Τράπεζες

«Λαός και Κολωνάκι» στα επιχειρηματικά δάνεια- Ποιοί παίρνουν φτηνό χρήμα


Ο πονοκέφαλος του κόστους δανεισμού των επιχειρήσεων επανέρχεται με μεγάλη ένταση τους τελευταίους μήνες, καθώς από τον Ιούλιο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προχωρά σε αυξήσεις επιτοκίων κατά... ριπάς και το μέσο κόστος των νέων δανείων έχει σημειώσει αλματώδη άνοδο. Βέβαια, τα κόστη ανάλογα με τη μορφή της επιχείρησης διαφοροποιούνται σημαντικά, ενώ υπάρχει και μικρή ομάδα επιχειρηματικών κολοσσών που δανείζονται με εκδόσεις ομολόγων στην ευρωπαϊκή αγορά και με κόστος χαμηλότερο ακόμη και από το αντίστοιχο του Δημοσίου.

Τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (βλ. πίνακα) αποκαλύπτουν τις μεγάλες αυξήσεις επιτοκίων στα νέα επιχειρηματικά δάνεια μετά τον Ιούνιο (τον Ιούλιο έγινε η πρώτη αύξηση επιτοκίων από την ΕΚΤ):

  • Γενικά για τις (μη χρηματοπιστωτικές) επιχειρήσεις το μέσο επιτόκιο των νέων δανείων εκτινάχθηκε από 3,11% τον Ιούνιο σε 4,40% τον Νοέμβριο, μια αύξηση κατά 1,29% μέσα σε λιγότερους από έξι μήνες. Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει επισημάνει ότι το πραγματικό επιτόκιο δανεισμού, εάν δηλαδή αφαιρεθεί ο πληθωρισμός, παραμένει βαθιά αρνητικό. Αυτό όμως δεν... παρηγορεί ιδιαίτερα τις επιχειρήσεις, οι οποίες βλέπουν ότι τα επιτόκια των δανείων έχουν μετατραπεί σε κινούμενο στόχο, ο οποίος ανεβαίνει κάθε μήνα υψηλότερα.
  • Για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ειδικότερα, οι τράπεζες επιβάλλουν, ως γνωστόν, ένα «καπέλο» στα επιτόκια ως ασφάλιστρο του θεωρητικά υψηλότερου κινδύνου αυτής της κατηγορίας δανείων. Έτσι, τον Ιούνιο τα νέα δάνεια των ΜμΕ ήταν μία ποσοστιαία μονάδα και πλέον (1%+) ακριβότερα από τον μέσο όρο των επιχειρηματικών δανείων και είχαν μέσο επιτόκιο 4,32%.
  • Τον Νοέμβριο, το επιτόκιο για τις ΜμΕ είχε εκτιναχθεί στο 5,42%, δηλαδή 1,10% πάνω από το επίπεδο του Ιουνίου. Δεδομένου ότι οι ΜμΕ έχουν, κατά κανόνα, σε περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού, μικρότερες δυνατότητες να μετακυλήσουν στις τιμές των προϊόντων και υπηρεσιών τα αυξημένα κόστη τους, η επιβάρυνση του κόστους δανεισμού γίνεται περισσότερο αισθητή σε αυτή την κατηγορία επιχειρήσεων.
  • Στη χειρότερη θέση, όπως είναι αναμενόμενο, βρίσκονται οι επαγγελματίες, αγρότες και οι ατομικές επιχειρήσεις, που έχουν τη χειρότερη πιστοληπτική αξιολόγηση από τις τράπεζες και επιβαρύνονται με τα μεγαλύτερα «καπέλα» για τον δανεισμό τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Ιούνιο το μέσο επιτόκιο των νέων επιχειρηματικών δανείων αυτής της κατηγορίας ήταν 4,98%, σχεδόν δύο μονάδες υψηλότερο από το μέσο επιτόκιο του συνόλου των επιχειρηματικών δανείων. Ως τον Νοέμβριο, είχε αυξηθεί στο 6,42%, δηλαδή σχεδόν 1,5 μονάδα υψηλότερα. Η επιβάρυνση αυτή λειτουργεί αποτρεπτικά στην άντληση ρευστότητας από τις τράπεζες, ακόμη και για τους λίγους δανειολήπτες αυτής της κατηγορίας που έχουν τις προϋποθέσεις να λάβουν δάνεια.

Τα επιτόκια επιχειρηματικών δανείων (%)

Οι «μεγάλοι» δεν πηγαίνουν καν στην τράπεζα...

Για την πολύ μικρή ομάδα κορυφαίων ελληνικών επιχειρήσεων, ορισμένες από τις οποίες, όπως ο ΟΤΕ και η Coca Cola HBC, έχουν καλύτερη πιστοληπτική βαθμολογία ακόμη και από το Ελληνικό Δημόσιο (BBB, έναντι BB), ο δανεισμός μεγάλων ποσών για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων τους είναι μια εντελώς διαφορετική υπόθεση, αφού δεν χρειάζεται καν να χτυπήσουν την πόρτα των ελληνικών τραπεζών και απευθύνονται στην τεράστια δεξαμενή επενδυτικών κεφαλαίων της ευρωπαϊκής αγοράς ομολόγων.

Οι "εξετάσεις" που καλούνται να περάσουν οι επιχειρήσεις αυτής της κατηγορίας από τους οίκους αξιολόγησης, τις επενδυτικές τράπεζες και τους διαχειριστές κεφαλαίων να είναι πολύ αυστηρές και οι εκδόσεις τίτλων αποτελούν ένα αρκετά ακριβό... άθλημα (λόγω των υψηλών αμοιβών που παίρνουν οι τράπεζες που τις αναλαμβάνουν). Ομως το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό, όσον αφορά το κόστος δανεισμού για μεγάλα ποσά κεφαλαίων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι έξι μεγάλοι ελληνικοί όμιλοι (βλ. πίνακα) έχουν εκδώσει τίτλους στην ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων με μεγάλη διάρκεια (λήγουν την περίοδο 2024 - 2029) και με κουπόνια χαμηλότερα ακόμη και από το 1%. Μάλιστα, οι αποδόσεις των τίτλων στη λήξη διαμορφώνονται σε επίπεδα ίσα ή και χαμηλότερα από τις αντίστοιχες αποδόσεις των τίτλων του Δημοσίου.

Τα ομόλογα των «μεγάλων»