Τράπεζες

Ψυχρός πόλεμος κυβέρνησης - Στουρνάρα για τα κόκκινα δάνεια


Συνθήκες «ψυχρού πολέμου» διαμορφώνονται στις σχέσεις της κυβέρνησης με το διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, καθώς επιβεβαιώνεται ότι όχι μόνο ο καθ' ύλην αρμόδιος υφυπουργός, Γιώργος Ζαββός, αλλά και ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, έχουν αποφασίσει να «μπει στο συρτάρι» το σχέδιο της ΤτΕ για τα «κόκκινα» δάνεια, το οποίο έχει διχάσει και τις συστημικές τράπεζες.

Το σχέδιο «Ηρακλής», για τιτλοποιήσεις με κρατικές εγγυήσεις, εγκρίθηκε πρόσφατα από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και φαίνεται ότι θα αποτελέσει, για το ορατό μέλλον, το «μοναδικό παιχνίδι στην πόλη», σε ό,τι αφορά τη συστημική αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Ως τώρα, ο υφυπουργός Οικονομικών, αρμόδιος για τις τράπεζες, Γιώργος Ζαββός, ήταν αυτός που είχε εκφράσει με αρκετή σαφήνεια την αντίθεση της κυβέρνησης στην υιοθέτηση του σχεδίου της Τράπεζας της Ελλάδος.

Αμέσως μετά την έγκριση του σχεδίου «Ηρακλής» και απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου για την τύχη του σχεδίου της ΤτΕ, ο κ. Ζαββός είχε «φωτογραφίσει» τις αδύναμίες που έχει αυτό το σχέδιο, υπογραμμίζοντας ότι οι λύσεις που θεωρούνται κατάλληλες θα πρέπει να πληρούν ορισμένους βασικούς κανόνες, που αφορούν την επίπτωση από την εφαρμογή τους στα κεφάλαια των τραπεζών, τη δημοσιονομική επίπτωση, το αν από την εφαρμογή τους μπορεί να ενεργοποιείται το bail in και αν θα διαμορφωθεί ένα προϊόν (σ.σ.: τιτλοποίηση) που θα είναι ελκυστικό για τη διεθνή επενδυτική κοινότητα.

Παρά τις δηλώσεις αυτές, ο Γιάννης Στουρνάρας επέμεινε ότι το δικό του σχέδιο δεν θα πρέπει να βγει από το τραπέζι. Όπως τόνισε, το σχέδιο «Ηρακλής» θα πρέπει να εξειδικευθεί μέσω του εφαρμοστικού νόμου και είναι ένα σημαντικό βήμα προς την ορθή κατεύθυνση αντιμετώπισης του προβλήματος. «Δεδομένου όμως του μεγέθους αυτού του προβλήματος, το βήμα αυτό δεν είναι αρκετό και πρέπει σε αμέσως επόμενο στάδιο να συμπληρωθεί και από άλλα, περισσότερο ολιστικά και συστημικά σχήματα, όπως αυτό που έχουν επεξεργαστεί οι υπηρεσίες της Τράπεζας της Ελλάδος», υπογράμμισε ο διοικητής της ΤτΕ.

Ο Σταϊκούρας πήρε θέση

Σε αυτή τη διελκυστίνδα, ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, που άρχισε τις τελευταίες εβδομάδες να παρακολουθεί πιο στενά το θέμα των τραπεζών, καθώς από τον τραπεζικό χώρο υπήρξαν παράπονα για ανεπαρκή ενημέρωση από τον Γ. Ζαββό, δεν έχει πάρει σαφή θέση. Όμως, η τελευταία του δημόσια τοποθέτηση, μέσω συνέντευξης στο Bloomberg που δημοσιοποιήθηκε ενόσω βρίσκεται στην Ουάσιγκτον για την ετήσια σύνοδο του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, ερμηνεύθηκε από τους τραπεζικούς κύκλους στην Αθήνα σαν «άδειασμα» του Γιάννη Στουρνάρα.

Μιλώντας για τις τράπεζες και τις προσπάθεις για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων, με στόχο να έχουν περιορισθεί κατά 50 δισ. ευρώ ως το τέλος του 2021, ο κ. Σταϊκούρας δήλωσε: «Είμαστε ανοικτοί και ήδη αναζητούμε άλλες ρεαλιστικές, καινοτομικές και αποτελεσματικές συστημικές λύσεις».

Με αυτή τη δήλωση, όπως εκτιμούν τραπεζικοί κύκλοι, ο υπουργός Οικονομικών ουσιαστικά συντάσσεται με τον Γ. Ζαββό, «γειώνοντας» το σχέδιο του Γ. Στουρνάρα. «Αν η κυβέρνηση θεωρούσε ότι μπορεί να “περπατήσει” το σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος, προφανώς δεν θα γινόταν λόγος για μια γενική αναζήτηση λύσεων, αλλά ο κ. Σταϊκούρας θα έκανε μια αναφορά στο σχέδιο της ΤτΕ. Προφανώς, δεν το θεωρεί αρκετά “ρεαλιστικό, καινοτομικό και αποτελεσματικό”», έλεγε τραπεζικό στέλεχος.

Τα δύο προβλήματα

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των στελεχών της τραπεζικής αγοράς, δύο είναι τα προβλήματα του σχεδίου Στουρνάρα, που είχαν κάνει και την προηγούμενη κυβέρνηση, αλλά και τη σημερινή να αποφεύγουν να το προωθήσουν επίσημα στις Βρυξέλλες:

  1. Το πρώτο αφορά την πιθανή δημοσιονομική επίπτωση: το Δημόσιο θα πρέπει με νόμο να αναλάβει την υποχρέωση ότι θα πληρώσει τις επιστροφές φόρων (αναβαλλόμμενες φορολογικές απαιτήσεις), οι οποίες θα μεταφερθούν από τις τράπεζες μαζί με «κόκκινα» δάνεια σε ένα όχημα ειδικού σκοπού, σύμφωνα με το σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος. Αυτό, πιθανότατα, θα πρέπει να εγγραφεί στον προϋπολογισμό, προκαλώντας σημαντική επιβάρυνση, ενώ δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να εγκριθεί από τη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού, καθώς υπάρχει έντονη «οσμή» κρατικής ενίσχυσης.
  2. Το δεύτερο πρόβλημα, που έχει διχάσει και τις τράπεζες, είναι η επίδραση της λύσης Στουρνάρα στην κεφαλαιακή επάρκεια, που θα φθάσει κατά μέσο όρο τις τρεις ποσοστιαίες μονάδες, σύμφωνα με υπολογισμούς της ΤτΕ, αλλά και οι τέσσερις τράπεζες θα εξακολουθήσουν να έχουν διψήφιους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας. Όμως, πίσω από αυτούς τους γενικούς υπολογισμούς, υπάρχουν και οι ειδικές περιπτώσεις. Δύο συστημικές τράπεζες, Εθνική και Πειραιώς, εξακολουθούν να έχουν ως βασικό μέτοχο το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το οποίο είναι υποχρεωμένο όχι απλώς να μην προσφέρει νέα κεφάλαια, αλλά να καταρτίσει χρονοδιάγραμμα για την πώληση της συμμετοχής του. Έτσι, αυτές οι τράπεζες, οι διοικήσεις των οποίων δεν βλέπουν θετικά το σχέδιο Στουρνάρα, θα βρεθούν σε δυσμενέστερη θέση, εάν χρειαστεί να προσφύγουν σε αύξηση κεφαλαίου για να υποστηρίξουν την εφαρμογή του σχεδίου Στουρνάρα. Η απάντηση της ΤτΕ σε αυτά τα επιχειρήματα είναι, σύμφωνα με πληροφορίες, ότι το σχέδιο δεν θα οδηγήσει στην ανάγκη αύξησης κεφαλαίου, αλλά μόνο σε μικρές ανάγκες, που μπορούν να καλυφθούν εύκολα με υβριδικούς τίτλους. Και, πάντως, θεωρούνται εντελώς υπερβολικά τα σενάρια για bail-in, στα οποία αναφέρθηκε ο Γ. Ζαββός.

Παρότι το σχέδιο Στουρνάρα φαίνεται ότι θα μείνει στο συρτάρι και θα αναζητηθούν άλλες λύσεις, συμπληρωματικές προς το σχέδιο «Ηρακλής», η υπόγεια αντιπαράθεση δεν φαίνεται ότι θα τελειώσει γρήγορα. Το σχέδιο «Ηρακλής» θα πρέπει να μετατραπεί σε ένα νόμο που θα επιτρέψει οριστικά στις τράπεζες να το αξιοποιήσουν πλήρως, ενώ θα πρέπει να δώσει την έγκρισή του και ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός της ΕΚΤ, ώστε οι εγγυήσεις που θα προσφέρει το Δημόσιο να υπολογισθούν χωρίς εκπτώσεις, λόγω της χαμηλής του πιστοληπτικής αξιολόγησης, ώστε να επιτραπεί τα δάνεια που θα τιτλοποιηθούν με κρατική εγγύηση να βγουν από τους τραπεζικούς ισολογισμούς (αποαναγνώριση). Υπάρχουν ακόμη, δηλαδή, αρκετά ανοικτά θέματα, που θα μπορούσαν να μειώσουν την επιτυχία του σχεδίου και να απαιτηθεί να εξετασθεί σε νέα βάση το σχέδιο Στουρνάρα.