Οι επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη εξελίσσονται σε βασικό μοχλό στήριξης της παγκόσμιας οικονομίας, σε μια περίοδο κατά την οποία οι ρυθμοί ανάπτυξης εμφανίζουν σημάδια επιβράδυνσης και οι γεωοικονομικές αβεβαιότητες παραμένουν έντονες.
Ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι η αυξανόμενη διοχέτευση κεφαλαίων σε τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης προσφέρει ουσιαστική ώθηση στην παραγωγικότητα και λειτουργεί ως αντίβαρο στις πιέσεις που δέχεται η διεθνής οικονομία.
Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις, η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να επιβραδυνθεί στο 2,9% το επόμενο έτος, από 3,2% που εκτιμάται για το τρέχον έτος.
Παρά τη γενικότερη επιβράδυνση, ο ΟΟΣΑ υπογραμμίζει ότι οι επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη διατηρούν ανοδική δυναμική και αναμένεται να συνεχίσουν να αυξάνονται τα επόμενα χρόνια, στηρίζοντας την οικονομική δραστηριότητα σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
«Περιμένουμε ότι το επίπεδο των επενδύσεων σε σχέση με την τεχνητή νοημοσύνη θα συνεχίσει να αυξάνεται για κάποιο χρονικό διάστημα», δήλωσε ο Κόρμαν σε συνέντευξή του στο Bloomberg Television. «Μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα, αναμένουμε σημαντικές θετικές επιπτώσεις όσον αφορά την αύξηση της παραγωγικότητας από την επιτάχυνση της διάδοσης και της υιοθέτησης της τεχνητής νοημοσύνης σε ολόκληρη την οικονομία».
Ωστόσο, ο Κόρμαν δήλωσε ότι ο ΟΟΣΑ αναμένει επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης στο 2,9% το επόμενο έτος από 3,2% το 2025, με την πιθανότητα εντατικοποίησης των εμπορικών αντιξοοτήτων.
«Βλέπουμε αρκετά υψηλό επίπεδο κινδύνων επιβράδυνσης», δήλωσε. «Ο αντίκτυπος των δασμών δεν έχει ακόμη γίνει πλήρως αισθητός και υπάρχει συνεχιζόμενη αβεβαιότητα στον τομέα του εμπορίου και μια σειρά άλλων διαρθρωτικών πιέσεων».
Οι επενδύσεις σε υποδομές που σχετίζονται με την τεχνητή νοημοσύνη καταγράφουν εντυπωσιακούς ρυθμούς αύξησης. Σε αρκετές ανεπτυγμένες οικονομίες, οι δαπάνες για υπολογιστικό εξοπλισμό υψηλής ισχύος, κέντρα δεδομένων και εξειδικευμένα συστήματα λογισμικού αυξάνονται με διψήφια ποσοστά, ενώ σε ορισμένους τομείς οι επενδύσεις σε εξοπλισμό που υποστηρίζει εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης έχουν υπερδιπλασιαστεί σε διάστημα λίγων ετών.
Σε επίπεδο επιχειρήσεων, η τεχνητή νοημοσύνη έχει πλέον ενταχθεί στον πυρήνα της στρατηγικής ανάπτυξης. Εκτιμάται ότι σχεδόν 7 στις 10 μεγάλες επιχειρήσεις διεθνώς σχεδιάζουν αύξηση των επενδύσεών τους στην τεχνητή νοημοσύνη μέσα στην επόμενη διετία, ενώ σημαντικό ποσοστό των διοικήσεων δηλώνει ότι θα κατευθύνει από 10% έως 20% του ετήσιου επενδυτικού προϋπολογισμού σε έργα που σχετίζονται με αυτοματοποίηση, ανάλυση δεδομένων και έξυπνα συστήματα λήψης αποφάσεων.
Παράλληλα, η τεχνητή νοημοσύνη αρχίζει να αποτυπώνεται και στους δείκτες παραγωγικότητας. Ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι η ευρεία υιοθέτηση εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να ενισχύσει την παραγωγικότητα κατά 1 έως 1,5 ποσοστιαία μονάδα σε βάθος χρόνου, ιδιαίτερα σε κλάδους όπως η μεταποίηση, οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, οι μεταφορές και η υγεία.
Σημαντικός είναι και ο ρόλος του δημόσιου τομέα. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έχουν κινητοποιηθεί επενδυτικά προγράμματα συνολικού ύψους έως και 200 δισ. ευρώ για την ανάπτυξη οικοσυστημάτων τεχνητής νοημοσύνης, με έμφαση στις υποδομές υψηλής υπολογιστικής ισχύος, στα δίκτυα δεδομένων και στην ενίσχυση της καινοτομίας. Στόχος είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα, όπου οι επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη αυξάνονται με ακόμη ταχύτερους ρυθμούς.
Η επίδραση της τεχνητής νοημοσύνης επεκτείνεται και στην αγορά εργασίας. Εκτιμάται ότι έως και το 40% των υφιστάμενων θέσεων εργασίας παγκοσμίως θα επηρεαστεί με κάποιον τρόπο από την αυτοματοποίηση και τη χρήση έξυπνων συστημάτων. Ωστόσο, ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι η τεχνητή νοημοσύνη δεν οδηγεί μόνο σε αντικατάσταση θέσεων, αλλά και στη δημιουργία νέων ειδικοτήτων, κυρίως σε τομείς υψηλής εξειδίκευσης, ανάλυσης δεδομένων και ψηφιακού σχεδιασμού.
Συνολικά, ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι, παρά τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η παγκόσμια οικονομία, οι επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη αποτελούν έναν από τους πιο ισχυρούς παράγοντες στήριξης της ανάπτυξης. Η συνέχιση της επενδυτικής δυναμικής στον συγκεκριμένο τομέα αναμένεται να λειτουργήσει ως καταλύτης για τη βελτίωση της παραγωγικότητας, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και τη διαμόρφωση ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου σε παγκόσμιο επίπεδο.