Σε έναν νέο εξωδικαστικό συμβιβασμό ύψους 149,6 εκατομμυρίων δολαρίων κατέληξε η Mercedes-Benz με τις αμερικανικές αρχές, κλείνοντας ένα ακόμη κεφάλαιο στην πολύκροτη υπόθεση της παραποίησης των μετρήσεων εκπομπών ρύπων σε πετρελαιοκίνητα μοντέλα της. Η συμφωνία, την οποία ανακοίνωσε η Γενική Εισαγγελέας της Νέας Υόρκης, Λετίσια Τζέιμς, καλύπτει 48 πολιτείες των ΗΠΑ, το Πουέρτο Ρίκο και την Περιφέρεια της Κολούμπια.
Αποζημιώσεις και τεχνικές παρεμβάσεις
Σύμφωνα με τους όρους του διακανονισμού, η γερμανική εταιρεία υποχρεούται να καταβάλει το προαναφερθέν ποσό στις πολιτείες, ενώ παράλληλα προβλέπεται η καταβολή 2.000 δολαρίων ως άμεση αποζημίωση σε κάθε δικαιούχο ιδιοκτήτη ή μισθωτή οχήματος. Προϋπόθεση για τη λήψη του ποσού είναι η προσκόμιση του αυτοκινήτου για τις απαραίτητες τεχνικές επισκευές, ώστε το σύστημα εκπομπών να εναρμονιστεί πλήρως με τα νόμιμα όρια. Επιπλέον, η Mercedes-Benz δεσμεύτηκε να υιοθετήσει μια σειρά από αυστηρά εσωτερικά μέτρα ελέγχου και διαφάνειας, προκειμένου να αποτραπούν παρόμοιες αθέμιτες πρακτικές στο μέλλον.
Το χρονικό της απάτης και οι πραγματικοί ρύποι
Η υπόθεση ήρθε στο φως μετά από έρευνες που κατέδειξαν ότι η εταιρεία είχε εγκαταστήσει στα οχήματά της παράνομο λογισμικό, γνωστό ως «συσκευή αναστολής» (defeat device). Το συγκεκριμένο λογισμικό αναγνώριζε πότε το όχημα βρισκόταν υπό εργαστηριακή δοκιμή και μείωνε τεχνητά τους ρύπους. Ωστόσο, σε κανονικές συνθήκες οδήγησης στον δρόμο, τα οχήματα εξέπεμπαν οξείδια του αζώτου σε επίπεδα που ξεπερνούσαν έως και 40 φορές τα επιτρεπτά όρια της αμερικανικής νομοθεσίας.
Ένα δαπανηρό παρελθόν
Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που η Mercedes-Benz καλείται να πληρώσει ακριβά για το ζήτημα των εκπομπών ντίζελ. Το 2020, η αυτοκινητοβιομηχανία είχε έρθει σε συμφωνία για την καταβολή 2,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων, προκειμένου να διευθετήσει ομοσπονδιακές έρευνες και ομαδικές αγωγές από 250.000 Αμερικανούς καταναλωτές. Με τον τωρινό διακανονισμό, οι αρχές των ΗΠΑ στέλνουν ένα ηχηρό μήνυμα προς τη βιομηχανία για την τήρηση των περιβαλλοντικών προτύπων και την προστασία του καταναλωτικού κοινού.