Οικονομία

Το σχέδιο εκτροχιασμού της δεύτερης αξιολόγησης!


Στο έγγραφο αυτό του προέδρου του Eurogroup, όπου παρατίθενται τα θέματα της ημερήσιας διάταξης της συνεδρίασης στις 7 Νοεμβρίου, μνημονεύεται το «ασφαλιστικό» ως πρώτο θέμα συζήτησης σχετικά με το ελληνικό πρόγραμμα. Ο υπουργός Εργασίας, Γ. Κατρούγκαλος, διέψευσε κατηγορηματικά ότι ανοίγει εκ νέου του ασφαλιστικό, ενώ πηγές του υπουργείου Οικονομικών, εξήγησαν ότι «αυτό που αποτελεί μέρος της δεύτερης αξιολόγησης είναι το Κοινωνικό Επίδομα Αλληλεγγύης, θέμα στο οποίο προφανώς αναφερόταν ο κ. Ντάισελμπλουμ».
Όμως, το γεγονός ότι ο κ. Ντάισελμπλουμ δίνει προτεραιότητα και έμφαση στο θέμα του Κοινωνικού Επιδόματος Αλληλεγγύης, προδιαθέτει για μια σκληρή επίθεση στον Ευκλείδη Τσακαλώτο στις 7 Νοεμβρίου από τους υπουργούς Οικονομικών της «γερμανικής ομάδας» του Eurogroup, οι οποίοι έδειξαν «άγριες» διαθέσεις και σε προηγούμενες συνεδριάσεις, φθάνοντας στο σημείο να μπλοκάρουν μερικώς την εκταμίευση της τελευταίας δόσης, παρότι υπήρχε θετική έκθεση συμμόρφωσης (compliance report) από τους θεσμούς.
Η ομάδα που επηρεάζεται από τον Β. Σόιμπλε αξιώνει από την κυβέρνηση την εφαρμογή μέχρι κεραίας του μνημονίου και αυτό αποτελεί μείζον πρόβλημα, εάν η συζήτηση στις 7 Νοεμβρίου επικεντρωθεί στο θέμα του Κοινωνικού Επιδόματος Αλληλεγγύης, καθώς η κυβέρνηση, ακόμη και αν ξεπερνούσε τους πολιτικούς της δισταγμούς, είναι πρακτικά αδύνατο να εφαρμόσει τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει με το μνημόνιο.
Για παράδειγμα, σύμφωνα με το μνημόνιο η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη ως το τέλος του 2016 να έχει θέσει σε πλήρη ισχύ, σε όλη τη χώρα, το Κοινωνικό Επίδομα Αλληλεγγύης (σήμερα υπάρχει μόνο πιλοτική εφαρμογή σε 30 δήμους).
Αυτό είναι βασικό προαπαιτούμενο (key deliverable) και, εάν δεν γίνει σεβαστό, ή αν δεν συμφωνηθεί κάποια παράταση προθεσμίας, θα μπορούσε να καθυστερήσει η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Θεωρητικά, οι «σκληροί» του Eurogroup μπορούν να απαιτήσουν να μείνει ανοικτή η αξιολόγηση και να «παγώσει» η επόμενη εκταμίευση δόσης, μέχρι να εκπληρωθεί αυτό το προαπαιτούμενο.
Η κυβέρνηση, παρότι έχει γίνει αρκετή προεργασία σε επίπεδο υπουργείου Εργασίας, είναι ανέτοιμη να θέσει έγκαιρα σε πλήρη εφαρμογή το νέο επίδομα. Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού, μάλιστα, γίνεται λόγος για «σταδιακή» εφαρμογή εντός του 2017.

Θα... χυθεί αίμα για 400 εκατ. ευρώ

Πέρα, όμως, από τις τεχνικές δυσκολίες, η κυβέρνηση έχει σοβαρές πολιτικές δυσκολίες να υλοποιήσει το μέτρο, όπως ακριβώς είχε συμφωνηθεί -κάτω από ισχυρή πίεση- το καλοκαίρι του 2015. Σύμφωνα με το μνημόνιο, το κόστος του επιδόματος (0,5% του ΑΕΠ) θα πρέπει να καλυφθεί αποκλειστικά με περικοπές επιδομάτων που σήμερα δίνονται, σε χρήμα ή σε είδος, από το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, αλλά και από την κατάργηση φοροαπαλλαγών.
Σύμφωνα με τη λογική που διαπνέει το μνημόνιο πρέπει καταργηθούν όσα επιδόματα δεν είναι στοχευμένα στα ασθενέστερα στρώματα, ώστε να μη χρηματοδοτεί το Δημόσιο ένα επίδομα για τους ασθενέστερους και την ίδια ώρα να λαμβάνουν ενισχύσεις όσοι δεν τις έχουν ανάγκη.
Η διαδικασία κατάργησης επιδομάτων, όμως, είναι μια πολιτικά δύσκολη άσκηση. Η Παγκόσμια Τράπεζα έχει παραδώσει από τον Απρίλιο, όπως προβλεπόταν στο μνημόνιο, ειδική έκθεση για το θέμα και προτείνει την κατάργηση 15 επιδομάτων, μεταξύ των οποίων και το επίδομα θέρμανσης, αλλά και το οικογενειακό επίδομα που καταβάλλεται μέσω ΟΓΑ. Αν το υπουργείο Εργασίας έκανε δεκτές αυτές τις περικοπές, η εξοικονόμηση που θα προέκυπτε θα ήταν της τάξεως των 250 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Αν σε αυτό το ποσό προστεθούν περικοπές 240 εκατ. ευρώ, τα οποία δαπανώνται σήμερα για τη στήριξη των ασθενέστερων με διάφορα μέτρα (κάρτα σίτισης, επιδότηση ενοικίου, δωρεάν ρεύμα), απομένει ένα ποσό της τάξεως των 400 εκατ. ευρώ, που θα πρέπει να καλυφθεί, όπως επιμένουν οι δανειστές, αποκλειστικά με περικοπές επιδομάτων ή φοροαπαλλαγών (για παράδειγμα, με την κατάργηση της έκπτωσης φόρου εισοδήματος για τις ιατροφαρμακευτικές δαπάνες).
Είναι σαφές ότι, για την κυβέρνηση, ένας γύρος τέτοιων περικοπών και σε αρκετά σημαντική κλίμακα (0,5% του ΑΕΠ) αποτελεί πολιτικό εφιάλτη και βρίσκεται άλλη μια φορά στη δύσκολη θέση να χρειάζεται πολιτικές διευκολύνσεις από τους δανειστές.
Έτσι, η πορεία της δεύτερης αξιολόγησης θα κριθεί με πολιτικούς όρους στο Eurogroup της 7ης Νοεμβρίου: αν οι υπουργοί Οικονομικών, υπό την επιρροή των πιο «σκληρών», επιμείνουν να εφαρμοσθεί κατά γράμμα το μνημόνιο, χωρίς παρατάσεις και εκπτώσεις, θα έχουν οριστικά ναρκοθετηθεί οι συζητήσεις που θα γίνουν στην Αθήνα με τους επικεφαλής των θεσμών. Αυτοί ως τώρα αρνούνται οποιαδήποτε συζήτηση που θα ξέφευγε από τα όρια του μνημονίου και θα μπορούσαν να γίνουν ελαστικότεροι μόνο εάν υπήρχε σχετική εντολή από το Eurogroup.
Με αυτά τα δεδομένα, ο κίνδυνος να «βαλτώσουν» οι διαπραγματεύσεις για τη δεύτερη αξιολόγηση γίνεται ορατός και, εάν αυτό επιβεβαιωθεί, η κυβέρνηση κινδυνεύει να χάσει την άμεση ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, καθώς η κεντρική τράπεζα έχει θέσει ως απαράβατο όρο για να αγοράσει ελληνικά ομόλογα την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.