Τα ποσά αυτά κρίνονται εντελώς ανεπαρκή από οικονομικούς αναλυτές για να στηρίξουν την ανάκαμψη, τη στιγμή που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προβλέπει ύφεση έως 12%, ενώ οι χώρες του Νότου δεν είναι καθόλου  βέβαιο ότι θα συνεχίσουν να χρηματοδοτούνται με χαμηλό κόστος από την αγορά ομολόγων.
  • Ένα δεύτερο σημαντικό χρηματοδοτικό εργαλείο που συζητείται είναι το Πρόγραμμα Υποστήριξης Μεταρρυθμίσεων, με πόρους της τάξεως των 200 δισ. ευρώ. Από το πρόγραμμα αυτό θα δοθούν επιδοτήσεις στις εθνικές κυβερνήσεις, δηλαδή δεν θα χρειασθεί να δανεισθούν και να κινδυνεύσουν με διόγκωση του χρέους τους. Όμως, πρόκειται για ένα πρόγραμμα που θα χρηματοδοτεί συμφωνημένα με τις Βρυξέλλες προγράμματα μεταρρυθμίσεων, κάτι που ευθέως παραπέμπει σε νέα μνημόνια, τα οποία ως τώρα έχει απορρίψει με πολύ έντονο τρόπο η ιταλική κυβέρνηση, ενώ και η ελληνική θα προτιμούσε να τα αποφύγει.

Η εξέλιξη των συζητήσεων δεν γεννά βεβαιότητα ότι στην κατάληξή τους θα υπάρξει η δυνατότητα χρηματοδότησης της Ελλάδας χωρίς νέα μνημόνια και διόγκωση του χρέους. Η ελληνική πλευρά προς το παρόν προσπαθεί να διατηρήσει την πρόσβαση στην αγορά ομολόγων και να κρατήσει υπό έλεγχο την επιδείνωση των δημοσίων οικονομικών, καθώς αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να επενδύσει μεγάλες προσδοκίες στα χρηματοδοτικά προγράμματα της Ευρώπης.