Ο Πορτογάλος πρόεδρος Μαρτσέλο Ρεμπέλο ντε Σόουζα προκήρυξε σήμερα το βράδυ πρόωρες βουλευτικές εκλογές στις 30 Ιανουαρίου του ερχόμενου έτους, μία εβδομάδα μετά την απόρριψη του νομοσχεδίου για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2022 που οδήγησε στην πτώση της σοσιαλιστικής κυβέρνησης μειοψηφίας του Αντόνιο Κόστα, σφραγίζοντας το τέλος της συμμαχίας που επέτρεψε στον Κόστα να ηγηθεί της χώρας από τα τέλη του 2015.
«Σε στιγμές όπως αυτή υπάρχει πάντα μια λύση στη δημοκρατία, χωρίς δράματα ή φόβους... να δώσουμε τον λόγο πίσω στον λαό», είπε ο Πορτογάλος πρόεδρος σε τηλεοπτικό διάγγελμα.
Η απόρριψη του προϋπολογισμού «μείωσε απολύτως τη βάση στήριξης στην κυβέρνηση», ενώ το 2022 θα είναι «ένα κρίσιμο έτος για τη διαρκή έξοδο από την πανδημία και την κοινωνική κρίση που μας έπληξε», συμπλήρωσε.
Οι περισσότεροι Πορτογάλοι εμφανίζονται απαισιόδοξοι ότι οι πρόωρες εκλογές, αν και αναγκαίες, το μόνο που θα φέρουν είναι η διαιώνιση του πολιτικού αδιεξόδου και η πρόκληση περισσότερων δυσκολιών.
Δημοσκόπηση της εταιρείας Aximage που δημοσιεύθηκε νωρίτερα σήμερα έδειξε ότι το 54% των 803 ερωτηθέντων θεωρεί ότι οι πρόωρες εκλογές θα αποβούν «επιζήμιες για τη χώρα», με το 68% να πιστεύει ότι κανένα κόμμα δεν θα κερδίσει την πλειοψηφία των εδρών στο κοινοβούλιο.
Το συμβουλευτικό όργανο του Ρεμπέλο ντε Σόουζα, το Συμβούλιο της Επικρατείας, ενέκρινε χθες την πρότασή του για διάλυση του κοινοβουλίου μετά την απόρριψη του νομοσχεδίου για τον προϋπολογισμό.
Ακόμη και πριν την απόρριψη του νομοσχεδίου για τον προϋπολογισμό, που βύθισε την Πορτογαλία σε πολιτική κρίση, ο πρόεδρος της χώρας είχε προειδοποιήσει ότι αυτό θα οδηγούσε στην προκήρυξη πρόωρων εκλογών που κανονικά ήταν προγραμματισμένες για το φθινόπωρο του 2023.
Ο αρχηγός του κράτους προσπάθησε να επιτευχθεί ένας συμβιβασμός μεταξύ της κυβέρνησης και των κομμάτων της ριζοσπαστικής αριστεράς, επειδή, σύμφωνα με τον ίδιο, η νομοθεσία για την οικονομική πολιτική ήταν «θεμελιώδης» για την αναζωογόνηση της οικονομίας χάρη στα ευρωπαϊκά κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης για την μετά Covid εποχή.
Οι εκλογές από μόνες τους μπορεί να μην άρουν το πολιτικό αδιέξοδο, καθώς οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι κανένα κόμμα ή κάποια ορατή συμμαχία δεν είναι πιθανό να επιτύχει μια σταθερή κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Οι αγορές έχουν αντιδράσει ήρεμα μέχρι στιγμής στην πολιτική κρίση, με την απόδοση του 10ετούς ομολόγου της Πορτογαλίας να παρουσιάζει διακυμάνσεις σε μεγάλο βαθμό σύμφωνα με τις αντίστοιχες χώρες της ΕΕ τις τελευταίες ημέρες και να πέφτει σήμερα στα επίπεδα που είχε στα μέσα Οκτωβρίου.
Η στήριξη στους κεντροαριστερούς Σοσιαλιστές έχει αλλάξει ελάχιστα από το 36% που κέρδισαν στις τελευταίες εθνικές εκλογές το 2019, με τους κεντροδεξιούς Σοσιαλδημοκράτες να βρίσκονται στη δεύτερη θέση με περίπου 27%.
Στην δεξιά, τα δύο συντηρητικά κόμματα μαστίζονται από εσωτερικές διαιρέσεις, γεγονός που κινδυνεύει να ωφελήσει το ακροδεξιό κόμμα Chega, που μπορεί να αναδειχθεί ως η τρίτη ισχυρότερη δύναμη στο κοινοβούλιο, αλλά θεωρείται από πολιτικούς αναλυτές ως πολύ τοξικός δυνητικός εταίρος για οποιοδήποτε άλλο κόμμα.
Τα περίπου εννέα εκατομμύρια ψηφοφόροι θα κληθούν στις κάλπες για τρίτη φορά μέσα σε ένα χρόνο, μετά τις προεδρικές εκλογές τον περασμένο Ιανουάριο και τις δημοτικές εκλογές στα τέλη Σεπτεμβρίου.