Ενέργεια

Πώς έμειναν… άθικτα τα υπερκέρδη στην ενέργεια


Η πρόταση της ΡΑΕ για πλαφόν που έμεινε στα χαρτιά και η απόφαση να μην επιβληθεί έκτακτος φόρος

Ιδιότυπο καθεστώς… ασυλίας στα υπερκέρδη των εταιρειών ενεργείας έχει καθιερωθεί στην Ελλάδα, καθώς η κυβέρνηση και η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας έχουν πετάξει στο καλάθι των αχρήστων δύο προτάσεις που θα μπορούσαν να μετριάσουν την κερδοφορία των εταιρειών και να βελτιώσουν την προστασία των καταναλωτών από ακραίες επιβαρύνσεις.

Τις προηγούμενες ημέρες, η κυβέρνηση αποφάσισε να μην επιβάλλει τον έκτακτο φόρο στα υπερκέρδη των ενεργειακών εταιρειών, παρότι τον επέτρεψε η Κομισιόν ειδικά για την περίοδο ως τα τέλη Ιουνίου, λόγω των έκτακτων συνθηκών που δημιούργησε ο πόλεμος στην Ουκρανία. Αρκετούς μήνες νωρίτερα, κατόπιν ισχυρών αντιδράσεων των «μεγάλων» της ενέργειας, είχε απορριφθεί η πρόταση της ΡΑΕ για πλαφόν στην επιβάρυνση από τις ρήτρες αναπροσαρμογής, που θα είχε αποδειχθεί σωτήρια για τους καταναλωτές.

Η κυβέρνηση αποφάσισε να αφήσει αφορολόγητα τα υπερκέρδη των ενεργειακών εταιρειών, με το επιχείρημα ότι ο φόρος αυτός δεν θα έφερνε σημαντικά έσοδα, καθώς ήδη οι εταιρείας που παράγουν ρεύμα από Ανανεώσιμες Πηγές έχουν υποχρεωθεί να επιστρέφουν τα υπερκέρδη τους στον ειδικό λογαριασμό για τις ΑΠΕ, ενώ η ΔΕΗ έχει επιστρέψει τα κέρδη της στους καταναλωτές, μέσα από την παροχή αυξημένων εκπτώσεων στους λογαριασμούς.

Ακόμη και μέσα στην κυβέρνηση, πάντως, εκφράσθηκε άποψη υπέρ του φόρου. Ο οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού, Αλέξης Πατέλης δήλωσε, διευκρινίζοντας ότι πρόκειται για την προσωπική του άποψη, πως «σε κρίσεις, πρέπει να υπάρχει burden sharing, δηλαδή και από τους παραγωγούς ενέργειας. Δεν είναι το κράτος ο εγγυητής όλων. Στα δύσκολα είμαστε εδώ για το σύνολο, και ειδικά για τους πιο ευάλωτους. Όλοι μαζί, με το μερίδιο που του αναλογεί του καθένα».

Άνθρωποι που γνωρίζουν καλά τη λειτουργία της ενεργειακής αγοράς, έχουν τονίσει ότι οι παραγωγοί ρεύματος, δηλαδή η ΔΕΗ και άλλοι τέσσερις καθετοποιημένοι παραγωγοί, λειτουργούν με υπερβολικά περιθώρια κέρδους, επειδή δεν λειτουργεί αποτελεσματικά ο ανταγωνισμός.

Ο πρώην πρόεδρος της ΔΕΗ, Μανώλης Παναγιωτάκης τόνισε πρόσφατα ότι, ενώ το μέσο κόστος της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος την τελευταία εβδομάδα του Ιανουαρίου έφθανε στα 170 ευρώ, η μέση τιμή στη χονδρική βρισκόταν 58% υψηλότερα, στα 268 ευρώ.

Σε αυτά τα κέρδη η κυβέρνηση αποφάσισε να μην «βάλει χέρι» για να χρηματοδοτηθούν μέτρα υπέρ των καταναλωτών. Αντίθετα, στην Ιταλία, η κυβέρνηση Ντράγκι ανακοίνωσε έκτακτο φόρο 10% στα κέρδη των εταιρειών για την περίοδο Οκτωβρίου 2021 – Μαρτίου 2022, όταν η αύξησή τους ξεπερνά τα 5 εκατ. ευρώ. «Τα περισσότερα από τα νέα μέτρα μας δεν θα χρηματοδοτηθούν από τον προϋπολογισμό, αλλά από τις ενεργειακές εταιρείες», υπογράμμισε ο Μάριο Ντράγκι.

Το πλαφόν που... δεν μπήκε

Παράγοντες με γνώση της λειτουργίας της αγοράς ενέργειας επισημαίνουν ότι το παιχνίδι, σε ό,τι αφορά την προστασία των καταναλωτών από υπέρογκες αυξήσεις, χάθηκε πολύ νωρίτερα, στα τέλη του περασμένου καλοκαιριού, όταν οι αντιδράσεις των ισχυρών ενεργειακών εταιρειών υποχρέωσαν τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας να θέσει στο αρχείο μια πρόταση που θα μπορούσε να είχε αποβεί σωτήρια για τους καταναλωτές.

Πριν ακόμη ξεφύγουν από κάθε έλεγχο οι τιμές της χονδρικής, προκαλώντας δυσβάστακτες επιβαρύνσεις στους καταναλωτές μέσα από την εφαρμογή ρητρών αναπροσαρμογής των τιμολογίων, η ΡΑΕ είχε προτείνει να μπει ένα ανώτατο όριο αύξησης των τιμών μέσα από αυτές τις ρήτρες, ώστε από ένα σημείο και πάνω η αύξηση να επιβαρύνει τις εταιρείες και όχι τους καταναλωτές.

Η ΡΑΕ είχε προτείνει ότι στα προϊόντα κυμαινόμενου τιμολογίου οι πάροχοι θα έπρεπε να είναι υποχρεωμένοι να προσδιορίζουν εκ των προτέρων ένα ανώτατο όριο μεταβολής, για παράδειγμα +-30%, όπως ανέφερε, ώστε όταν υπάρχουν μεγάλες αναπροσαρμογές της τιμής χονδρικής να μην περνά ολόκληρη η επιβάρυνση στον καταναλωτή.

Ειδικότερα, όπως αναφερόταν στις προτάσεις της ΡΑΕ:

«Η Αρχή είναι της άποψης ότι η πρόβλεψη ενός κυμαινόμενου τιμολογίου, το οποίο όμως θα εκθέτει τους καταναλωτές μέχρι έναν ορισμένο βαθμό, εκ των προτέρων γνωστό, στους κινδύνους της χονδρεμπορικής αγοράς θα συμβάλει σημαντικά στον διττό στόχο της προστασίας των καταναλωτών αλλά και του υγιούς ανταγωνισμού.

Συγκεκριμένα, η ύπαρξη ενός παρόμοιου τυποποιημένου προϊόντος θα εγγυηθεί την παροχή μίας πρόσθετης ρεαλιστικής επιλογής, μετριασμένου ρίσκου: Οι Πελάτες δεν θα ευρίσκονται πλέον ενώπιον του διλήμματος είτε ενός σταθερού αλλά ιδιαιτέρως ακριβού τιμολογίου είτε του «φάσματος» του κυμαινόμενου τιμολογίου.

Επιπλέον, η συγκρισιμότητα κυμαινόμενου τιμολογίου, με οριοθετημένη διακύμανση, καθίσταται περισσότερο ευχερής. Ως εκ τούτου, η πρόβλεψη της σκοπιμότητας παροχής από τους Προμηθευτές ενός τέτοιου προϊόντος θα ευνοήσει την αγορά.

Περαιτέρω, εξετάζεται η σκοπιμότητα πρόβλεψης με τον Κώδικα Προμήθειας συγκεκριμένων ορίων αναπροσαρμογής της Χρέωσης Προμήθειας, προκειμένου για την προστασία των καταναλωτών από τους κινδύνους, τους οποίους εκ των πραγμάτων δεν δύνανται να αξιολογήσουν, πολλώ δε μάλλον να αντιμετωπίσουν.

Εξ αντιθέτου, οι Προμηθευτές, διαθέτουν εργαλεία διαχείρισης του ρίσκου διακύμανσης των τιμών των χονδρεμπορικών αγορών, καθότι αυτό είναι και το αντικείμενο της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας. Για το λόγο αυτό, δεν προσήκει να μεταβιβάζουν στους Πελάτες, και δη στους Πελάτες ΧΤ (σ.σ.: οικιακοί πελάτες), τον συνολικό κίνδυνο».

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις