Πολιτική

Κι όμως, υπάρχει ελπίδα για QE!


Μετά τις γερμανικές εκλογές και την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης θα ενταχθούν τα ελληνικά ομόλογα στην ποσοτική χαλάρωση.

Μακριά από την προεκλογική περίοδο της Γερμανίας «κλώτσησε» το Eurogroup την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, που όμως δεν είναι ένας χαμένος στόχος για την ελληνική πλευρά, αφού υπάρχει η δυνατότητα για ένταξη στο QE μετά την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης και πάντως πριν από το τέλος του έτους.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θεωρεί ότι οι αποφάσεις του Eurogroup αποτελούν ένα πρώτο βήμα για την αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους, ώστε να είναι δυνατή η έκδοση μιας ανάλυσης βιωσιμότητας από την ΕΚΤ, που θα οδηγεί την Ελλάδα στον... παράδεισο της ποσοτικής χαλάρωσης.

Όμως, οι αποφάσεις θεωρούνται ατελείς και, προς το παρόν, η κεντρική τράπεζα δεν μπορεί να αρχίσει τη σύνταξη της δικής της ανάλυσης βιωσιμότητας, παραπέμποντας τη διαδικασία και τις σχετικές αποφάσεις στο μέλλον.

Αυτό είναι το μεγαλύτερο, «αφανές» κέρδος του Β. Σόιμπλε από τη συζήτηση στο Eurogroup: δεν θα χρειασθεί να δοθούν εξηγήσεις στους Γερμανούς ψηφοφόρους για την ένταξη και της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.

Το θέμα αυτό είναι πιο «τοξικό» στην Γερμανία και από το θέμα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους: οι Γερμανοί καταθέτες είναι αγανακτισμένοι από τις χαμηλές αποδόσεις των αποταμιεύσεών τους, τις οποίες «φορτώνουν» στο QE και η αγανάκτηση θα ξεπερνούσε κάθε προηγούμενο όριο, αν, αντί να «μαζευτεί» το ανορθόδοξο μέτρο νομισματικής πολιτικής, αυτό επεκταθεί στην πιο «επικίνδυνη» οικονομία της ευρωζώνης, την ελληνική.

Η Bundesbank, άλλωστε, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ήταν έτοιμη να παρέμβει στη δημόσια συζήτηση και να ταχθεί κατά της ένταξης της Ελλάδας στο QE. Μόλις πρόσφατα, Γιενς Βάιντμαν προειδοποίησε ότι το QE πρέπει να σταματήσει και να μην χρησιμοποιείται για να δίνεται η δυνατότητα σε προβληματικές οικονομίες να συγκαλύπτουν, χάρη στην ποσοτική χαλάρωση, τις δημοσιονομικές τους αδυναμίες.
Ήταν μια αναφορά που «φωτογράφιζε» την Ιταλία, αλλά μπορεί κανείς να φαντασθεί πώς θα αντιμετώπιζε ο Βάιντμαν την ένταξη στο QE της χώρας με το πιο «εκρηκτικό» δημόσιο χρέος.

Σε περίπτωση που ο Βάιντμαν παρενέβαινε προεκλογικά για να μιλήσει για το QE, με αφορμή την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα, αυτό θα ήταν ένας πολιτικός εφιάλτης για τους Χριστιανοδημοκράτες, αφού θα έδινε ισχυρά επιχειρήματα στα δύο υπερσυντηρητικά κόμματα, τους Φιλελεύθερους και την Εναλλακτική για την Γερμανία, αποδυναμώνοντας τη συνοχή των ψηφοφόρων των Χριστιανοδημοκρατών.

Παρά ταύτα, οι αποφάσεις του Eurogroup έχουν «βάλει σε χαρτί» τις βασικότερες απαιτήσεις που είχε η ΕΚΤ, σχετικά με το χρέος: η εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων «κλείδωσε», χωρίς αμφισημίες και... «αν χρειασθεί». Αυτά ακριβώς τα μέτρα ενδιαφέρουν την κεντρική τράπεζα, για να μπορεί να θεωρήσει ότι είναι ανεκτό το ρίσκο αγοράς ελληνικών ομολόγων, καθώς ο βασικός κίνδυνος προέρχεται από τους «φουσκωμένους» τόκους των δανείων του EFSF, που «σκάνε» μετά το 2022.

Επιπλέον, υπάρχει στην απόφαση η νέα παράμετρος της γαλλικής πρότασης για μηχανισμό αυτόματης μεταφοράς στο μέλλον των πληρωμών τόκων, σε συνάρτηση με το ΑΕΠ, η οποία δεν είναι επαρκώς αποσαφηνισμένη και θα αποτελέσει αντικείμενο νέας διαπραγμάτευσης, αλλά επί της αρχής έχει εγκριθεί.

Επίσης, το ΔΝΤ μπαίνει σε πρόγραμμα, έστω και χωρίς να χρηματοδοτεί, κάτι που σημαίνει ότι υπάρχει προς την ΕΚΤ μια εγγύηση ότι τα μέτρα που εφαρμόζει ή θα εφαρμόσει η ελληνική κυβέρνηση έχουν την πλήρη έγκριση του Ταμείου.

Με αυτά τα δεδομένα, και επειδή η ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση δεν μπορεί να αποφασισθεί όσο βρίσκεται σε εξέλιξη μια αξιολόγηση, το νέο χρονοδιάγραμμα για την ένταξη στο QE έχει ως εξής: Αμέσως μετά τις γερμανικές εκλογές, τον Οκτώβριο, θα αρχίσει η τρίτη αξιολόγηση, που θεωρείται «εύκολη», αφού δεν πρόκειται να συζητηθούν άλλα μέτρα λιτότητας, αλλά μόνο η εφαρμογή συμφωνημένων μεταρρυθμίσεων και κάποιες νέες παρεμβάσεις διαρθρωτικού χαρακτήρα (π.χ. στο Δημόσιο).

Αν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση στα τέλη Νοεμβρίου, το Eurogroup θα περιλάβει στην ανακοίνωσή του και κάποιες πρόσθετες αναφορές στο δημόσιο χρέος (αποσαφήνιση αποφάσεων του Ιουνίου).

Αμέσως μετά, δηλαδή πριν το τέλος της χρονιάς, θα μπορεί και η ΕΚΤ να προχωρήσει στην ένταξη των ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, το οποίο θα συνεχισθεί και το 2018, παρά τις αντιδράσεις των Γερμανών, επειδή ο πληθωρισμός δεν ανεβαίνει στα όρια του στόχου της ΕΚΤ (2%).

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις