Οικονομία

Πόσο κουρεύονται τα χρέη με τον Εξωδικαστικό Μηχανισμό


Όχι ευκαταφρόνητα ποσοστά κουρέματος των χρεών τους στο Δημόσιο και τις τράπεζες εξασφαλίζουν μέχρι τώρα όσοι τυχεροί έχουν καταφέρει να ολοκληρώσουν τη διαδικασία ρύθμισης μέσω του Εξωδικαστικού Μηχανισμού. Ωστόσο, οι ενδιαφερόμενοι φθάνουν με μεγάλη δυσκολία στο τέλος της σχετικής διαδικασίας, όχι μόνο λόγω γραφειοκρατικών δυσκολιών, αλλά και επειδή οι τράπεζες παραμένουν αργές και διστακτικές στην έγκριση των αιτήσεων.

Τα στοιχεία που παρουσίασε σήμερα, μιλώντας σε εκδήλωση του Economist ο Τάσος Πανούσης, πρόεδρος της Ένωσης Εταιρειών Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΕΔΑΔΠ) και διευθύνων σύμβουλος της doValue Greece, δείχνουν ότι τα μέσα ποσοστά διαγραφής οφειλών στο Δημόσιο και στις τράπεζες είναι αρκετά υψηλά. Ειδικότερα, 

  • Σε ό,τι αφορά τα χρέη στο Δημόσιο, το ποσοστό διαγραφής είναι ως τώρα, κατά μέσο όρο, περίπου 20%. Πρόκειται για ένα κούρεμα που θα ήταν αδύνατο να εξασφαλίσει ένας φορολογούμενος με άλλη διαδικασία.
  • Για τα χρέη προς τους χρηματοδοτικούς φορείς, που αποτελούν και τον κύριο όγκο των χρεών που ρυθμίζονται με τον Εξωδικαστικό Μηχανισμό (ποσοστό σχεδόν 80%), το ποσοστό της διαγραφής διαμορφώνεται, κατά μέσο όρο, στο 32%.

Ειδικότερα, όπως ανέφερε ο κ. Πανούσης:

  • «Αναφορικά με την πορεία του εξωδικαστικού συμβιβασμού που προβλέπει ο νέος πτωχευτικός κώδικας κινούμαστε στη σωστή κατεύθυνση, με βελτιούμενους αλλά όχι ακόμη ικανοποιητικούς ρυθμούς. Οι εταιρίες διαχείρισης υποστηρίξαμε από την αρχή έως το τέλος τη θέσπιση του πλαισίου για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό.
  • Με τη λειτουργία της σχετικής πλατφόρμας τα πράγματα έχουν μπει σε τροχιά. Ενδεικτικά να σας πω ότι έχουν εγκριθεί από Δημόσιο & Πιστωτές αιτήματα ύψους περίπου 900 εκατ. με μέσο ύψος διαγραφής περίπου 20% για οφειλές στο Δημόσιο και 32% για οφειλές σε χρηματοδοτικούς φορείς. Επίσης, έχουν λυθεί και τα τεχνικά προβλήματα, αναμενόμενα σε κάθε νέο μηχανισμό.
  • Ο εξωδικαστικός δεν είναι πανάκεια. Έχουμε ένα γιγαντιαίο πρόβλημα, το πρόβλημα του ιδιωτικού χρέους που μετακινήθηκε από τις τράπεζες, αλλά παραμένει στην οικονομία, και πρέπει να εξαντλήσουμε κάθε όπλο στη φαρέτρα μας για την αντιμετώπισή του, είπε επίσης».

Πάντως, το ύψος των χρεών που έχουν οριστικά ρυθμισθεί με τον Εξωδικαστικό, δηλαδή με έγκριση των αιτημάτων από Δημόσιο και τράπεζες, δεν ξεπερνά το 1 δισ. ευρώ (900 εκατ., σύμφωνα με τον κ. Πανούση) και παραμένει απογοητευτικά χαμηλό, κατώτερο των προσδοκιών που είχε καλλιεργήσει το υπουργείο Οικονομικών. Είναι χαρακτηριστικό ότι, τον Ιούλιο, ο Χρ. Σταϊκούρας είχε αναφέρει ότι οι ολοκληρωμένες ρυθμίσεις τους επόμενους δύο - τρεις μήνες θα έπρεπε να φθάσουν στο 1,5 δισ  ευρώ.

Ο υπουργός Οικονομικών απηύθυνε και σήμερα μια γενική έκκληση σε τράπεζες και servicers να αυξήσουν ταχύτητες σε ό,τι αφορά στη διαχείριση του ιδιωτικού χρέους. Τον Ιούλιο, είχε ασκήσει ασκήσει αυστηρή κριτική στις τράπεζες και τις είχε καλέσει να εγκρίνουν περισσότερα αιτήματα για ρυθμίσεις, σημειώνοντας ότι τα ποσοστά έγκρισης ήταν μόλις 46%.

Το 46% στα ποσοστά έγκρισης ρυθμίσεων, όπως είχε τονίσει ο κ. Σταϊκούρας, «μας ανησυχεί, με δεδομένο ότι ο αλγόριθμος –και επομένως οι ρυθμίσεις που αυτόματα βγάζει– ήταν αποτέλεσμα συνεννόησης της πολιτείας με τους πιστωτές, χτίζοντας στα βέλτιστα διεθνή πρότυπα. Παράλληλα, και οι οφειλέτες απορρίπτουν μεγάλο ποσοστό προτάσεων ρύθμισης οφειλών, ενώ παρουσιάζουν και καθυστέρηση στις διαδικασίες ολοκλήρωσης των αιτήσεών τους».

«Εμείς, ως Πολιτεία, αναλαμβάνουμε συνεχείς δράσεις για την αναβάθμιση των υπηρεσιών που προσφέρει ο εξωδικαστικός μηχανισμός», είχε τονίσει ο κ. Σταϊκούρας. «Οφείλουν τράπεζες και διαχειριστές δανείων να συμπλεύσουν με την πολιτεία, έχοντας πλήρη συναίσθηση των νέων προκλήσεων που αναδύονται για όλους μας. Εκτιμούμε ότι το επόμενο χρονικό διάστημα, θα επιδείξουν τη δέουσα υπευθυνότητα».

Προς το παρόν, το πρόβλημα με τα χαμηλά ποσοστά έγκρισης των ρυθμίσεων που βγαίνουν αυτόματα με τον αλγόριθμο του υπουργείου Οικονομικών δεν φαίνεται να έχει ξεπερασθεί. Μεγάλος αριθμός δανειοληπτών με ολοκληρωμένες αιτήσεις βρίσκονται σε αναμονή, χωρίς να γνωρίζουν αν και πότε οι χρηματοδοτικοί φορείς, που έχουν τον τελευταίο λόγο στη διαδικασία, θα εγκρίνουν τις αιτήσεις τους.