Στη Βουλή κατατέθηκε νομοσχέδιο από το Υπουργείο Οικονομίας, με το οποίο ανοίγει ο δρόμος για αποζημιώσεις σε επιχειρήσεις και καταναλωτές, που έχουν υποστεί ζημιά λόγω παράβασης του ανταγωνισμού,
Ειδικότερα, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο σχέδιο νόμου που κατατέθηκε προς ψήφιση στο πλαίσιο εναρμόνισης με την Οδηγία 2014/104/ΕΕ, δικαίωμα πλήρους αποζημίωσης έχει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει υποστεί ζημία λόγω παράβασης του δικαίου του ανταγωνισμού δικαιούται πλήρη αποζημίωση. Η αποζημίωση, όπως αναφέρεται στο νομοσχέδιο, περιλαμβάνει τη θετική και αποθετική του ζημία (διαφυγόντα κέρδη) καθώς και τόκους.
Η ευθύνη σε αποζημίωση είναι ανεξάρτητη από το αν μια αρχή ανταγωνισμού έχει ήδη διαπιστώσει την ύπαρξη παράβασης.
Τόκος οφείλεται για το χρονικό διάστημα από την πρόκληση της ζημίας έως την καταβολή της αποζημίωσης.
Στο νομοσχέδιο αναφέρεται ρητά πως το βάρος της απόδειξης της ζημιάς που έχει υποστεί επιχείρηση ή καταναλωτής τη φέρει αυτός που υπέστη τη ζημιά. Για τον λόγο αυτό πρέπει να προσκομίζει διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, πρόσφορα προς στήριξη των ισχυρισμών του, τα οποία θεμελιώνουν το αίτημα αποζημίωσης. Παράλληλα αν επικαλείται αποδεικτικά στοιχεία που βρίσκονται υπό τον έλεγχο του αντιδίκου ή τρίτου, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την προσκόμιση των αποδεικτικών αυτών στοιχείων από τον αντίδικο ή τον τρίτο. Στην περίπτωση που ο διάδικος ή τρίτος δεν προσκόμισε στοιχεία ή κατέστρεψε αυτά ή δεν συμμορφώθηκε με διάταξη δικαστικής απόφασης για την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών, καταδικάζεται και σε χρηματική ποινή από 50.000-100.000 ευρώ. Ποσό το οποίο μπορεί να αναπροσαρμόζεται με απόφαση των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών.
Σε ότι αφορά το ύψος της ζημιάς, το δικαστήριο έχει την εξουσία να εκτιμήσει το ύψος της, αρκούμενο σε πιθανολόγηση, εφόσον είναι πρακτικά αδύνατο ή υπερβολικά δυσχερές, όπως αναφέρεται στο νομοσχέδιο, να προσδιορισθεί επακριβώς το ύψος της προκληθείσας ζημιάς από τον ενάγοντα σύμφωνα με τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία. Για το σκοπό αυτό λαμβάνει υπόψη το είδος και την έκταση της παράβασης. Επίσης τεκμαίρεται μαχητά ότι οι παραβάσεις από οριζόντιες συμπράξεις (καρτέλ) προκαλούν ζημιά, ενώ το δικαστήριο μπορεί να ζητά από την Εθνική Αρχή Ανταγωνισμού να διατυπώσει τη γνώμη της για ζητήματα που άπτονται της εφαρμογής του παρόντος εφόσον αυτή το κρίνει σκόπιμο.
Σε ότι αφορά τις ευθύνες, όπως αναφέρεται στο νομοσχέδιο, σύμφωνα με το ΑΜΠΕ, επιχειρήσεις οι οποίες υπέπεσαν από κοινού σε παράβαση του δικαίου ανταγωνισμού ενέχονται εις ολόκληρο. Πάντως υπάρχουν και οι εξαιρέσεις. Αν μια από τις επιχειρήσεις που υπέπεσαν από κοινού σε παράβαση του δικαίου ανταγωνισμού είναι μικρομεσαία, αυτή ευθύνεται μόνον έναντι των δικών της άμεσων ή έμμεσων αγοραστών εφόσον το μερίδιο αγοράς που κατέχει στη σχετική με την παράβαση αγορά είναι κατώτερο του 5% και εις ολόκληρον ευθύνη της θα μπορούσε να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά στην οικονομική βιωσιμότητά της και θα οδηγούσε σε απώλεια όλης της αξίας των περιουσιακών της στοιχείων. Το ειδικό αυτό καθεστώς δεν εφαρμόζεται, ωστόσο στις περιπτώσεις που η μικρομεσαία επιχείρηση ενορχήστρωσε την παράβαση, εξανάγκασε άλλες επιχειρήσεις να συμμετάσχουν στην παράβαση ή έχει διαπιστωμένα διαπράξει παράβαση του δικαίου του ανταγωνισμού σε προγενέστερο χρόνο (υποτροπή). Επίσης δικαίωμα αποζημίωσης έχει κάθε πρόσωπο που ζημιώθηκε, ανεξάρτητα από το αν είναι άμεσος ή έμμεσος αγοραστής από τον παραβάτη.
Οι αξιώσεις κατά του παραβάτη για ζημιές λόγω παράβασης του δικαίου ανταγωνισμού, παραγράφονται σε 5 έτη. Σε κάθε περίπτωση οι αξιώσεις κατά του παραβάτη παραγράφονται σε 20 έτη από την παύση της παράβασης του δικαίου ανταγωνισμού. Η παραγραφή πάντως αναστέλλεται αν μια αρχή ανταγωνισμού λάβει μέτρα για τη διερεύνηση της παράβασης ή ξεκινήσει διαδικασία ενώπιον της αρχής ανταγωνισμού για την παράβαση την οποία αφορά η αξίωση αποζημίωσης. Η αναστολή λήγει ένα έτος μετά το απρόσβλητο της απόφασης παράβασης ή την περάτωση της διαδικασία με άλλο τρόπο. Αξίζει επίσης να σημειώσουμε πως τελεσίδικη απόφαση παράβασης, που έχει εκδοθεί σε άλλο κράτος μέλος και προσκομίζεται στο δικάζον την αγωγή αποζημίωσης δικαστήριο, αποτελεί πλήρη απόδειξη της παράβασης του ανταγωνισμού. Επιτρέπεται όμως ανταπόδειξη.
Όπως αναφέρεται στο νομοσχέδιο, στο Πρωτοδικείο Αθηνών θα συσταθεί ειδικό τμήμα το οποίο θα εκδικάζει τις συγκεκριμένες υποθέσεις. Επίσης στο Εφετείο Αθηνών θα υπάρχει ειδικό τμήμα το οποίο θα εκδικάζει τις εφέσεις.