Ένα κενό στην υποστήριξη δημοσίων υπαλλήλων που καταγγέλλουν ηθική ή σεξουαλική παρενόχληση έρχεται να καλύψει ο νέος θεσμός του Συμβούλου Ακεραιότητας που ενεργοποιείται άμεσα στη δημόσια διοίκηση.
Μέχρι σήμερα, σημαντικός αριθμός θυμάτων λεκτικής ή σωματικής σεξουαλικής παρενόχλησης, ψυχολογικής βίας και γενικά απρεπούς συμπεριφοράς διστάζει να προβεί σε σχετικές καταγγελίες, όπως κατέδειξε και η σχετική έρευνα του Κοινωνικού Πολύκεντρου της ΑΔΕΔΥ, που παρουσιάστηκε πρόσφατα.
Η καταγγελία σε ό,τι αφορά τον δημόσιο τομέα θα πρέπει να γίνει είτε στους ιεραρχικά προϊσταμένους είτε στον σύλλογο εργαζομένων (Γραμματεία Ισότητας της ΑΔΕΔΥ), χωρίς ωστόσο να υπάρχει θεσμοθετημένη διαδικασία.
«Το θύμα διστάζει να καταγγείλει παρενόχληση γιατί φοβάται φαινόμενα κατάχρησης εξουσίας, ότι θα υποστεί εκδικητική συμπεριφορά, ή ότι δεν θα γίνει πιστευτό. Ο Σύμβουλος Ακεραιότητας έρχεται αντιμετωπίσει αυτό το κενό. Είναι άνθρωπος εμπιστοσύνης πού μπορεί να συμβουλεύσει την καταγγέλλουσα με εχεμύθεια πώς θα πρέπει να ενεργήσει με βάση τα προβλεπόμενα και παράλληλα παρακολουθεί την πορεία διερεύνησης της αναφοράς και ενημερώνει σχετικά την υπάλληλο που την υπέβαλε. Όλη αυτή η διαδικασία δεν θα διενεργείται αόριστα και αφηρημένα αλλά θα στηρίζεται σε τυποποιημένες διαδικασίες και εξειδικευμένες μεθόδους βάσει προτύπων», αναφέρουν στελέχη του υπουργείου Εσωτερικών στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ήδη έχουν εκπαιδευτεί στο Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (ΕΚΔΔΑ) και έλαβαν την απαιτούμενη πιστοποίηση επαγγελματικής επάρκειας περί τους 70 Συμβούλους, οι οποίοι σταδιακά στελεχώνουν τις αντίστοιχες θέσεις που συστάθηκαν σε δημόσιους φορείς, όπως υπουργεία (εξαιρούνται τα υπουργεία Εξωτερικών, Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής 'Αμυνας και Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής), Ανεξάρτητες Αρχές, ΟΤΑ κ.λπ.
Πέρα από θέματα σεξουαλικής και ηθικής παρενόχλησης, σύμφωνα με την νομοθεσία, ο Σύμβουλος Ακεραιότητας παρέχει συμβουλευτική συνδρομή για ζητήματα δεοντολογίας και ακεραιότητας που αντιμετωπίζει ο υπάλληλος, συμπεριλαμβανομένων θεμάτων, οι διακρίσεις, ο εκφοβισμός και η σύγκρουση συμφερόντων.
Υποχρεούται να ασκεί τα καθήκοντά του με ακεραιότητα, αντικειμενικότητα, αμεροληψία, διαφάνεια και κοινωνική υπευθυνότητα και να ενεργεί υπέρ του δημοσίου συμφέροντος και να σέβεται και να τηρεί τους κανόνες εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας, για θέματα για τα οποία έλαβε γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων του.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας της ΑΔΕΔΥ, το εργασιακό περιβάλλον του δημοσίου τομέα είναι ευνοϊκό για σεξιστικές συμπεριφορές. Η έρευνα έγινε δειγματοληπτικά μέσω ερωτηματολογίων σε 697 δημοσίους υπαλλήλους αλλά και με συνεντεύξεις με 26 γυναίκες εργαζόμενες που έχουν βιώσει τουλάχιστον μία φορά κακοποίηση στο χώρο της εργασίας τους. Οι περισσότεροι δήλωσαν ότι έχουν επίγνωση για δυσάρεστα και κακεντρεχή προσωπικά σχόλια, καταχρηστική, απρεπή ή εχθρική μεταχείριση υπαλλήλων και για κακοποιητικές συμπεριφορές.
Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπήρχε αντίδραση από τον περίγυρο, είτε γιατί η παρενόχληση δεν έγινε ευρέως γνωστή στο εργασιακό περιβάλλον, είτε γιατί αντίστοιχες συμπεριφορές αντιμετωπίζονταν ως κάτι δεδομένο και σύνηθες στη συγκεκριμένη εργασία ή από συγκεκριμένο προϊστάμενο/ συνάδελφο, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις αναφέρθηκε ότι η συμπεριφορά αυτή γινόταν ανεκτή και από γυναίκες συναδέλφους τους.
Όσον αφορά την αντιμετώπιση των φαινομένων οι περισσότερες γυναίκες ανέφεραν ότι γνώριζαν πως η παρενόχληση, ηθική ή σεξουαλική, είναι παράνομη, ωστόσο μόνο δύο περιπτώσεις που είχαν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση κατάφεραν να καταγγείλουν το περιστατικό στη δικαιοσύνη, χωρίς ωστόσο να έχει αποδοθεί δικαιοσύνη μέχρι στιγμής, ενώ και στις δύο περιπτώσεις οι γυναίκες δέχθηκαν αντιμήνυση για παραπλάνηση δικαστηρίου.
Κάποιες συμμετέχουσες στην έρευνα ανέφεραν ότι δεν μπήκαν στη διαδικασία να αναφέρουν τα περιστατικά στους ανωτέρους γιατί γνώριζαν ότι δεν θα τις προστατέψουν, παρότι πάνω από 20 περιστατικά είχαν μάρτυρες.
Επίσης, οι εργαζόμενες αναφέρουν ότι η επίσημη καταγγελία και η νομική δικαίωση είναι ιδιαίτερα δύσκολο να επιτευχθεί, και ακόμα και όταν γνωρίζουν τις διαδικασίες και το πού μπορούν να απευθυνθούν δεν το πράττουν, καθώς είτε φοβούνται για αντίποινα, είτε θεωρούν ότι τα πράγματα θα γίνονταν δυσκολότερα στην εργασία τους, ενώ σε άλλες περιπτώσεις δύσκολη είναι η απόδειξη χειρονομιών, λεκτικών ή ακόμη και σωματικών επιθέσεων, ελλείψει μαρτύρων και γενικότερης υποστήριξης από το εργασιακό τους περιβάλλον.
Για την αντιμετώπιση των κακοποιητικών φαινομένων στο Δημόσιο, η ΑΔΕΔΥ ζητάει μεταξύ άλλων συμπλήρωση του νομοθετικού πλαισίου και εφαρμογή της σχετικής νομοθεσίας. Ειδικότερα, προτείνει την επικαιροποίηση του δημοσιοϋπαλληλικού κώδικα με εξειδικευμένες διατάξεις στη σεξουαλική παρενόχληση, «ώστε να δημιουργηθούν τα απαραίτητα εργαλεία για την αποτελεσματική πειθαρχική δίωξη της σεξουαλικής παρενόχλησης, όπως ισχύουν ήδη για τον ιδιωτικό τομέα».
Σημειώνεται ότι η καταπολέμηση των μορφών βίαιης συμπεριφοράς και παρενόχλησης περιλήφθηκε στον προσφάτως αναθεωρημένο κώδικα ηθικής και επαγγελματικής συμπεριφοράς των υπαλλήλων του δημοσίου τομέα. Σύμφωνα με αυτόν οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο οφείλουν να αποφεύγουν συμπεριφορές που περιέχουν πράξεις εκφοβισμού, καταπίεσης, σεξουαλικής παρενόχλησης ή άσκησης βίας, οι οποίες μπορούν να εκφραστούν λεκτικά, σωματικά ή ψυχολογικά.
πηγή: ΑΠΕ