Τράπεζες

«Καμπανάκι» από την ΕΚΤ για τα κεφάλαια των τραπεζών


Τους μεγαλύτερους κινδύνους από κάθε άλλο τραπεζικό σύστημα της ευρωζώνης αντιμετωπίζει το ελληνικό, καθώς οι τράπεζες της χώρας έχουν το μεγαλύτερο ποσοστό κόκκινων δανείων στα χαρτοφυλάκιά τους και τον χαμηλότερο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας, όπως προκύπτει από τα νέα στατιστικά στοιχεία που δημοσίευσε ο Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Παρά την πρόοδο που έχουν σημειώσει στην εξυγίανση των χαρτοφυλακίων και την ενίσχυση των κεφαλαίων τους, οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν πρώτες με διαφορά στον δείκτη κόκκινων δανείων και τελευταίες σε κεφαλαιακή επάρκεια, σε μια περίοδο όπου τα ρεκόρ του πληθωρισμού και η έντονη οικονομική και γεωπολιτική αβεβαιότητα αρχίζουν να γεννούν φόβους για «χτυπήματα» στο τραπεζικό σύστημα της ευρωζώνης, με τη μορφή της αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και της καταγραφής ζημιών από τοποθετήσεις σε ομόλογα και μετοχές. Όπως χαρακτηριστικά τόνισε πρόσφατα ο Αντρέα Ενρία, ο πόλεμος στην Ουκρανία «πολύ γρήγορα μετατράπηκε σε μακροοικονομικό σοκ».

Η χρηματιστηριακή αγορά δεν έχει αφήσει να περάσουν απαρατήρητες οι αδυναμίες των ελληνικών τραπεζών σε ένα όλο και πιο δυσμενές μακροοικονομικό περιβάλλον. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις αρχές Ιουνίου σταμάτησε η ανοδική κίνηση του τραπεζικού δείκτη στο ΧΑ, που είχε αρχίσει μετά τα μέσα του Μαϊου και, έκτοτε, «γράφει» απώλειες της τάξεως του 28%.

Όπως προκύπτει από τα στατιστικά στοιχεία του SSM για το πρώτο τρίμηνο του έτους,

  • Οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να έχουν με διαφορά τα περισσότερα κόκκινα δάνεια στα χαρτοφυλάκιά τους, με τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες να διαμορφώνεται σε 6,75%. «Σε επίπεδο χώρας, ο μέσος δείκτης ΜΕΔ κυμαινόταν από 0,72% στη Λιθουανία έως 6,75% στην Ελλάδα», σημειώνει ο SSM. Ο συνολικός δείκτης ΜΕΔ για τις συστημικές τράπεζες της ευρωζώνης μειώθηκε περαιτέρω σε 1,95% το α ́ τρίμηνο του 2022, το χαμηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί από τότε που δημοσιεύθηκαν για πρώτη φορά τα εποπτικά τραπεζικά στατιστικά στοιχεία, το β ́ τρίμηνο του 2015, όπως αναφέρει ο SSM.

Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων στις χώρες της ευρωζώνης

  • Αντίθετα, σε ό,τι αφορά τον βασικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας (CET1), οι ελληνικές τράπεζες όχι μόνο βρίσκονται στην τελευταία θέση, αλλά και αρκετά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, σε απόσταση 2,6%. «Οι συνολικοί δείκτες CET1 σε επίπεδο χώρας κυμαίνονταν από 12,39% στην Ελλάδα έως 26,44% στην Εσθονία», αναφέρει ο SSM. Σημειώνεται ότι, σε επίπεδο ευρωζώνης, οι συνολικοί δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των συστημικών τραπεζών μειώθηκαν ελαφρώς το α ́ τρίμηνο του 2022 (από 15,57% σε 14,98%).

Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών της ευρωζώνης

«Τοξικός» συνδυασμός

Ο συνδυασμός μεγάλου ποσοστού μη εξυπηρετούμενων δανείων και χαμηλών κεφαλαίων μπορεί να γίνει «τοξικός» για τις τράπεζες σε δύσκολες περιόδους για την οικονομία, εάν αυξηθούν τα κόκκινα δάνεια σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αρχίσουν να πιέζουν την κεφαλαιακή επάρκεια σε επίπεδα κοντά ή κάτω από τα ελάχιστα εποπτικά όρια.

Την αντοχή των τραπεζών σε διάφορα δυσμενή σενάρια για τα κόκκινα δάνεια εξέτασε η Goldman Sachs σε ανάλυση που δημοσίευσε χθες, μετρώντας πόσο μειώνεται ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας για κάθε μονάδα αύξησης του δείκτη ΜΕΔ πάνω από το βασικό σενάριο του 5% για το 2023.

Όπως διαπίστωσε, για την Τράπεζα Πειραιώς θα ήταν αρκετή μια αύξηση κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες του δείκτη ΜΕΔ, από 5% σε 7%, για να υποχωρήσει ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας πολύ κοντά στο ελάχιστο όριο του 10%. Αντίστοιχα, το «όριο ανοχής» για την Alpha είναι το 9%, για τη Eurobank το 10% και για την Εθνική, που βρίσκεται στην καλύτερη θέση, το 12%.