Σε μία ημέρα 24 ωρών, η λειτουργία του σώματός μας έχει διακυμάνσεις. Οι γνώσεις μας για το βαθιά χαραγμένο μέσα μας βιολογικό ρολόι πληθύνονται, σε σημείο που ορισμένοι γιατροί θέλουν να το χρησιμοποιήσουν ως όπλο απέναντι σε πολλές ασθένειες.
«Υπάρχει ένα σύνολο ρολογιών στον οργανισμό που βρίσκονται εκεί για να επιτρέψουν την βελτιστοποίηση της λειτουργίας του: αυτό το ονομάζουμε κιρκαδιανό (κιρκαδικό) σύστημα», συνοψίζει ο Claude Gronfier, ερευνητής στο Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και Ιατρικής Ερευνας (Inserm), δημόσιο ερευνητικό οργανισμό της Γαλλίας για την ανθρώπινη υγεία.
Η ύπαρξή τους είναι γνωστή. Εδώ και δεκαετίες, η έρευνα έχει δείξει ότι τα όργανά μας είναι λιγότερο ή περισσότερο δραστήρια κατά την διάρκεια του 24ώρου. Το εντερικό σύστημα, το ήπαρ, η καρδιά μας τείνουν να δουλεύουν εντονότερα ορισμένες ώρες, όποιος και αν είναι ο ρυθμός των γευμάτων ή της φυσικής δραστηριότητας.
Παράλληλα, οι έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε ζώα και στην συνέχει σε ανθρώπους έχουν δείξει ότι ο ρυθμός δεν αποτελεί απλώς απάντηση στα ερεθίσματα του εξωτερικού κόσμου, όπως η διαδοχή της ημέρας και της νύκτας. Είναι καταγεγραμμένος στα κύτταρά μας, αρχής γενομένης από τους νευρώνες του εγκεφάλου.
Αλλά αν αυτές οι έρευνες ήταν αρκετά προχωρημένες για να αξίζουν ένα βραβείο Νόμπελ Ιατρικής σε τρεις ερευνητές το 2017, τα τελευταία χρόνια έχουν επιταχυνθεί ακόμη περισσότερο, κυρίως για να δείξουν σε ποιο βαθμό το ρολόι αυτό βρίσκεται στα κύτταρα ολόκληρου του σώματός μας.
«Υπάρχουν ρολόγια στο ήπαρ, στην καρδιά, στον πνεύμονα, στα νεφρά, στον αμφιβληστροειδή χιτώνα...», απαριθμεί ο Claude Gronfier.
Κατανόηση του πόνου
Και μαθαίνουμε τώρα ότι τα ρολόγια αυτά έχουν ποικίλες αντιδράσεις. Έρευνα υπό τον Claude Gronfier που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Brain μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι η πρόσληψη του πόνου ποικίλλει ως προς την ένταση κατά την διάρκεια του 24ώρου.
Κατά την διάρκεια της έρευνας, δώδεκα άνθρωποι απομονώθηκαν σχεδόν από κάθε εξωτερικό ερέθισμα επί 36 ώρες και εκτέθηκαν κάθε δύο ώρες σε ένα θερμικό ερέθισμα. Διαπιστώθηκε διακύμανση του ορίου του πόνου ανάλογα με τις ώρες .
Σύμφωνα με τον ερευνητή, το συμπέρασμα είναι σημαντικό για την καλύτερη κατανόηση του πόνου. Μια μέρα θα μπορούσαμε να επιτύχουμε καλύτερη αντιμετώπιση του πόνου λαμβάνοντας υπ'όψιν τις διακυμάνσεις του κατά την διάρκεια της ημέρας.
Οι έρευνες του Claude Gronfier εντάσσονται σε μία ευρύτερη σχολή. Για ορισμένους ερευνητές και γιατρούς, γνωρίζουμε πλέον αρκετά καλά αυτούς τους ρυθμούς για να τους χρησιμοποιήσουμε ως εργαλείο απέναντι σε πολλές ασθένειες. Πρόκειται για την «χρονοθεραπεία» ή την «κιρκαδιανή (κιρκαδική) ιατρική». Σύμφωνα με τους υποστηρικτές της, οι εφαρμογές είναι ποικίλες, από την ογκολογία μέχρι την καρδιολογία και την νευρολογία.
Στην περίπτωση του Alzheimer και της Parkinson, για παράδειγμα, η απορρύθμιση του βιολογικού ρολογιού είναι πολύ γνωστή. Αλλά γίνεται τώρα κατανοητό ότι προηγείται συχνά των συμπτωμάτων και, κατά συνέπεια, θα μπορούσε να αποτελέσει αποφευκτό αίτιο παρά συνέπεια.
Απορρύθμιση του ρολογιού
Ωστόσο, γενικότερα, «η πρακτική χρησιμοποίηση αυτών των γνώσεων για τον ρόλο των κιρκαδιανών ρολογιών αποτελεί ακόμη πρόκληση για τον ιατρικό κόσμο», προειδοποιούσαν τον περασμένο χρόνο οι ερευνητές Ravi Allada και Joseph Bass σε ανάλυση που δημοσιεύθηκε στην New England Journal of Medicine.
Μας λείπουν τεχνικές που θα επέτρεπαν σε έναν γιατρό να διαγνώσει εύκολα την απορρύθμιση του βιολογικού ρολογιού και να συμβουλεύσει κατά ακριβή τρόπο έναν ασθενή να αλλάξει τους ρυθμούς της ζωής του για να αποφύγει προβλήματα υγείας.
Άλλες εφαρμογές μπορεί να έρθουν σε σύγκρουση με την πραγματικότητα, όπως η ιδέα την οποία με ενθουσιασμό υπερασπίζεται ο Claude Gronfier, να υπολογίζεται με τα δεδομένα του βιολογικού ρολογιού η ώρα χορήγησης της χημειοθεραπείας σε έναν καρκινοπαθή.
«Ας φανταστούμε ότι το τεστ δείχνει ότι η χορήγηση πρέπει να γίνει στο χρονικό διάστημα από τις 22.00 μέχρις τις 08.00 το πρωί: αυτό θα έθετε οργανωτικά προβληματάκια», δεδομένου ότι η χημειοθεραπεία χορηγείται στο νοσοκομείο, προειδοποιεί ο ογκολόγος Pierre Saintigny, αναφερόμενος στην επιβάρυνση των εθνικών συστημάτων υγείας.
Κατά συνέπεια χρειάζεται όχι μόνο η απόδειξη του αποτελέσματος, αλλά και ότι η επίδρασή του «επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό την απόκριση στις θεραπείες και την επιβίωση των ασθενών», λέει ο γάλλος ογκολόγος, που θεωρεί ότι οι μελέτες για το θέμα είναι προς το παρόν ανεπαρκείς.