Φρένο στις προσδοκίες της κυβέρνησης από τον επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ εκτιμώντας ότι η Eλλάδα θα επιστρέψει στις αγορές το επόμενο έτος και δεν θα χρειαστεί νέο πρόγραμμα στήριξης, υπό την προϋπόθεση ότι θα συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις.
«Η συμφωνία είναι συμφωνία και δεν αλλάζει», τονίζει τόσο για τη μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος κάτω από 3,5% του ΑΕΠ μετά το 2018, όσο και για την έγκαιρη εξειδίκευση των μέτρων μείωσης του χρέους.
Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα τα Νέα τονίζει ότι τα μέτρα ανακούφισης του χρέους εξαρτώνται από τη δέσμευση της κυβέρνησης για μεσοπρόθεσμο στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ μετά το 2018.
Αναφερόμενος στην επιδίωξη της κυβέρνησης για μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος κάτω από το 3,5% του ΑΕΠ μετά το 2018, ο κ. Ρέγκλινγκ αναφέρει ότι αυτός ο στόχος συμφωνήθηκε από τον πρωθυπουργό τον περασμένο Ιούλιο. «Το κείμενο είναι πολύ σαφές, αναφέρεται σε 3,5% του ΑΕΠ το 2018 και στον μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Είναι γεγονός ότι ο μεσοπρόθεσμος ορίζοντας δεν προσδιορίζεται σαφώς, αλλά νομίζω ότι οι περισσότεροι θα συμφωνούσαν ότι σημαίνει περισσότερο από έναν χρόνο. Επίσης δεν σημαίνει για πάντα», τονίζει χαρακτηριστικά και προσθέτει: «δεν βλέπω να υπάρχει καμία διάθεση να εγκαταλείψουμε αυτή τη συμφωνία και δεν πιστεύω ότι είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας να αμφισβητήσει τη συμφωνία του περασμένου χρόνου».
Με τη βοήθεια των κεφαλαίων με πολύ χαμηλά επιτόκια που χορηγούν ο EFSF και ο ESM, η Ελλάδα πρέπει έως το 2018 να είναι σε καλό δρόμο και να μην χρειάζεται πρόσθετη βοήθεια, τονίζει και προσθέτει ότι χάρη στη φθηνή χρηματοδότηση η εξοικονόμηση για τον ελληνικό προϋπολογισμό είναι της τάξης των 8 δισ. ευρώ κάθε χρόνο, δηλαδή περίπου στο 4,5% του ΑΕΠ.
Εξηγεί ότι δύο «επώδυνες διαδικασίες», η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας κόστους, «έγιναν και δεν χρειάζεται να επαναληφθούν», ενώ ενθαρρύνει την κυβέρνηση να συνεχίσει με τα εναπομείναντα θέματα των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, στην ενέργεια και στην κοινή ωφέλεια «ώστε να δρέψει τους καρπούς της υψηλότερης ανάπτυξης στο μέλλον». «Αν αυτό συμβεί, όπως προβλέπεται στο πρόγραμμα, δεν βλέπω καμία ανάγκη για νέο πρόγραμμα μετά το 2018», συμπληρώνει.
Ο ίδιος βάζει φρένο και στις προσδοκίες και για την έγκαιρη εξειδίκευση των μέτρων μείωσης του χρέους, παραπέμποντας στο τέλος του προγράμματος το 2018 για τα μεσομακροπρόθεσμα μέτρα.
Αναγνωρίζει ότι το ΔΝΤ θα προτιμούσε να ληφθούν αποφάσεις νωρίτερα, αλλά υπάρχει σοβαρός λόγος να το κάνουμε αργότερα γιατί τότε θα μπορούμε να είμαστε πιο σίγουροι για τις πραγματικές ανάγκες της Ελλάδας.
Χαρακτηρίζει το ΔΝΤ πολύτιμο εταίρο στο πρόγραμμα προσαρμογής, λέγοντας ότι το Eurogroup επιθυμεί τη συμμετοχή του ταμείου.
Ο κ Ρέγκλινγκ χαρακτηρίζει ενοχλητικές τις αμφισβητήσεις του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων από κάποιους υπουργούς, λέγοντας ότι αυτό δείχνει ότι δεν υπάρχει πλήρης ιδιοκτησία του προγράμματος στο σύνολο της κυβέρνησης. Σημειώνει ωστόσο με νόημα, ότι ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Οικονομικών δεν έχουν κάνει ανάλογα σχόλια.
Προσθέτει ότι η δεύτερη αξιολόγηση μπορεί να ξεκινήσει και πριν από τις αρχές Οκτωβρίου, καθώς αφορά σημαντικά θέματα, όπως τα εργασιακά, την ενέργεια, τις ιδιωτικοποιήσεις και τη δημόσια διοίκηση, για αυτό θα χρειαστεί κάποιο χρόνο.
Υπογραμμίζει ότι δε θα χρειαστεί νέο πρόγραμμα, υπό την προϋπόθεση να εφαρμοστεί πλήρως το υφιστάμενο.
Ο επικεφαλής του ESM σημειώνει ότι με το τέλος του προγράμματος η Ελλάδα θα πρέπει να έχει βγει στις αγορές, γιατί δεν θα χρηματοδοτείται πλέον από τους εταίρους.
Συμφωνεί δε με την Κομισιόν στο θέμα της ΕΛΣΤΑΤ, λέγοντας ότι τα στοιχεία έχουν επικυρωθεί από τη Eurostat και είναι η βάση για το τρίτο πρόγραμμα.