Ενέργεια

Πόσο θα μας κοστίσει αν η Ρωσία κλείσει τη στρόφιγγα του αερίου – Εκτιμήσεις ΔΝΤ


Στην «κόκκινη» ζώνη της εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο βρίσκεται η Ελλάδα, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι θα βρεθεί ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης που θα έχουν τη βαρύτερη οικονομική επίδραση, εάν κλείσουν οι Ρώσοι, όπως αναμένεται, τη στρόφιγγα του φυσικού αερίου. Αντίθετα, οι απώλειες για την ελληνική οικονομία, σε όρους ΑΕΠ, θα είναι από τις μικρότερες στην Ευρώπη, σε αντίθεση με άλλες χώρες που θα χάσουν ακόμη και 6% του ΑΕΠ τους.

Καθώς πλησιάζει η ώρα της αλήθειας για την πιθανή διακοπή της ροής αερίου από τον αγωγό Nord Stream στη Γερμανία, το ΔΝΤ έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα τρεις μελέτες για τις επιπτώσεις από το ιδιότυπο, ρωσικό ενεργειακό «εμπάργκο» στις οικονομίες της Ευρώπης. Για την Ελλάδα, τα βασικά συμπεράσματα είναι δύο:

  • Η χώρα είναι από τις πλέον εξαρτημένες από το ρωσικό φυσικό αέριο. Όπως φαίνεται στο γράφημα, βρίσκεται στην «κόκκινη» ζώνη υψηλής εξάρτησης, αν και υπάρχουν άλλες χώρες που παρουσιάζονται στον χάρτη του ΔΝΤ με εντονότερο κόκκινο χρώμα, δηλαδή με υψηλότερο βαθμό εξάρτησης. Η Ιταλία και η Γερμανία, από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές οικονομίες της Ευρώπης, έχουν μεγαλύτερο βαθμό εξάρτησης από την Ελλάδα και η Ουγγαρία είναι η πλέον εξαρτημένη από τη Ρωσία, με βάση το ποσοστό συμμετοχής του ρωσικού αερίου στη συνολική ενεργειακή κατανάλωση.

  • Η Ελλάδα, όμως, στο σενάριο της πλήρους διακοπής των ροών φυσικού αερίου από τη Ρωσία, φαίνεται ότι είναι από τις οικονομίες που θα δείξουν τη μεγαλύτερη ανθεκτικότητα. Στα δύο σενάρια που εξετάζει το ΔΝΤ για τον τρόπο λειτουργίας της αγοράς φυσικού αερίου, δηλαδή με ολοκληρωμένο τρόπο ή με κατακερματισμό, η αρνητική επίδραση στο ΑΕΠ θα ξεπεράσει ελάχιστα το 1%, στη χειρότερη περίπτωση. Αντίθετα, Ουγγαρία, Σλοβακία, Τσεχία, Ιταλία και Γερμανία θα είναι οι πέντε χώρες με «κούρεμα» του ΑΕΠ μεγαλύτερο από τον ευρωπαϊκό μέσο, το οποίο θα φθάσει και το 6% στην περίπτωση της Ουγγαρίας.

Η σχετική ανθεκτικότητα της Ελλάδας σε μια παρόξυνση της ενεργειακής κρίσης είναι αποτέλεσμα κυρίως δύο παραγόντων: η χώρα δεν έχει ιδιαίτερα ανεπτυγμένο βιομηχανικό τομέα, ώστε αυτός να επηρεασθεί από τη διακοπή του φυσικού αερίου και να προκληθεί «καθίζηση» του ΑΕΠ. Επιπλέον, η καλή γεωγραφική θέση της χώρας, που της δίνει ευκολότερη πρόσβαση στο υγροποιημένο φυσικό αέριο, χάρη και στις αρκετά ανεπτυγμένες, ήδη, σχετικές υποδομές, αποτελεί μια πρόσθετη «ασπίδα» έναντι του ρωσικού «εμπάργκο».

Τα σενάρια του ΔΝΤ για την ενεργειακή κρίση και τις επιπτώσεις της

Όπως σημειώνει το Ταμείο, η μερική διακοπή των παραδόσεων φυσικού αερίου επηρεάζει ήδη την ευρωπαϊκή ανάπτυξη και η πλήρης διακοπή λειτουργίας θα μπορούσε να είναι σημαντικά πιο σοβαρή.

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει σκοτεινιάσει περαιτέρω τις προοπτικές της παγκόσμιας ανάπτυξης, με την ευρωπαϊκή οικονομία να αντιμετωπίζει σοβαρή οπισθοδρόμηση δεδομένου του εμπορίου, των επενδύσεων και των οικονομικών δεσμών με τις εμπόλεμες χώρες. Τώρα, η Ευρώπη υφίσταται μια μερική διακοπή των εξαγωγών φυσικού αερίου από τη Ρωσία, τον μεγαλύτερο προμηθευτή ενέργειας.

Η προοπτική μιας άνευ προηγουμένου ολικής διακοπής τροφοδοτεί την ανησυχία για ελλείψεις φυσικού αερίου, ακόμη υψηλότερες τιμές και οικονομικές επιπτώσεις. Ενώ οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής κινούνται γρήγορα, δεν έχουν ένα σχέδιο για τη διαχείριση και την ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων.

Σε ορισμένες από τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης που πλήττονται περισσότερο -Ουγγαρία, Σλοβακία και Τσεχία- υπάρχει κίνδυνος ελλείψεων έως και 40% της κατανάλωσης φυσικού αερίου και μείωσης του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος έως και 6%.

Οι επιπτώσεις, ωστόσο, θα μπορούσαν να μετριαστούν με την εξασφάλιση εναλλακτικών προμηθειών και πηγών ενέργειας, την άμβλυνση των σημείων συμφόρησης στις υποδομές, την ενθάρρυνση της εξοικονόμησης ενέργειας με παράλληλη προστασία των ευάλωτων νοικοκυριών και την επέκταση των συμφωνιών αλληλεγγύης για την κατανομή του φυσικού αερίου σε όλες τις χώρες.

Η εξάρτηση από τη Ρωσία για το φυσικό αέριο και άλλες πηγές ενέργειας ποικίλλει σημαντικά ανά χώρα. Οι ευρωπαϊκές υποδομές και η παγκόσμια προσφορά έχουν αντιμετωπίσει, μέχρι στιγμής, μια μείωση κατά 60% στις παραδόσεις ρωσικού φυσικού αερίου από τον Ιούνιο του 2021. Η συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου το πρώτο τρίμηνο μειώθηκε κατά 9% από ένα χρόνο νωρίτερα και αξιοποιούνται οι εναλλακτικές προμήθειες, ειδικά το LNG από την παγκόσμια αγορά.

Μια μείωση έως και 70% του ρωσικού φυσικού αερίου θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί βραχυπρόθεσμα με την πρόσβαση σε εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού και πηγές ενέργειας και δεδομένης της δεδομένης της μείωσης στη ζήτηση που θα έχουν προκαλέσει ήδη οι υψηλές τιμές.

Αυτό εξηγεί γιατί ορισμένες χώρες κατάφεραν να σταματήσουν μονομερώς τις ρωσικές εισαγωγές. Ωστόσο, η διαφοροποίηση θα ήταν πολύ πιο δύσκολη σε μια ολική διακοπή τροφοδοσίας. Τα σημεία συμφόρησης θα μπορούσαν να μειώσουν την ικανότητα επαναδρομολόγησης του φυσικού αερίου εντός της Ευρώπης λόγω ανεπαρκούς ικανότητας εισαγωγής ή περιορισμών μεταφοράς. Αυτοί οι παράγοντες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ελλείψεις 15% έως 40% της ετήσιας κατανάλωσης σε ορισμένες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.

Ο οικονομικός αντίκτυπος

Μετράμε τις επιπτώσεις με δύο τρόπους, σημειώνει το Ταμείο. Ο ένας είναι μια προσέγγιση ολοκληρωμένης αγοράς που υποθέτει ότι το φυσικό αέριο μπορεί να φτάσει εκεί που χρειάζεται και οι τιμές προσαρμόζονται. Μια άλλη είναι μια προσέγγιση κατακερματισμένης αγοράς, δηλαδή όταν το φυσικό αέριο δεν μπορεί να πάει όπου χρειάζεται, ανεξάρτητα από το πόσο αυξάνονται οι τιμές.

Με βάση την προσέγγισης της ολοκληρωμένης αγοράς -καθώς η αγορά παραμένει έτσι-, εκτιμήθηκε ότι το πρώτο εξάμηνο του 2022 η οικονομική δραστηριότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μειώθηκε κατά 0,2%.

Όμως, στο σενάριο πλήρους διακοπής του ρωσικού φυσικού αερίου από τα μέσα Ιουλίου, οι επιπτώσεις θα είναι πολύ μεγαλύτερες. Εάν οι αγορές της ΕΕ παραμείνουν ολοκληρωμένες τόσο στο εσωτερικό όσο και στον υπόλοιπο κόσμο, η παγκόσμια αγορά LNG θα συμβάλει στην αντιστάθμιση των οικονομικών επιπτώσεων. Αν υποθέσουμε ότι δεν υπάρχει στήριξη από το LNG, ο αντίκτυπος μεγεθύνεται: οι τιμές εκτινάσσονται και οδηγούν σε συμπίεση της κατανάλωσης στην ΕΕ.

Εάν οι φυσικοί περιορισμοί εμποδίζουν τις ροές φυσικού αερίου, ο αρνητικός αντίκτυπος στην παραγωγή θα ήταν ιδιαίτερα σημαντικός, έως και 6% για ορισμένες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης όπου η ένταση της ρωσικής χρήσης φυσικού αερίου είναι υψηλή και οι εναλλακτικές προμήθειες είναι σπάνιες, ιδίως η Ουγγαρία, η Σλοβακική Δημοκρατία και η Τσεχική Δημοκρατία. Η Ιταλία θα αντιμετωπίσει επίσης σημαντικές επιπτώσεις λόγω της μεγάλης εξάρτησής της από το φυσικό αέριο κατά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

Οι επιπτώσεις στην Αυστρία και τη Γερμανία θα είναι λιγότερο σοβαρές αλλά εξακολουθούν να είναι σημαντικές, ανάλογα με τη διαθεσιμότητα εναλλακτικών πηγών και την ικανότητα μείωσης της κατανάλωσης φυσικού αερίου των νοικοκυριών. Οι οικονομικές επιπτώσεις θα είναι μέτριες, ενδεχομένως κάτω από 1 τοις εκατό, για άλλες χώρες με επαρκή πρόσβαση στις διεθνείς αγορές LNG.

Η έκθεση της Γερμανίας

Σκάψαμε βαθύτερα, αναφέρει το Ταμείο, για να κατανοήσουμε τις γερμανικές προοπτικές και τις επιλογές πολιτικής σε περίπτωση πλήρους διακοπής. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, οι δίαυλοι αβεβαιότητας θα αυξήσουν σημαντικά τις οικονομικές επιπτώσεις από την πλήρη διακοπή λειτουργίας. Οι επιπτώσεις θα κορυφωθούν το επόμενο έτος και στη συνέχεια θα εξασθενήσουν καθώς καθίστανται διαθέσιμες εναλλακτικές προμήθειες φυσικού αερίου.

Η αύξηση των τιμών χονδρικής του φυσικού αερίου θα μπορούσε επίσης να αυξήσει σημαντικά τον πληθωρισμό. Οι προσομοιώσεις καταδεικνύουν ότι η εθελοντική εξοικονόμηση από πλευράς καταναλωτών θα μπορούσε να μειώσει τις οικονομικές απώλειες κατά το ένα τρίτο, ενώ ένα καλό σχέδιο διανομής, το οποίο, για παράδειγμα, επιτρέπει στις βιομηχανίες έντασης φυσικού αερίου να επωμιστούν μεγαλύτερο μέρος των ελλείψεων, θα μπορούσε να τις μειώσει έως και κατά τα τρία πέμπτα.

Διευκόλυνση της κατανάλωσης

Οι χώρες που ήδη ενθαρρύνουν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις να εξοικονομήσουν ενέργεια περιλαμβάνουν την Ιταλία, όπου η κυβέρνηση επιβάλλει ελάχιστα και μέγιστα επίπεδα θέρμανσης και ψύξης. Το REPowerEU, το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, περιλαμβάνει επίσης μέτρα για τη διατήρηση της ενέργειας και τη μείωση της εξάρτησης από τα ρωσικά καύσιμα.

Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει ένα χάσμα μεταξύ φιλοδοξίας και πραγματικότητας. Επικείμενη έρευνα του ΔΝΤ δείχνει ότι πολλές χώρες (σ.σ.: μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα) έχουν επιλέξει πολιτικές που περιορίζουν σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο οι τιμές χονδρικής μετακυλίονται στους καταναλωτές. Μια καλύτερη εναλλακτική λύση θα ήταν να επιτραπεί μεγαλύτερη μετακύλιση των τιμών στην κατανάλωση για να δοθούν κίνητρα για εξοικονόμηση, με την παράλληλη παροχή στοχευμένης επιδότησης σε νοικοκυριά που δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά υψηλότερες τιμές.

Αντιμετώπιση των προκλήσεων

Η έρευνά μας δείχνει ότι οι οικονομικές επιπτώσεις από μια διακοπή του ρωσικού φυσικού αερίου μπορούν να μετριαστούν εν μέρει, τονίζει το Ταμείο. Πέρα από τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί, η περαιτέρω δράση θα πρέπει να επικεντρωθεί στον μετριασμό των κινδύνων και στην ετοιμότητα για την αντιμετώπιση κρίσεων.

Οι κυβερνήσεις πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειες για την εξασφάλιση προμηθειών από τις παγκόσμιες αγορές LNG και τις εναλλακτικές πηγές, να συνεχίσουν να μετριάζουν τα σημεία συμφόρησης των υποδομών για την εισαγωγή και διανομή φυσικού αερίου, να σχεδιάσουν τον επιμερισμό των προμηθειών σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης σε ολόκληρη την ΕΕ, να ενεργήσουν αποφασιστικά για να ενθαρρύνουν την εξοικονόμηση ενέργειας προστατεύοντας παράλληλα τα ευάλωτα νοικοκυριά και να προετοιμάσουν προγράμματα έξυπνης διανομής φυσικού αερίου.

Αυτή είναι μια στιγμή για την Ευρώπη να αξιοποιήσει την αποφασιστική δράση και την αλληλεγγύη που επέδειξε κατά τη διάρκεια της πανδημίας για να αντιμετωπίσει τη δύσκολη στιγμή που αντιμετωπίζει σήμερα, υπογραμμίζει το ΔΝΤ.