Πολιτική

ΚΙΝΑΛ: Τροπολογία υπέρ των εργαζομένων της «Ελευθεροτυπίας»


Τροπολογία με στόχο την προνομιακή κατάταξη εργαζομένων στη διανομή πτωχευτικής περιουσίας κατέθεσαν οι βουλευτές του Κινήματος Αλλαγής με πρώτους υπογράφοντες την Νάντια Γιαννακοπούλου και τον Μιχάλη Κατρίνη. Η τροπολογία, στο κείμενο της οποίας γίνεται σαφής αναφορά στους εργαζόμενους της πτωχευμένης εφημερίδας «Ελευθεροτυπία», κατατέθηκε στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης «Ενιαίο κείμενο Δικονομίας για το Ελεγκτικό Συνέδριο, ολοκληρωμένο νομοθετικό πλαίσιο για τον προσυμβατικό έλεγχο, τροποποιήσεις στον Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο και διατάξεις για την αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης», το οποίο εισάγεται προς ψήφιση στην ολομέλεια της Βουλής, την Πέμπτη 25 Ιουνίου 2020.

Στην αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας σημειώνεται ότι «με αφορμή και την πτώχευση σημαντικών επιχειρήσεων, λ.χ. από το πεδίο των ΜΜΕ (Ελευθεροτυπία κ.α.), οι εργαζόμενοι των επιχειρήσεων αυτών συμμετέχουν πλέον στη διανομή του προϊόντος εκποίησης της πτωχευτικής περιουσίας χωρίς να διατηρούν προνόμιο, επόμενοι της κατάταξης των τραπεζών. Επισημαίνεται ότι η θέσπιση του εν λόγω προνομίου είχε γίνει προς υπεράσπιση των συμφερόντων των εργαζομένων που μετατρέπονται σε δανειστές της επιχείρησης. Ο κοινωνικός σκοπός που υπηρετεί το προνόμιο αυτό έγκειται στην ισχυρή, αλλά δίκαιη προστασία εκείνων που με την προσωπική τους εργασία βοηθούν στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Στην έννοια δε των εργατικών απαιτήσεων εμπεριέχονται όχι μόνο οι απαιτήσεις για τις δεδουλευμένες αποδοχές αλλά και κάθε είδους πρόσθετες αποδοχές, προσαυξήσεις και επιδόματα. Πριν από το 2015, οι απαιτήσεις αυτές (άρθρο 975 παρ. 3 ΚΠολΔ) θεωρούνταν ανέκαθεν “υπερπρονομιακές” και ικανοποιούνταν κατ’ απόλυτη προτεραιότητα από το πλειστηρίασμα, έναντι ιδίως των τυχόν συντρεχουσών απαιτήσεων τραπεζών».

Οι βουλευτές του ΚΙΝΑΛ λένε ότι «η ευεργετική αυτή λειτουργία του προνομίου των εργαζομένων δανειστών της πτώχευσης, δυστυχώς, καταργήθηκε ύστερα από την τροποποίηση του άρθρου 977 ΚΠολΔ με το άρθρο όγδοο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015 (Α΄ 87). Με ευθύνη της τότε κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ και ως αποτέλεσμα της αποτυχημένης διαπραγμάτευσης με τους δανειστές της χώρας και του τρίτου και επαχθέστερου μνημονίου, έπαψε να ισχύει μία διαχρονική και κοινωνικά δίκαιη αρχή που προέτασσε τις απαιτήσεις των εργαζομένων έναντι των τραπεζών και λοιπών δανειστών (ακόμη και με απαιτήσεις εξασφαλισμένες με υποθήκες, προσημειώσεις κ.α.)».

Με την πρώτη παράγραφο της προτεινόμενης τροπολογίας σκοπείται η επαναφορά της προϊσχύουσας διάταξης του άρθρου 977 ΚΠολΔ που ρυθμίζει όχι μόνο τις περιπτώσεις αναγκαστικής εκτέλεσης αλλά και τη διανομή του προϊόντος εκποίησης στοιχείων της πτωχευτικής περιουσίας στην περίπτωση π.χ. επιχειρήσεων που έχουν πτωχεύσει και των οποίων οι εργαζόμενοι διατηρούν νόμιμες και ενεργές αξιώσεις από την εργασία τους. Η επιλογή αυτή είναι απολύτως συμβατή τόσο με την πραγματική νομική αποστολή της πτωχευτικής διαδικασίας όσο και με τη γενικότερη πολιτική θεώρηση για ανθρωποκεντρική πρόοδο και κοινωνική δικαιοσύνη. Περαιτέρω, αναφέρουν οι βουλευτές του ΚΙΝΑΛ, «η εταιρεία “Χ.Κ. ΤΕΓΟΠΟΥΛΟΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ Α.Ε.”, που εξέδιδε επί διάστημα δεκαετιών την ιστορική εφημερίδα “ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ”, κηρύχθηκε στις 30.05.2014, σε χρόνο δηλαδή προγενέστερο της τροποποίησης του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας με τους ν. 4335/2015 (Α΄ 80) και του Πτωχευτικού Κώδικα με τον ν. 4336/2015 (Α΄ 94). Πολλώ, δε, μάλλον οι απαιτήσεις αυτές είχαν γεννηθεί πριν από την εισαγωγή του άρθρου 156Α του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007) με το άρθρο 177 ν. 4512/2018 (Α΄ 5).

Οι δε εργαζόμενοι της επιχείρησης (περί τα 850 άτομα, δημοσιογράφοι, υπάλληλοι, τεχνικοί, πιεστές κι εργάτες ένθεσης) έχουν κατά Νόμο αναγγείλει τις απαιτήσεις τους, οι οποίες ήταν εξασφαλισμένες με προνόμιο (ως απαιτήσεις από εξαρτημένη εργασία), και έχουν επαληθευθεί ήδη από τον Ιούλιο του 2015, επίσης πριν την έναρξη ισχύος των ως άνω τροποποιήσεων. Έκτοτε και μετά την πρόοδο των εργασιών της πτώχευσης, έλαβε χώρα εκποίηση κτιρίου της ανωτέρω εταιρείας επί της οδού Μίνωος στην Αθήνα, σε συνέχεια της οποίας – στις 17.07.2020 – οι εν λόγω εργαζόμενοι θα λάμβαναν έστω το 25% των απαιτήσεών τους (λόγω μη επάρκειας του εκπλειστηριάσματος), με βάση τον πίνακα κατάταξης που έχει ήδη κηρυχθεί εκτελεστός με απόφαση του αρμόδιου εισηγητή δικαστή. Πλην όμως δύο τράπεζες κατέθεσαν ανακοπές κατά του πίνακα, επικαλούμενες τις ως άνω νέες διατάξεις που πλέον παρέχουν στις ίδιες προνομιακή πρόσβαση στο προϊόν της εκποίησης, καταργώντας κατ’ ουσίαν το προνόμιο των εργαζομένων. Επισημαίνεται δε ότι με τις ίδιες ανακοπές, οι τράπεζες προσέβαλαν και την κατάταξη του Ελληνικού Δημοσίου για τον ΦΠΑ και των ασφαλιστικών ταμείων, σημαντικού ύψους άνω του 1,5 εκατ ευρώ.

«Πρόκειται για μια πρόδηλη κοινωνική αδικία που αποβαίνει εις βάρος των εργαζομένων – που κράτησαν όρθια την επιχείρηση και την εφημερίδα όλα αυτά τα χρόνια – και των οικογενειών τους και, ως εκ τούτου, πρέπει άμεσα να αποκατασταθεί», σημειώνουν οι βουλευτές του Κινήματος Αλλαγής, και προσθέτουν: «Κατά συνέπεια, όπως αποτυπώνεται στη δεύτερη παράγραφο της προτεινόμενης τροπολογίας, είναι αναγκαίο και δικαιοπολιτικά σκόπιμο να αποσαφηνισθεί ότι οι νέες διατάξεις για το προνόμιο των εργατικών απαιτήσεων θα εφαρμοστούν μόνο για όσους πλειστηριασμούς στηρίζονται σε διαδικασία εκτέλεσης που ξεκίνησε μετά την 01η.01.2016 ή σε πτωχεύσεις που κηρύχθηκαν μετά την ίδια ημερομηνία».