Δυτικοί κολοσσοί της εστίασης, όπως τα Starbucks, τα Burger King, η Yoplait και η Häagen-Dazs, ποντάρουν σε ένα επιχειρηματικό μοντέλο που κερδίζει έδαφος στην Κίνα: την πώληση πλειοψηφικών συμμετοχών των τοπικών τους δραστηριοτήτων σε κινεζικά private equity funds, καθώς ο ανταγωνισμός στην αγορά γίνεται αδυσώπητος.
Για χρόνια οι δυτικές αλυσίδες τροφίμων και ποτών ευημερούσαν στην Κίνα χωρίς να χρειάζεται να προσαρμοστούν ουσιαστικά. Τα "premium" δυτικά brands πωλούνταν σχεδόν από μόνα τους. Σήμερα, όμως, οι αποφάσεις που λαμβάνονται από μακρινά κεντρικά γραφεία δεν επαρκούν πλέον για να διατηρηθεί μερίδιο αγοράς σε ένα περιβάλλον όπου η ταχύτητα, η τοπική προσαρμογή και η ψηφιακή στρατηγική καθορίζουν την επιβίωση.
Τα κινεζικά private equity funds κινούνται γρήγορα. Αναμορφώνουν μενού, προσαρμόζουν τιμές, επιταχύνουν την επέκταση ακόμη και σε πόλεις χαμηλότερης βαθμίδας και δεν διστάζουν να αλλάξουν διοικητικές ομάδες. Η εμπλοκή τους επιτρέπει στις επιχειρήσεις να λειτουργούν «με την ταχύτητα της Κίνας».
Στο πλαίσιο αυτό, τα Starbucks συμφώνησαν να πουλήσουν το 60% της κινεζικής τους θυγατρικής στην Boyu Capital, σε μια συμφωνία ύψους 4 δισ. δολαρίων, αποτιμώντας την επιχείρηση με την προοπτική να τριπλασιαστεί σε αξία μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Αντίστοιχα, η CPE Capital επενδύει 350 εκατ. δολάρια στην Burger King China, αποκτώντας ποσοστό 83%. Και οι δύο συμφωνίες τελούν υπό κανονιστική έγκριση και αναμένεται να ολοκληρωθούν εντός του επόμενου έτους.
Η τάση δεν περιορίζεται σε αυτές τις δύο περιπτώσεις. Τον ίδιο μήνα, η IDG Capital απέκτησε τον έλεγχο της κινεζικής δραστηριότητας της γαλλικής Yoplait, σε αποτίμηση περίπου 250 εκατ. δολαρίων.
Παράλληλα, η General Mills φέρεται να εξετάζει την πώληση των καταστημάτων Häagen-Dazs στην Κίνα, ενώ και η σουηδική Oatly έχει διερευνήσει το ενδεχόμενο αποεπένδυσης από την κινεζική αγορά.
Οι δυτικοί όμιλοι βλέπουν τη θέση τους να υποχωρεί, καθώς εγχώριοι παίκτες προχωρούν επιθετικά με ανταγωνιστικές τιμές, προηγμένες ψηφιακές πλατφόρμες και καλύτερη κατανόηση των τοπικών προτιμήσεων. Η Luckin Coffee ξεπέρασε τα Starbucks σε πωλήσεις και αριθμό καταστημάτων ήδη από το 2023, ενώ η Restaurant Brands International δυσκολεύεται να αναστρέψει τις χαμηλές επιδόσεις της Burger King στην Κίνα, με τα έσοδα ανά κατάστημα να κατατάσσονται στα χαμηλότερα διεθνώς.
Πέρα από τη χρηματοδότηση, τα εγχώρια private equity φέρνουν βαθιά γνώση του κλάδου, εμπειρία αναδιάρθρωσης και εκτεταμένα δίκτυα σχέσεων με προμηθευτές, διανομείς, ιδιοκτήτες ακινήτων και ρυθμιστικές αρχές. Oι τοπικοί επενδυτές εμπλέκονται ενεργά ακόμη και πριν την ολοκλήρωση της συμφωνίας, έτοιμοι να ενεργοποιήσουν κρίσιμες πρωτοβουλίες ανάπτυξης.
Αν και οι κοινοπραξίες με τοπικούς εταίρους δεν είναι νέο φαινόμενο στην Κίνα, η ένταση των πρόσφατων συμφωνιών υπογραμμίζει την ανάγκη βαθιάς αναδιάρθρωσης για να επιβιώσει κανείς σε μια εξαιρετικά ανταγωνιστική αγορά. Οι απαιτήσεις για ταχύτητα λανσαρίσματος νέων προϊόντων, τοπική προσαρμογή και καινοτομία αυξάνονται συνεχώς, αναγκάζοντας τις πολυεθνικές να επιλέξουν: είτε να επενδύσουν ακόμη περισσότερα κεφάλαια για να υπερασπιστούν το μερίδιό τους, είτε να μοιραστούν τον έλεγχο με έναν τοπικό εταίρο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Dairy Queen στην Κίνα, όπου το 90% των προϊόντων παγωτού είναι ειδικά σχεδιασμένα για την τοπική αγορά και δεν διατίθενται στις ΗΠΑ.
Κεντρικό ρόλο σε αυτό το μοντέλο παίζουν και οι συμφωνίες δικαιωμάτων χρήσης (royalties). Πολλές πολυεθνικές επιλέγουν να διατηρούν μειοψηφικά ποσοστά, κρατώντας όμως τον έλεγχο της πνευματικής ιδιοκτησίας και των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης του brand. Στην περίπτωση των Starbucks, τα royalties από την Boyu ενδέχεται να αποτελέσουν το πιο προσοδοφόρο σκέλος της συνολικής αποτίμησης των 13 δισ. δολαρίων που προβλέπει η εταιρεία για την κινεζική της δραστηριότητα.
Την ίδια στιγμή, οι κινεζικές θυγατρικές πολυεθνικών έχουν μετατραπεί σε ελκυστικούς στόχους για private equity funds που πιέζονται να τοποθετήσουν αδρανή κεφάλαια μετά από χρόνια υποτονικής δραστηριότητας εξαγορών. Σταθερές ταμειακές ροές, ισχυρό brand και προοπτική εξόδου μέσω IPO ή μεταπώλησης συνθέτουν ένα ελκυστικό επενδυτικό αφήγημα. Δεν είναι τυχαίο ότι η συμφωνία των Starbucks προσέλκυσε αρχικά περισσότερους από 20 ενδιαφερόμενους επενδυτές.
Πρότυπο επιτυχίας παραμένει η περίπτωση της McDonald’s China, η οποία επαναγόρασε το 2023 το μερίδιο της Carlyle, χαρίζοντας στο private equity fund απόδοση 6,7 φορές επί της αρχικής επένδυσης.
Η έξαρση των carve-out συμφωνιών στην Κίνα το 2025, με συνολική αξία 39 δισ. δολαρίων έως τις αρχές Δεκεμβρίου, αντικατοπτρίζει μια ευρύτερη αναδιάταξη. Υπό το βάρος γεωπολιτικής αβεβαιότητας, ασθενικής κατανάλωσης και έντονου ανταγωνισμού, πολλές δυτικές επιχειρήσεις αποεπενδύουν από δραστηριότητες που δεν θεωρούν πλέον στρατηγικές. Για τα κινεζικά private equity, το παράθυρο ευκαιρίας είναι ανοιχτό.