Ενέργεια

ΔΕΗ: Η άκρη του νήματος για τη σπέκουλα στη μετοχή


Μείζον πολιτικό και χρηματιστηριακό θέμα έχει ανακύψει με τη "σπέκουλα" στη μετοχή της ΔΕΗ, καθώς υπάρχουν υποψίες ότι οι πρωταγωνιστές της υποτιμητικής κερδοσκοπίας είχαν εμπιστευτική πληροφόρηση  ότι θα ανακοινωθεί ΑΜΚ 750 εκατ. ευρώ. Υπό την πίεση της αντιπολίτευσης και παραγόντων της αγοράς  η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς καλείται να διερευνήσει τις συναλλαγές  και να διαπιστώσει εάν έχουν βάση οι καταγγελίες. Να εξακριβώσει αν υπήρξε "διαρροή" και αν η εμπιστευτική πληροφορία αξιοποιήθηκε για κερδοσκοπία.

Δεν χρειάζεται όμως να ψάξει πολύ για να βρεί την άκρη του νήματος σ' αυτή την υπόθεση. Βρίσκεται... μπροστά στα μάτια της: Η διοίκηση της ΔΕΗ έχει παραδεχθεί δημόσια ότι γνωστοποίησε σε ξένους επενδυτές την πρόθεσή της να προχωρήσει σε διάθεση νέων μετοχών, πριν το ανακοινώσει στο ευρύτερο επενδυτικό κοινό.

Η πρόθεση μιας εισηγμένης εταιρείας να αντλήσει νέα κεφάλαια με προσφορά μετοχών στο χρηματιστήριο είναι μια από τις σημαντικότερες προνομιακές πληροφορίες, τις οποίες, σύμφωνα με το νόμο, πρέπει να γνωρίζουν μόνο τα άμεσα εμπλεκόμενα διοικητικά στελέχη των εταιρειών και οι σύμβουλοί τους, μέχρι να ανακοινωθούν επίσημα στο ευρύ επενδυτικό κοινό. Ο λόγος είναι προφανής: μια έκδοση νέων μετοχών επηρεάζει άμεσα (και αρνητικά) την αξία της μετοχής και όποιος γνωρίζει εκ των προτέρων ότι θα λάβει χώρα τέτοιο γεγονός μπορεί να κερδίσει από συναλλαγές ή να αποφύγει ζημιές.

Η χρηματιστηριακή νομοθεσία (νόμοι 3340/2005 και 4443/2016) προβλέπει αυστηρές ποινικές κυρώσεις για το αδίκημα της κατάχρησης αγοράς. Μάλιστα, ανάλογα με το οικονομικό όφελος που αποκομίζει κάποιος παράνομα, αξιοποιώντας προνομιακές πληροφορίες, μπορεί να τιμωρηθεί ακόμη και με κάθειρξη έως 10 έτη.

Αρκετές φορές στο παρελθόν έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο, πριν την επίσημη ανακοίνωση αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου από εισηγμένες, να υποχωρεί η μετοχή τους, προφανώς επειδή κάποιοι επενδυτές έσπευσαν να ρευστοποιήσουν γνωρίζοντας ότι επίκειται διάθεση νέων μετοχών, ή απλώς επειδή υπήρχαν σχετικές εκτιμήσεις, πληροφορίες και φήμες στους κύκλους της αγοράς. Όμως, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ήταν πρακτικά πολύ δύσκολο να διερευνήσει αυτές τις περιπτώσεις και να ζητήσει την ποινική δίωξη όσων, ενδεχομένως, προχώρησαν σε συναλλαγές με βάση πληροφορίες που δεν ήταν γνωστές στην αγορά.

Η περίπτωση της ΔΕΗ, όμως, είναι αρκετά διαφορετική, όπως επισημαίνουν χρηματιστηριακοί παράγοντες και νομικοί. Γιατί εξαρχής, από την ίδια τη διοίκηση της επιχείρησης, έχει ανακοινωθεί ότι υπήρξε γνωστοποίηση της πληροφορίας περί επικείμενης αύξησης κεφαλαίου σε επενδυτές.

Έτσι, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί άμεσα, ζητώντας τη σχετική πληροφόρηση από τη ΔΕΗ, να εντοπίσει τους ξένους επενδυτές που εκ των προτέρων γνώριζαν για την επικείμενη ΑΜΚ. Στη συνέχεια, εξετάζοντας τις συναλλαγές που έγιναν στο Χρηματιστήριο, μπορεί να διαπιστώσει εάν κάποιοι από αυτούς πούλησαν μετοχές ή συμβόλαια Παραγώγων, για να επωφεληθούν από τη βέβαιη πτώση της μετοχής λόγω της αύξησης κεφαλαίου.

Ειδικότερα, όπως ανακοίνωσε η ΔΕΗ, την Πέμπτη, παρουσιάζοντας τα βασικά στοιχεία του σχεδιασμού για την αύξηση κεφαλαίου:

  • Με βάση την αρχική ανταπόκριση των επενδυτών (μέσω μιας συνήθους εμπιστευτικής διαδικασίας βολιδοσκόπησης αγοράς/wall-crossing και με την επιφύλαξη, σε κάθε περίπτωση, όλων των απαραίτητων εγκρίσεων από το Διοικητικό Συμβούλιο και τους μετόχους της Εταιρείας), η εταιρεία έχει λάβει ενδείξεις σημαντικού ενδιαφέροντος και υποστήριξης για την πιθανή συναλλαγή.

Νομικοί επισημαίνουν, αξιολογώντας την ανακοίνωση της ΔΕΗ, ότι, σε κάθε περίπτωση, η διοίκηση της επιχείρησης βαδίζει σε τεντωμένο σκοινί, καθώς επικαλείται τη διαδικασία wall-crossing, η οποία δεν είναι συνηθισμένη στην Ελλάδα και εφαρμόζεται, με βάση την αμερικανική νομοθεσία, με πολύ αυστηρούς όρους στο αμερικανικό χρηματιστήριο.

Εκεί επιτρέπεται, κατ' εξαίρεση, να κοινοποιεί μια εταιρεία σε επενδυτές την πληροφορία περί επικείμενης αύξησης κεφαλαίου, αλλά με τον όρο ότι αυτοί αναλαμβάνουν αυστηρή δέσμευση να μην την κοινοποιήσουν σε τρίτους και να μην προχωρήσουν σε οποιοδήποτε συναλλαγή επί της μετοχής μέχρι να γίνουν οι επίσημες ανακοινώσεις. Επί πλέον, με αυτή τη διαδικασία, ακριβώς για να αποφευχθούν φαινόμενα κατάχρησης αγοράς, οι εταιρείες δεσμεύονται να εκδίδουν και να διαθέτουν τις νέες μετοχές αμέσως μόλις ανακοινώνουν την αύξηση κεφαλαίου στο ευρύ επενδυτικό κοινό. Έτσι, αποφεύγεται η διατήρηση αβεβαιότητας, που ευνοεί την κερδοσκοπία, για μεγάλες περιόδους. Στην ελληνική πραγματικότητα, τέτοια διαδικασία εμπιστευτικής βολιδοσκόπησης και άμεσης διάθεσης μετοχών προφανώς δεν μπορεί να εφαρμοσθεί, αφού απαιτούνται χρονοβόρες διαδικασίες.

Με αυτά τα δεδομένα, όπως επισημαίνουν κύκλοι της αγοράς, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει μια πρώτη, αρκετά απλή αποστολή: να ζητήσει από την ίδια τη ΔΕΗ και τους δύο συντονιστές της νέας έκδοσης μετοχών, δηλαδή τις αμερικανικές τράπεζες Citigroup και Goldman Sachs, πλήρη ενημέρωση για τις επικοινωνίες που είχαν πριν τις επίσημες ανακοινώσεις με επενδυτές, προκειμένου να βολιδοσκοπηθεί το ενδιαφέρον τους. Επιπλέον, θα πρέπει να αποφασίσει η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αν κινήθηκε εντός των ορίων της νομιμότητας η ΔΕΗ, με βάση την ελληνική νομοθεσία, όταν ανέλαβε την πρωτοβουλία να κοινοποιήσει σε επιλεγμένους επενδυτές μια σημαντική, προνομιακή πληροφορία.

Σε κάθε περίπτωση, αυτή η υπόθεση δεν μπορεί παρά να διερευνηθεί από την εποπτική αρχή, έστω και αν, ως συνήθως συμβαίνει στην ελληνική πραγματικότητα, η έρευνα πιθανόν να καταλήξει σε αδιέξοδο και δεν θα έχει τα χαρακτηριστικά αντίστοιχων, αυστηρών ερευνών που διενεργούνται, π.χ., στις ΗΠΑ. Και αυτό γιατί είναι τουλάχιστον περίεργο, αμέσως μετά μια επιτυχημένη συναλλαγή για τη ΔΕΗ (την πώληση του ΔΕΔΔΗΕ) και τη μεγάλη άνοδο (6%) στις 13 Σεπτεμβρίου να ακολουθούν οκτώ συνεδριάσεις πτώσης της μετοχής, σωρευτικά κατά 14% και μέχρι τις 23 Σεπτεμβρίου, οπότε ανακοινώθηκε η αύξηση κεφαλαίου, μετά τη λήξη της συνεδρίασης.

Διαβαστε επισης