«Η Ελλάδα επιδιώκει την φιλία και την συνεργασία με όλους της τους γείτονες», υπογραμμίζει σε μήνυμά του με την ευκαιρία της Εθνικής Εορτής της 25ης Μαρτίου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Πρ. Παυλόπουλος, στέλνοντας παράλληλα ξεκάθαρο μήνυμα τόσο στην Τουρκία, όσο και στην πΓΔΜ.
Ως προς την Τουρκία, ο κ. Παυλόπουλος υπογραμμίζει πως «επιδιώκουμε σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας.
Όμως, οι σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας με την Τουρκία, όπως επίσης και η ευρωπαϊκή της προοπτική -την οποία εμείς, οι Έλληνες, ευνοούμε- εξαρτάται από τον πλήρη σεβασμό του συνόλου του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου.
Ιδιαιτέρως δε από τον πλήρη σεβασμό της Συνθήκης της Λωζάνης, της Συνθήκης των Παρισίων του 1947 και του Δικαίου της Θάλασσας, το οποίο δεσμεύει την Τουρκία με την μορφή γενικώς παραδεδεγμένων κανόνων του Διεθνούς Δικαίου, εφαρμοζόμενων εν συνόλω και όχι επιλεκτικώς».
Προσθέτει ότι «η Συνθήκη της Λωζάνης, η οποία κατοχυρώνει τα σύνορα, το έδαφος και την κυριαρχία τόσο της Ελλάδας όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν αναθεωρείται ούτε επικαιροποιείται και είναι απολύτως σαφής, δίχως ν’ αφήνει ίχνος «γκρίζων ζωνών», αλλά και ότι «υπό τα δεδομένα αυτά η Τουρκία πρέπει να κατανοήσει και να σεβασθεί ότι η Ελλάδα και η Ευρωπαϊκή Ένωση ευνοούν την ευρωπαϊκή της προοπτική, πλην όμως έχουν και την θέληση αλλά και την δύναμη να υπερασπισθούν, αμέσως και αποτελεσματικώς, τα σύνορα, το έδαφος και την κυριαρχία τους».
Ως προς την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, ο κ. Παυλόπουλος τονίζει ότι «στηρίζουμε την πορεία ένταξης της φίλης ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση», συμπληρώνοντας ότι «τούτο όμως, για λόγους σεβασμού της Ιστορίας, του Διεθνούς Δικαίου και του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου, προϋποθέτει προηγούμενη λύση ως προς το όνομά της, η οποία θα εμπεριέχει τις απαραίτητες εγγυήσεις εξάλειψης του αλυτρωτισμού.
Κατόπιν τούτου ένας τρόπος υπάρχει για να προχωρήσει η ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ: Πρώτον, προηγούμενη αναθεώρηση, προς αυτή την κατεύθυνση, του συντάγματός της, κάτι το οποίο σηματοδοτεί και τον σεβασμό που η Ελλάδα, η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ επιδεικνύουν απέναντι στην έννομη τάξη της και στο κράτος δικαίου εν γένει. Και, δεύτερον, συμφωνία που θα εμπεριέχει όλες τις εγγυήσεις εξάλειψης του αλυτρωτισμού που προανέφερα».
Αναφερόμενος στην Κύπρο αναφέρει πως αποτελεί διαρκές χρέος μας να μην την λησμονούμε και σημειώνει ότι «για την Μεγαλόνησο, η οποία εξακολουθεί ν’ αντιμετωπίζει την τραγωδία της τουρκικής στρατιωτικής κατοχής εδαφών της, πρέπει να διασφαλισθεί λύση δίκαιη και βιώσιμη, πλήρως σύμφωνη με το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο, πρωτογενές και παράγωγο.
Λύση η οποία θα διασφαλίσει, οριστικώς και αμετακλήτως, μεταξύ άλλων, ένα Κράτος-Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης μ’ ενιαία διεθνή προσωπικότητα και πλήρη κυριαρχία, απαλλαγμένο από στρατεύματα κατοχής και εγγυήσεις τρίτων, που αντιτίθενται άλλωστε πλήρως στην κατά το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο έννοια της κυριαρχίας».