Πολιτική

Το ΔΝΤ και ο ρόλος του στο μεταίχμιο της Ε.Ε.


Εχει περάσει περίπου μία πενταετία από τότε που το ΔΝΤ εισήλθε στο πρώτο διαρθρωτικό πρόγραμμα της ελληνικής οικονομίας ως μέλος της πάλαι ποτέ τρόικας. Ο ρόλος του ευκρινής: Καλούνταν να διαδραματίσει  ρόλο εξισορροπιστή μεταξύ Αθήνας- Ε.Ε και θεσμικού οργάνου που θα μπορούσε με τη τεχνογνωσία του να συνδιαμορφώσει μία «εργαλειοθήκη» μεταρρυθμιστικών προτάσεων, η οποία θα συνέβαλε στην απαγκίστρωση της ελληνικής οικονομίας από την ύφεση και στην επιστροφή της σε βιώσιμη ανάπτυξη.

Του ΣΩΤΗΡΗ ΓΚΟΛΦΙΝΟΠΟΥΛΟΥ 

Πέραν τούτου, το ΔΝΤ προσέφερε - στο Βερολίνο πρώτιστα και μετά στις Βρυξέλλες - διαπραγματευτική ευελιξία και «άφεση αμαρτιών», ώστε  ανά διαστήματα να ψηφίζονται στα ευρωπαϊκά κοινοβούλια συμφωνίες για τη διάσωση της Ελλάδας. Με άλλα λόγια, η κ. Μέρκελ είχε ως συνοδοιπόρο της ένα θεσμό, ο οποίος – όντας εκτός ΕΕ και έχοντας παγκόσμια διακρατική σύνθεση - καλούνταν να διασφαλίσει ότι οι όποιες συμφωνίες επιτυγχάνονται δεν θα έχουν μεροληπτικό χαρακτήρα υπέρ της Ελλάδας και ότι κατά βάθος εξυπηρετούσαν τις ανάγκες και τα συμφέροντα του συνόλου των Ευρωπαίων πολιτών.

Τώρα όμως έχουμε φτάσει σε ένα ευρωπαϊκό μεταίχμιο, που θα οριοθετήσει την μετεξέλιξη και τη μελλοντική δυναμική της Ένωσης. Η μονοδιάστατη «συνταγή» του ΔΝΤ με ακρογωνιαίους λίθους τις επιταγές της Συνθήκης της Ουάσιγκτον και τη «Θεραπεία Σοκ», έχει οδηγήσει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα σε οικονομικό και πολιτικό αδιέξοδο.

Η αντίφαση

Το πρόβλημα γίνεται εμφανέστερο με τους χειρισμούς του ΔΝΤ στο ελληνικό ζήτημα: Η ηγεσία του χαρακτηρίζει την ελληνική πρόταση εξόχως αντιαναπτυξιακή, ενώ συνέβαλε τηΝ τελευταία πενταετία στην εφαρμογή «σκληρών» υφεσιακών μέτρων, με κατακόρυφη αύξηση των φορολογικών συντελεστών και ταυτόχρονη περικοπή μισθών-συντάξεων χωρίς ευρωπαϊκό προηγούμενο. 

Το ΔΝΤ «επέτυχε» να καταστεί μισητό σε μεγάλο μέρος των Ευρωπαίων πολιτών. Το μόνο που κατάφερε ήταν να οχυρώσει και να αποκρύψει την πολιτική «γύμνια» που χαρακτηρίζει τους τωρινούς Ευρωπαίους ηγέτες – συμπεριλαμβανομένης της  καγκελαρίου Μέρκελ. Σε μία περίοδο που η ευρωπαϊκή οικογένεια «νοσεί», οι ηγέτες συνεχίζουν να καθυστερούν την υιοθέτηση μίας τελικής απόφασης που θα οδηγούσε σε ένα από τα  δύο διακριτά μονοπάτια: 

- Επιλογή διάλυσης της ΕΕ, ή 

- Περαιτέρω θεσμοθέτηση-νομοθέτηση με σκοπό την οργάνωση μίας πραγματικής Ένωσης με αμοιβαιοποίηση  ευθυνών – παρελθόντων και μη. 

Άλλωστε, ο γαλλογερμανικός άξονας που εγγυήθηκε στην αφετηρία της ΕΕ τη θεσμική ολοκλήρωσή της, απέτυχε να την πραγματώσει. Συνεχίζει μάλιστα  να υπεκφεύγει του θέματος, αυτοεγκλωβισμένος σε ερασιτεχνισμούς και πολιτικές προσεγγίσεις μυωπικού χαρακτήρα.

Το ελληνικό ζήτημα ίσως να είναι η αρχή του τέλους της Ε.Ε, αν οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν επιδείξουν την αναγκαία αποφασιστικότητα να επιλύσουν τη κρίση εκ θεμελίων. Σ’ αυτή τη δύσκολη πορεία δεν έχει θέση το ΔΝΤ. Η παρουσία του είναι καιροσκοπική: 

- Αφ’ ενός γιατί θα συνεχίσει να προσφέρει  κάλυψη στις ευρωπαϊκές δυνάμεις, ώστε να αποφεύγουν την ανάληψη πραγματικών ευθυνών.

- Αφ’ ετέρου διότι είναι πασίδηλο ότι δρα με στρατηγική βραχυπρόθεσμου προσανατολισμού, επιζητώντας απλά την άμεση επιστροφή των δανείων, χωρίς να φαίνεται ότι ενδιαφέρεται για την ουσιαστική  πολυπρισματική αναδιαμόρφωση των οικονομιών όπου τεχνοκρατικά «εμπλέκεται».

Τα προβλήματα που έρχονται

Το «ελληνικό πρόβλημα» δεν είναι το τέλος του δρόμου. Μπορεί κανείς να το αντιληφθεί κοιτάζοντας προς δυσμάς,  στις επερχόμενες εκλογές στην Ιβηρική .

 Η Πορτογαλία φυλλορροεί, ασθμαίνουσα «αναπτυξιακά» στο μεσοδιάστημα από την έξοδο από το μνημόνιο, με ένα δυσθεώρητο ιδιωτικό χρέος στις «πλάτες» της. 

Η Ισπανία, τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, ταλανίζεται από τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα του κυβερνώντος κόμματος και τα «σημάδια» που άφησε πίσω της μία βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή  με αμφίβολα αποτελέσματα.