Οικονομία

Ψυχρολουσία από το ΔΝΤ: «Όχι» σε νέες μειώσεις φόρων και εισφορών


Ψυχρολουσία στην κυβέρνηση επιφύλαξε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, παρότι σε γενικές γραμμές η νέα έκθεσή του για την ελληνική οικονομία είναι θετική. Το Ταμείο προειδοποιεί την κυβέρνηση να μην προχωρήσει σε νέες, μόνιμες μειώσεις φόρων και εισφορών, παρά μόνο εάν έχει φροντίσει ώστε τα πρόσθετα ελλείμματα που θα δημιουργηθούν να καλυφθούν από άλλες περικοπές, για παράδειγμα των συντάξεων.

Όπως εξήγησε ο επικεφαλής της αποστολής του Ταμείου στην Ελλάδα, Ντένις Μπότμαν, το ΔΝΤ είναι αντίθετο σε ελαφρύνσεις που θα δημιουργήσουν πρόσθετα ελλείμματα και θα μεταφέρουν τα βάρη στις επόμενες γενιές. Δύο είναι οι ελαφρύνσεις, στις οποίες έδωσε έμφαση ο Μπότμαν, σημειώνοντας ότι τις έχει προαναγγείλει ήδη ο πρωθυπουργός και θα πρέπει, κατά την εκτίμηση του Ταμείου, να αναστραφούν οι σχετικοί σχεδιασμοί: η μόνιμη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και η μονιμοποίηση της κατάργησης της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, με επέκτασή της και στον δημόσιο τομέα και στις συντάξεις.

Αν πρόκειται να προχωρήσει η κυβέρνηση σε μόνιμη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, τόνισε ο Μπότμαν, θυμίζοντας τις εποχές του «σκληρού» Πόουλ Τόμσεν, θα πρέπει να προχωρήσει και σε αντίστοιχη μείωση των παροχών (συντάξεων).

Πέρα από αυτές τις αρκετά αυστηρές παραινέσεις προς την κυβέρνηση, το Ταμείο εμφανίζεται γενικά αισιόδοξο στη νέα έκθεση με βάση το άρθρο IV του καταστατικού του ότι η Ελλάδα θα παραμείνει σε αναπτυξιακή τροχιά το 2022, παρά την επίδραση του πολέμου στην Ουκρανία, η οποία μεταφέρεται στην οικονομία κυρίως μέσα από το κόστος της ενέργειας, καθώς δεν υπάρχουν άλλες σημαντικές διασυνδέσεις με τη ρωσική οικονομία.

Πάντως, το ΔΝΤ κατεβάζει την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη φέτος από το 4,5% στο 3,5%, ενώ αναθεωρεί ανοδικά την πρόβλεψη για τον πληθωρισμό στο 4,5%. Όπως σημείωσε ο Μπότμαν, οι προβλέψεις αυτές έχουν υψηλό βαθμό αβεβαιότητας και μπορεί να αναθεωρηθούν καθοδικά οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη και ανοδικά για τον πληθωρισμό.

Για το τραπεζικό σύστημα, το Ταμείο σημειώνει τη μεγάλη πρόοδο που έχει γίνει για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, τονίζει όμως ότι τα κόκκινα δάνεια που έχουν φύγει από τους τραπεζικούς ισολογισμούς θα πρέπει τώρα να αντιμετωπιστούν με ουσιαστικό τρόπο για να πάψουν να επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.

Τα βασικά συμπεράσματα από την έκθεση του ΔΝΤ

  1. Η ελληνική οικονομία ανέκαμψε έντονα από τη σοβαρή ύφεση που προκλήθηκε από τον COVID-19 το 2020. Η παραγωγή επέστρεψε στο προ πανδημίας επίπεδό της το 2021, αντανακλώντας την ταχύτερη από την αναμενόμενη ανάκαμψη του τουρισμού, την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης καθώς τα νοικοκυριά άρχισαν να μειώνουν τις αποταμιεύσεις που σχετίζονται με την πανδημία και τις ισχυρές ιδιωτικές επενδύσεις που υποστηρίζονται από την αύξηση των άμεσων ξένων επενδύσεων. Η ισχυρή δημοσιονομική αντίδραση, η διευκολυντική νομισματική πολιτική, οι πολιτικές προληπτικής εποπτείας και η σημαντική στήριξη της ΕΕ ήταν καίριας σημασίας για την προώθηση της ανάκαμψης.
  2. Έχει επιτευχθεί αξιέπαινη πρόοδος όσον αφορά την αντιμετώπιση των κληροδοτημάτων της κρίσης παρά το δύσκολο περιβάλλον. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) έχουν μειωθεί απότομα στο πλαίσιο του προγράμματος «Ηρακλής» και η ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος έχει βελτιωθεί σημαντικά. Η ανεργία μειώνεται σταθερά. Οι μεταρρυθμίσεις προχώρησαν σε αρκετούς τομείς, συμπεριλαμβανομένης της ψηφιοποίησης, των ιδιωτικοποιήσεων και της βελτίωσης του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής. Οι αρχές οριστικοποιούν την πρόωρη πληρωμή όλων των εκκρεμών πιστώσεων του ΔΝΤ (1,8 δισ. ευρώ), γεγονός που θα μειώσει περαιτέρω τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες και τους κινδύνους ανατροπής.
  3. Η ανάπτυξη αναμένεται να παραμείνει ισχυρή παρά τις δυσμενείς επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία και τον υψηλό πληθωρισμό. Παρά τις μεγάλες εισαγωγές ενέργειας από τη Ρωσία, άλλες άμεσες εμπορικές και οικονομικές διασυνδέσεις με τη Ρωσία και την Ουκρανία είναι περιορισμένες. Οι έμμεσες επιπτώσεις μέσω δευτερογενών επιπτώσεων από τους εμπορικούς εταίρους και ο αντίκτυπος του υψηλότερου πληθωρισμού στο διαθέσιμο εισόδημα και την κατανάλωση είναι πιο σημαντικές. Επιπλέον, η αυξημένη αποστροφή κινδύνου και η ασθενέστερη εμπιστοσύνη των καταναλωτών αναμένεται να καθυστερήσουν τις επενδύσεις και να μειώσουν την ανάκαμψη του τουρισμού. Όλοι μαζί, αυτοί οι παράγοντες αναμένεται να μειώσουν την ανάπτυξη αυτό το έτος κατά μια πλήρη ποσοστιαία μονάδα στο 3,5%. Η ισχυρότερη και πιο επίμονη αύξηση των τιμών της ενέργειας αναμένεται να ωθήσει τον μέσο πληθωρισμό στο 4,5% το 2022, προτού υποχωρήσει στο 1,9% μεσοπρόθεσμα.
  4. Οι αβεβαιότητες και οι καθοδικοί κίνδυνοι εξακολουθούν να θολώνουν τις προοπτικές. Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μπορούσε να προκαλέσει ενεργειακές ελλείψεις και να προσθέσει ισχυρότερες από τις αναμενόμενες πιέσεις στον εγχώριο πληθωρισμό, τον τουρισμό και την αποστροφή κινδύνου και να προκαλέσει ταχύτερη σύσφιξη των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών συνθηκών. Άλλοι κίνδυνοι περιλαμβάνουν νέα κύματα λοιμώξεων COVID-19 που προκαλούν οικονομικές διαταραχές και κινδύνους αύξησης των δαπανών για επιδοτήσεις των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ενώ η συνεχιζόμενη υποστηρικτική στάση της ΕΚΤ αποτελεί ελαφρυντικό παράγοντα, οι πιέσεις στις δαπάνες και οι μη χρηματοδοτούμενες φορολογικές περικοπές θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τη μεσοπρόθεσμη πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής, να προκαλέσουν αύξηση του δημόσιου χρέους και των spread δανεισμού.
  5. Το δημόσιο χρέος αναμένεται να μειωθεί και οι κίνδυνοι ανατροπής φαίνονται διαχειρίσιμοι μεσοπρόθεσμα. Ο δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί κάτω από τα προ πανδημίας επίπεδα έως το 2023, αντανακλώντας την ισχυρή ανάπτυξη, τη δημοσιονομική προσαρμογή και τον υψηλότερο πληθωρισμό εν μέσω του πολύ μεγάλου μεριδίου χρέους με σταθερά επιτόκια και μεγάλη διάρκεια. Αν και ο συνολικός κίνδυνος δημοσιονομικής πίεσης είναι μέτριος, εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα σχετικά με την ικανότητα της Ελλάδας να διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και τη μελλοντική πορεία των επιτοκίων, μόλις η Ελλάδα αρχίσει να αντικαθιστά την επίσημη χρηματοδότηση με τη χρηματοδότηση της αγοράς. Παρά το μεγάλο ταμειακό απόθεμα ασφαλείας της κυβέρνησης και την ενεργητική διαχείριση του χρέους, η ικανότητα της Ελλάδας να εξυπηρετήσει το χρέος της υπό σοβαρό σοκ εξαρτάται από τη συνέχιση της στήριξης από την ευρωζώνη.
  6. Η αποστολή συνέστησε τη διατήρηση μιας διευκολυντικής δημοσιονομικής κατεύθυνσης το 2022 και την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος το 2023. Η αποστολή υποστήριξε τη σταδιακή κατάργηση όλων των προσωρινών μέτρων που σχετίζονται με την πανδημία μέχρι το τέλος του 2022. Πρότεινε τη στόχευση ενός πρωτογενούς ελλείμματος κάτω από το 2% του ΑΕΠ αυτό το έτος, το οποίο συνεπάγεται διευκολυντική υποκείμενη δημοσιονομική στάση. Η στάση αυτή είναι κατάλληλη, δεδομένου του αρνητικού παραγωγικού κενού, καθώς η μετάβαση από τη δημόσια στήριξη στην ιδιωτική δραστηριότητα παραμένει ελλιπής. Η αποστολή συνέστησε στην κυβέρνηση να στοχεύσει σε πρωτογενές πλεόνασμα το 2023, ενώ παράλληλα θα διαχωρίσει τους καθοδικούς κινδύνους μέσω αυτόματων σταθεροποιητών. Τα μέτρα στήριξης για τις υψηλές τιμές της ενέργειας θα πρέπει να είναι προσωρινά και να απευθύνονται σε ευάλωτες ομάδες, επιτρέποντας παράλληλα τη σταδιακή μεταφορά υψηλότερων τιμών στους καταναλωτές. Θα πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προτεραιότητα στο δοκιμασμένο καθεστώς εγγυημένου ελάχιστου εισοδήματος και στην αύξηση των επιπέδων παροχών του τουλάχιστον σύμφωνα με τον πληθωρισμό, ώστε να καταστεί το δίχτυ ασφαλείας αποτελεσματικότερο έναντι κλυδωνισμών όπως η συνεχιζόμενη ενεργειακή κρίση.
  7. Η δημοσιονομική προσαρμογή θα πρέπει να είναι σταδιακή και φιλική προς την ανάπτυξη. Η αποστολή συνέστησε μια σταδιακή πορεία εξυγίανσης για την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 2% του ΑΕΠ έως το 2027, με τη στήριξή του με αξιόπιστα μέτρα. Τα σχέδια για μόνιμες περικοπές των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και του φόρου αλληλεγγύης για όλους τους φορολογούμενους θα πρέπει να αντιστραφούν, καθώς μεταθέτουν το βάρος στις μελλοντικές γενιές και δεν είναι επαρκώς στοχευμένα ούτε χρηματοδοτούνται πλήρως μέσω προσαρμογών των παροχών αντίστοιχα. Η αποστολή χαιρέτισε τις βελτιώσεις στο δημοσιονομικό μείγμα που επιτεύχθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ιδίως τις υψηλότερες δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης και τις δημόσιες επενδύσεις, και τόνισε ότι τα κέρδη αυτά δεν πρέπει να θυσιαστούν για την επίτευξη των στόχων εξυγίανσης. Αντίθετα, οι πιέσεις στις συντάξεις και τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων θα πρέπει να περιοριστούν, με σεβασμό στο πάγωμα των συντάξεων φέτος και σε αυξήσεις με βάση τον τύπο τιμαριθμική αναπροσαρμογής από το επόμενο έτος και μετά. Εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά περιθώρια για περαιτέρω βελτίωση του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής μέσω της σταδιακής κατάργησης των μεταβιβάσεων προς τις δημόσιες επιχειρήσεις και των επιδοτήσεων καυσίμων μεσοπρόθεσμα και της αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής από τους αυτοαπασχολούμενους, με σκοπό να υπάρξει περιθώριο για κρίσιμες κοινωνικές δαπάνες και επαναλαμβανόμενες επενδυτικές ανάγκες μόλις λήξει η χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης. Η επιτάχυνση των δημοσιονομικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα διευκόλυνε αυτές τις προσπάθειες.
  8. Η αποστολή χαιρέτισε την ταχεία εξυγίανση των ισολογισμών των μεγάλων τραπεζών, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις. Μετά την επιτυχή τιτλοποίηση ΜΕΔ, οι κίνδυνοι έχουν σε μεγάλο βαθμό μεταφερθεί στον μη τραπεζικό χρηματοπιστωτικό τομέα και σε μικρότερο βαθμό στο κράτος. Ωστόσο, η πρόοδος στην εξυγίανση των ΜΕΔ παρέμεινε περιορισμένη. Η περαιτέρω μείωση του επισφαλούς χρέους και των ΜΕΔ θα πρέπει να προέλθει από την εφαρμογή του νέου πτωχευτικό νόμου, τη βελτίωση των πλαισίων διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου των τραπεζών και την ανάπτυξη βιώσιμων μακροπρόθεσμων αναδιαρθρώσεων. Οι αρχές θα πρέπει να παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τους κινδύνους που απορρέουν από νέες εισροές ΜΕΔ μόλις αποσυρθούν πλήρως τα μέτρα πολιτικής, να διασφαλίσουν επαρκή ταξινόμηση και σχηματισμό προβλέψεων και να εποπτεύουν τους κινδύνους που προκύπτουν από τους φορείς διαχείρισης πιστώσεων που δραστηριοποιούνται στην αγορά προβληματικού χρέους.
  9. Απαιτούνται περισσότερες προσπάθειες για την αποκατάσταση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού τομέα. Τα κεφάλαια που χρησιμοποιούνται για την απορρόφηση ζημιών από τιτλοποιήσεις ΜΕΔ πρέπει να αυξηθούν για να διασφαλιστούν επαρκή αποθέματα ασφαλείας για τον μετριασμό των μελλοντικών κλυδωνισμών. Βραχυπρόθεσμα, αυτό μπορεί να απαιτήσει αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου και ισχυρότερα διαρθρωτικά κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας. Οι αρχές θα πρέπει να καταρτίσουν χάρτη πορείας βάσει όρων για την ενεργοποίηση κυκλικών κεφαλαιακών αποθεμάτων ασφαλείας και μέτρων με μεσοπρόθεσμη στόχευση. Οι αρχές θα πρέπει να συνεργαστούν με τους Ευρωπαίους εταίρους για την αντιμετώπιση του υψηλού μεριδίου των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs) στα τραπεζικά κεφάλαια. Οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι τράπεζες προσαρμόζουν αποτελεσματικά τα επιχειρηματικά τους μοντέλα για την αποκατάσταση της βιώσιμης κερδοφορίας εν μέσω αυξημένου ανταγωνισμού από εταιρείες fintech και χρηματοοικονομικών κινδύνων που σχετίζονται με το κλίμα και ότι οι τράπεζες ανταποκρίνονται στις σημαντικές ανάγκες χρηματοδότησής τους μεσοπρόθεσμα.
  10. Προηγούμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις βοήθησαν την Ελλάδα να αντιμετωπίσει την κρίση του COVID-19 και διευκόλυναν την ανάκαμψη με αύξηση των θέσεων εργασίας. Οι ανθεκτικές εξαγωγές αγαθών έχουν μετριάσει το σκληρό πλήγμα στον τουριστικό τομέα και η εξωτερική θέση της Ελλάδας ανέκαμψε το 2021, αλλά παρέμεινε μέτρια ασθενέστερη από ένα επίπεδο σύμφωνο με τα μεσοπρόθεσμα θεμελιώδη και το επιθυμητό από τους φορείς άσκησης οικονομικής πολιτικής. Η αποστολή ενθάρρυνε τις αρχές να επιδιώξουν συνετή αύξηση του κατώτατου μισθού, η οποία θα διαφυλάσσει την αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας των αρχών προσφέρει ένα καλό μεταρρυθμιστικό σχέδιο, αλλά η εφαρμογή θα είναι καίριας σημασίας για τον εκσυγχρονισμό του ΟΑΕΔ, την ενίσχυση των ψηφιακών δεξιοτήτων και την ευθυγράμμιση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Η αύξηση των προοπτικών σύγκλισης απαιτεί αποτελεσματικότερη διαχείριση των δημόσιων επενδύσεων, χρηστή διακυβέρνηση, διαφάνεια και ένα πιο φιλικό προς τις επιχειρήσεις περιβάλλον. Η αποστολή κάλεσε τις αρχές να προστατεύσουν την ανεξαρτησία και την αξιοπιστία της στατιστικής υπηρεσίας και του προσωπικού της, κάνοντας κάθε δυνατή προσπάθεια για να τηρήσουν τη «Δέσμευση για Εμπιστοσύνη στη Στατιστική» που εγκρίθηκε από την κυβέρνηση το 2012.
  11. Η αποστολή επαίνεσε τη δέσμευση της Ελλάδας σε φιλικές προς το κλίμα πολιτικές, οι οποίες απαιτούν ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας για τη διευκόλυνση της πράσινης μετάβασης. Το σχέδιο νόμου για το κλίμα θέτει φιλόδοξους στόχους που υποστηρίζονται από σημαντική ενίσχυση των πράσινων επενδύσεων, οι οποίοι χρηματοδοτούνται εν μέρει από πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Δεδομένου ότι οι πολιτικές για την κλιματική αλλαγή και το κλίμα θα επηρέαζαν δυσανάλογα τις ευάλωτες ομάδες, η αποστολή θεωρεί ότι ένα ισχυρό δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας είναι κρίσιμο μέρος της στρατηγικής προσαρμογής. Η θέσπιση ενός νέου φόρου άνθρακα και η σταδιακή ενίσχυσή του με την πάροδο του χρόνου θα μπορούσαν επίσης να θεωρηθούν ότι χρηματοδοτούν στοχευμένες μεταβιβάσεις και πράσινες επενδύσεις.