Τις παρεμβάσεις στη φορολογία το 2020 θα κρίνει ο δημοσιονομικός χώρος, ξεκαθαρίζει σε συνέντευξή του στην Καθημερινή της Κυριακής ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, ενώ αποκαλύπτει ότι έχουν ξεκινήσει οι συζητήσεις για τη μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος κάτω από το 3,5% του ΑΕΠ το 2020.
Μάλιστα, σημειώνει ότι μετά τις συζητήσεις με τους Ευρωπαίους θα προκύψουν οι αλλαγές στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος, ο αριθμός των φορολογικών κλιμακίων και οι συντελεστές τους.
Ξεκαθαρίζει ότι «μέχρι στιγμής πάντως οι θεσμοί δεν έθεσαν ζήτημα επανεξέτασης του αφορολογήτου, το οποίο ήδη μειώθηκε μία φορά επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ». Επίσης για το αφορολόγητο όριο τονίζει ότι αυτό θα συνδεθεί με επιπλέον ηλεκτρονικές συναλλαγές και ξεκαθαρίζει ότι το μόνο μέτρο που έχει αποφασιστεί για το 2020 είναι η μείωση των συντελεστών φορολόγησης των επιχειρήσεων (κερδών και μερισμάτων). «Θα προχωρήσουμε το 2020 στη μείωση του φόρο στις επιχειρήσεις από το 28% στο 24% για τα εισοδήματα του 2019», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ο ίδιος επιμένει ότι είναι απαραίτητο να υπάρξουν ελαφρύνσεις στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά λέγοντας ότι «θα τις εφαρμόσουμε το συντομότερο δυνατό, συνεχίζοντας το 2020 αυτό που ξεκινήσαμε, αφού μελετήσουμε τον δημοσιονομικό χώρο που θα υπάρξει τα επόμενα έτη.
Οι φορολογικές ελαφρύνσεις αφορούν, μεταξύ άλλων την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης και του τέλους επιτηδεύματος, τη μείωση των φορολογικών συντελεστών για φυσικά πρόσωπα και τη μείωση του ΦΠΑ».
Για το τρέχον έτος ο υπουργός υποστηρίζει ότι δεν θα υπάρχει δημοσιονομικό κενό, ενώ υπογραμμίζει ότι μετά τη μείωση του ΕΝΦΙΑ δεν υπάρχει χώρος για άλλες παρεμβάσεις.
Για τη δεύτερη δόση της μείωσης του ΕΝΦΙΑ το 2020, λέει χαρακτηριστικά ότι η δέσμευση της κυβέρνησης ισχύει στο ακέραιο και θα γίνει πράξη «το συντομότερο δυνατόν».
Εξάλλου, δηλώνει ότι μετράμε αντίστροφα για την οριστική άρση των κεφαλαιακών περιορισμών, ενώ σύντομα αναμένεται η κατάθεση ενός νέου, συνολικού φορολογικού νομοσχεδίου και άμεσα θα προχωρήσει η απλοποίηση του αδειοδοτικού και γραφειοκρατικού περιβάλλοντος για τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Δάνεια ΔΝΤ, έξοδος στις αγορές, επενδυτική βαθμίδα και ληξιπρόθεσμα
Σε ό,τι αφορά την πρόωρη αποπληρωμή του ακριβού δανείου του ΔΝΤ, του οποίου το υφιστάμενο ύψος σήμερα ανέρχεται σε περίπου 3 δισ. ευρώ, ο υπουργός Οικονομικών τονίζει ότι είναι στους άμεσους σχεδιασμούς του ελληνικού Δημοσίου, αναφέροντας πως «αυτή η πρωτοβουλία, που θα εδράζεται στην πιστή τήρηση των όρων, προϋποθέσεων και διαδικασιών που προβλέπονται από τις σχετικές αποφάσεις, υπηρετεί πολλούς στόχους»:
«τη σημαντική εξοικονόμηση που θα προκύψει από τη μείωση δαπανών τόκων του ελληνικού Δημοσίου, τη θετική απήχησή της στην επενδυτική κοινότητα, τη μείωση των κινδύνων αγοράς που ενυπάρχουν στα υφιστάμενα δάνεια του ΔΝΤ, αφού αυτά είναι κυρίως σε ξένο νόμισμα και με κυμαινόμενο επιτόκιο και τη συνέπεια και τη σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα, αφού η Ελλάδα θα προβεί σε ενέργεια αντίστοιχη αυτής άλλων χωρών που ήταν σε πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής».
Περαιτέρω, ο κ. Σταϊκούρας αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο για νέα έξοδο στις αγορές φέτος, παρά το γεγονός ότι έχει ολοκληρωθεί το δανειακό πρόγραμμα του 2019.
Κληθείς να εκτιμήσει πότε θα φθάσει η Ελλάδα σε επενδυτική βαθμίδα, ο υπουργός απαντά: «θεωρώ ότι σταδιακά θα βελτιώνεται η εικόνα των οίκων αξιολόγησης για τη χώρα. Ήδη οι εκθέσεις τους καταγράφουν τις θετικές προοπτικές που δημιουργούνται με την ύπαρξη μιας σταθερής κυβέρνησης και την αποτύπωση ενός ολοκληρωμένου αναπτυξιακού σχεδίου. Εκτιμώ ότι, υπό ομαλές συνθήκες, η επιστροφή της χώρας σε επενδυτική βαθμίδα μπορεί να επιτευχθεί πριν από το τέλος του 2020".
Σχετικά με τα σχέδια για την εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, ο υπουργός αφού τονίζει ότι οι συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές υπερβαίνουν τα 2 δισ. ευρώ, σημειώνει ότι ήδη έχει ξεκινήσει η κατάρτιση νέου πλάνου αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών, σε συνεργασία με τις οικονομικές υπηρεσίες των συναρμόδιων υπουργείων.