Τράπεζες

Τα funds χάνουν στα δικαστήρια - Μπάζουν... νερά οι τιτλοποιήσεις


Πληθαίνουν οι δικαστικές νίκες οφειλετών απέναντι σε εταιρείες διαχείρισης τιτλοποιημένων κόκκινων δανείων και δημιουργούν σοβαρές αμφιβολίες για την ποιότητα και αποτελεσματικότητα ακόμη και των μεγαλύτερων τιτλοποιήσεων, που οργανώθηκαν με την εγγύηση του Δημοσίου, στο πλαίσιο του σχεδίου «Ηρακλής».

Όλο και συχνότερα, όπως αναφέρουν νομικοί, μεγάλες εταιρείες διαχείρισης κόκκινων δανείων, οι οποίες ενεργούν με εξουσιοδότηση από τις εταιρείες ειδικού σκοπού, οι οποίες έχουν αγοράσει τιτλοποιημένα δάνεια, χάνουν στα δικαστήρια, όταν φθάνουν στο στάδιο τη πλειστηριασμού ακινήτων οφειλετών, δηλαδή στο κρισιμότερο στάδιο για την ανάκτηση ενός μη εξυπηρετούμενου δανείου και ειδικά εκείνων που έχουν καταγγελθεί εδώ και πολλά χρόνια και δεν υπάρχει, αντικειμενικά, δυνατότητα άλλης ρύθμισης.

Αυτό που προσβάλλουν δανειολήπτες, με αιτήσεις ανακοπής πλειστηριασμών, είναι το αν νομιμοποιούνται οι εταιρείες που έχουν αναλάβει τη διαχείριση δανείων να προχωρούν σε πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης, βγάζοντας «στο σφυρί» τα ακίνητά τους:

  • Πρόσφατη δικαστική απόφαση (Ιούνιος 2022) από το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, όπου ο δανειολήπτης εκπροσωπήθηκε από τον δικηγόρο Λευτέρη Κιούκη του δικηγορικού γραφείου Μίνα Καούκη & Συνεργάτες, ακύρωσε διαταγή πληρωμής και σταμάτησε τον πλειστηριασμό ακινήτου του οφειλέτη στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη.
  • Τη διαδικασία είχε κινήσει η εταιρεία διαχείρισης απαιτήσεων CEPAL, που έχει αναλάβει τη διαχείριση των δανείων από τις τιτλοποιήσεις Galaxy της Alpha Bank. Μάλιστα, η CEPAL δεν παρέστη καν στη δίκη για την ανακοπή της διαταγής πληρωμής, με αποτέλεσμα να γίνουν δεκτά όλα τα επιχειρήματα που είχε προβάλει ο δανειολήπτης.
  • Το κύριο επιχείρημα ήταν ότι στο αρχικό στάδιο της έκδοσης της διαταγής πληρωμής, η CEPAL δεν είχε προσκομίσει τα έγγραφα που θα αποδείκνυαν ότι είναι καθολικός διάδοχος του επισπεύδοντος. Με απλά λόγια, κάπου… χάθηκε η μπάλα με τις μεταβιβάσεις του δανείου από την Alpha Bank στην εταιρεία ειδικού ειδικού σκοπού Galaxy IV, η οποία, με τη σειρά της ανέθεσε τη διαχείριση του δανείου στη CEPAL. Η τελευταία εξέδωσε διαταγή πληρωμής χωρίς να έχει συμπεριλάβει στα έγγραφα που κατέθεσε στο δικαστήριο το έγγραφο που θα αποδείκνυε ότι το δάνειο είχε όντως μεταβιβασθεί από την Alpha Bank στην Galaxy IV, με αποτέλεσμα να «πέσει» το οικοδόμημα της κατάσχεσης και πλειστηριασμού του ακινήτου.
  • Όπως αναφέρει το δικαστήριο στην απόφασή του: Από τα έγγραφα που συγκοινοποιήθηκαν δεν αποδεικνύεται ότι μεταξύ των απαιτήσεων που μεταβιβάστηκαν από την αρχική πιστώτρια τράπεζα ALPHA BANK προς την αποκτώσα εταιρεία «GALAXY IV FUNDING DESIGNATED ACTIVITY COMPANY» τη διαχείριση των οποίων εν συνεχεία ανέλαβε η καθ' ης η ανακοπή ήταν και η απαίτηση που πηγάζει από την επίδικη δανειακή σύμβαση, ούτε ότι η ένδικη απαίτηση ήταν μεταξύ των απαιτήσεων τη διαχείριση των οποίων ανέλαβε ακολούθως η καθ' ης.  Εξ αυτού του λόγου η καθ' ης η ανακοπή εταιρία, δεν νομιμοποιείται ενεργητικά υπό την προεκτεθείσα ιδιότητά της στη διαχείριση και είσπραξη της επίμαχης απαίτησης και άρα και στην επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος τους και συνακόλουθα τυγχάνει ακυρωτέες οι από 14-9-2021 επιταγές προς εκτέλεση που κοινοποιήθηκαν σε αυτούς (ανακόπτοντες). Με αυτό το περιεχόμενο, ο υπό κρίση λόγος ανακοπής είναι παραδεκτός και νόμιμος, σύμφωνα και με την προεκτεθείσα νομική σκέψη και πρέπει να γίνει δεκτός και ως ουσία βάσιμος δεδομένου ότι για τα γεγονότα, που αναφέρονται στο δικόγραφο της ανακοπής επιτρέπεται η ομολογία. Λόγω δε της ερημοδικίας της καθ’ής η ανακοπή, οι ανωτέρω ισχυρισμοί των ανακοπτόντων αποδεικνύονται πλήρως, αφού θεωρούνται ομολογημένοι από αυτή και δεν υπάρχει ένσταση που να εξετάζεται αυτεπαγγέλτως.

Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, τα προβλήματα που οδήγησαν στη δικαστική ήττα της εταιρείας διαχείρισης δανείων και του fund της τιτλοποίησης θα γίνει προσπάθεια να διορθωθούν όταν επανέλθει η CEPAL με νέα διαταγή πληρωμής. Ωστόσο, πρόκειται για προβλήματα που δεν είναι μεμονωμένα, αλλά παρουσιάζονται ευρύτατα στις τιτλοποιήσεις δανείων δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, που έγιναν βιαστικά για να επωφεληθούν οι τράπεζες από τις κρατικές εγγυήσεις, με αποτέλεσμα σήμερα να διαπιστώνονται σοβαρά προβλήματα και καθυστερήσεις στις ανακτήσεις, που κάνουν πολλούς να ανησυχούν ακόμη και για ενδεχόμενο κατάπτωσης κρατικών εγγυήσεων.

Λόγω των σοβαρών καθυστερήσεων στις ανακτήσεις, μάλιστα, πολλά funds προχωρούν ή ετοιμάζονται να προχωρήσουν σε πωλήσεις τιτλοποιημένων δανείων σε άλλους επενδυτές, ώστε να φέρουν μπροστά ορισμένες από τις ανακτήσεις και να μην βρεθούν να έχουν παραβεί τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει για τους χρόνους ανάκτησης.

Η αμφισβητούμενη νομιμοποίηση

Οι εταιρείες διαχείρισης δανείων αναμένουν με μεγάλο ενδιαφέρον μέσα στους επόμενους μήνες μια σημαντική απόφαση από το Εφετείο Αθηνών, που θα κρίνει αν μπορούν να έχουν ενεργητική νομιμοποίηση για να βγάζουν «στο σφυρί» ακίνητα δανειοληπτών για λογαριασμό των ξένων εταιρειών ειδικού σκοπού, οι οποίες έχουν αγοράσει δάνεια.

Η πρώτη σχετική δικαστική απόφαση που εκδόθηκε υπέρ δανειολήπτη δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα από τη δικηγόρο Αριάδνη Νούκα. Πρόκειται για μια απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών (με αριθμό 1858/2022), με την οποία διατάχθηκε η προσωρινή αναστολή διαδικασίας πλειστηριασμού διώροφης οικοδομής στη Σαρωνίδα μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση επί της έφεσης του δανειολήπτη, επειδή πιθανολογήθηκε βάσιμα ότι θα γίνει δεκτός τουλάχιστον ένας από τους λόγους που προβάλλονται στην έφεση, δηλαδή αυτός που αφορά την ενεργητική νομιμοποίηση της εταιρείας διαχείρισης δανείων. Η έφεση θα συζητηθεί στις 11 Νοεμβρίου 2022 και η απόφαση που θα εκδοθεί θα έχει μεγάλη βαρύτητα για τη διαμόρφωση της στάσης των δικαστηρίων στο μέλλον έναντι των εταιρειών διαχείρισης δανείων.

Το Μονομελές Εφετείο, στην απόφαση 17 σελίδων που εξέδωσε για την αναστολή του πλειστηριασμού, δέχεται ως βάσιμα τα επιχειρήματα για την ενεργητική νομιμοποίηση, καταλήγοντας σε ένα συμπέρασμα που θα μπορούσε να δημιουργήσει πολλά προβλήματα στη «βιομηχανία» διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων και να αξιοποιηθεί από δανειολήπτες για να σταματούν πλειστηριασμούς μέσω των δικαστηρίων.

Το ζήτημα της ενεργητικής νομιμοποίησης μοιάζει με μια τεχνική λεπτομέρεια μπροστά στην τεράστια διαδικασία τιτλοποίησης και διαχείρισης κόκκινων δανείων δεκάδων δισ. ευρώ. Θα μπορούσε, όμως, να δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στη λειτουργία αυτού του μηχανισμού, καθώς θα πρέπει να τεθεί και να απαντηθεί ξανά ένα κρίσιμο ερώτημα: ποιος θα βγάζει στο σφυρί τα ακίνητα, όταν αυτό είναι αναγκαίο για την ανάκτηση ενός δανείου επειδή έχουν εξαντληθεί τα άλλα μέσα (ρύθμιση κ.ο.κ.);

Η διάρθρωση του μηχανισμού τιτλοποίησης και διαχείρισης δανείων είναι αρκετά περίπλοκη -και όχι τυχαία. Για φορολογικούς λόγους εξαιρετικά σημαντικούς, όταν ένα fund αγοράζει ένα τιτλοποιημένο χαρτοφυλάκιο κόκκινων δανείων δεν το κάνει ευθέως, αλλά μέσω μιας εταιρείας οχήματος ειδικού σκοπού (SPV), που εδρεύει σε μια χώρα με «φιλικό» φορολογικό καθεστώς, κυρίως δηλαδή στην Ιρλανδία. Αν το έκανε μέσω μιας εταιρείας που εδρεύει στην Ελλάδα, θα έπρεπε να πληρώνει τους πολύ βαρύτερους φόρους που προβλέπει η ελληνική νομοθεσία.

Ακολούθως, αυτή η εταιρεία ειδικού σκοπού αναθέτει σε μια από τις εδρεύουσες στην Ελλάδα εταιρείες διαχείρισης δανείων να το διαχειρίζεται. Αν χρειάζεται να γίνει ένας πλειστηριασμός για την ανάκτηση του δανείου, το SPV εξουσιοδοτεί την εταιρεία διαχείρισης να τον επισπεύσει.

Όλα θα πήγαιναν καλά σε αυτό το σχήμα, αν δεν άρχιζαν τα δικαστήρια να αποφαίνονται ότι πάσχει νομικά αυτή η εξουσιοδότηση επειδή, όπως έκρινε το Μονομελές Εφετείο, ερμηνεύοντας τη νομοθεσία, τον πλειστηριασμό μπορεί να επισπεύδει ΜΟΝΟ αυτός που έχει στην ιδιοκτησία του το δάνειο. Δηλαδή, για να μπορεί η εταιρεία διαχείρισης να προχωρήσει σε πλειστηριασμό θα πρέπει να της μεταβιβασθούν τα κόκκινα δάνεια και όχι απλώς να ενεργεί με εξουσιοδότηση από την ιρλανδική εταιρεία που τα κατέχει.

Αν επικρατήσει αυτή η ερμηνεία, η διαχείριση κόκκινων δανείων στην Ελλάδα θα βρεθεί μπροστά σε ένα εξαιρετικά σοβαρό πρόβλημα, αφού θα πρέπει να βρεθεί τρόπος να εδρεύουν στην Ελλάδα οι εταιρείες που θα κατέχουν τα κόκκινα δάνεια για να μπορούν να προχωρούν και στους πλειστηριασμούς, κάτι που σημαίνει ότι η όλη διαδικασία θα γίνει φορολογικά ασύμφορη.