Χρηστικά

Πώς «γκρέμισαν» οι τράπεζες τα επιτόκια καταθέσεων - Έκθεση της ΤτΕ


Πώς τα επιτόκια "έπεφταν σαν ρουκέτες, αλλά ανέβαιναν σαν... φτερά" - Αποκαλυπτική έκθεση

Την τακτική των ελληνικών τραπεζών που οδήγησε σε υπερβολικά χαμηλά επιτόκια καταθέσεων σκιαγραφεί η Επιτροπή Ανταγωνισμού στην ενδιάμεση έκθεσή της για τη χαρτογράφηση των συνθηκών σε ό,τι αφορά τις καταθέσεις, τονίζοντας ότι οι τράπεζες προχώρησαν σε άμεσες και επιθετικές μειώσεις στα επιτόκια μόλις ξεκίνησε η αποκλιμάκωση των επιτοκίων της ΕΚΤ, σε πλήρη αντίθεση με την αργόσυρτη και διστακτική άνοδο που είχε προηγηθεί.

Η Επιτροπή Ανταγωνισμού καταγράφει γλαφυρά την ασυμμετρία στην τιμολογιακή πολιτική των τραπεζών (φαινόμενο «ρουκέτες και φτερά»): Κατά την περίοδο ανόδου των ευρωπαϊκών επιτοκίων (2022-2023), η προσαρμογή των ελληνικών επιτοκίων καταθέσεων ήταν εξαιρετικά αργή («φτερό»), με το ποσοστό μετακύλισης των αυξήσεων στα επιτόκια της ΕΚΤ (pass-through) να είναι ισχνό και να υπολείπεται σημαντικά του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Αντιθέτως, το 2024, όταν η ΕΚΤ άνοιξε τον κύκλο μειώσεων (Ιούνιος, Σεπτέμβριος, Οκτώβριος), η αντίδραση των τραπεζών ήταν ακαριαία («ρουκέτα»). Όπως σημειώνεται στην έκθεση, ήδη με την πρώτη μείωση του βασικού επιτοκίου τον Ιούνιο του 2024, συστημικές τράπεζες προχώρησαν άμεσα σε περικοπές στα επιτόκια προϊόντων 12μηνης και 6μηνης διάρκειας.

Μέχρι τον Νοέμβριο του 2024, και μετά την τρίτη μείωση της ΕΚΤ, το κύμα των μειώσεων είχε σαρώσει σχεδόν το σύνολο των προθεσμιακών προϊόντων, με τα επιτόκια των 6μηνων προθεσμιακών να κατρακυλούν σε επίπεδα μεταξύ 0,40% και 1,00% για τις συστημικές τράπεζες.

Αντιστροφή της λογικής: Μεγαλύτερη διάρκεια, μικρότερο επιτόκιο

Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες πρακτικές που εντόπισε η Επιτροπή είναι η αντιστροφή της παραδοσιακής τραπεζικής λογικής. Συνήθως, όσο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα δεσμεύει τα χρήματά του ένας καταθέτης (π.χ. 12 μήνες), τόσο υψηλότερο επιτόκιο επιβράβευσης αναμένει.

Ωστόσο, η έκθεση καταγράφει περιόδους εντός του 2024 όπου οι τράπεζες προσέφεραν υψηλότερα επιτόκια για μικρότερες διάρκειες (π.χ. 3 μήνες) παρά για μεγαλύτερες (6 ή 12 μήνες). Για παράδειγμα, συστημική τράπεζα αύξησε το επιτόκιο στο 3μηνο τον Ιούλιο του 2024, ενώ ταυτόχρονα μείωνε τα επιτόκια στα 6μηνα και 12μηνα προϊόντα.

Αυτή η τακτική λειτούργησε αποτρεπτικά για το «κλείδωμα» υψηλών αποδόσεων για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι τράπεζες, προβλέποντας την πτώση των επιτοκίων, δεν ήθελαν να δεσμευτούν ότι θα πληρώνουν υψηλούς τόκους στους πελάτες τους για τον επόμενο χρόνο, ωθώντας τους ουσιαστικά σε βραχυχρόνια προϊόντα που θα ανατιμολογούνταν γρήγορα προς τα κάτω.

Η πλεονάζουσα ρευστότητα

Πώς δικαιολογούν οι τράπεζες αυτή τη στάση; Η βασική αιτιολογία που κατέγραψε η Επιτροπή Ανταγωνισμού στις απαντήσεις των ιδρυμάτων είναι η «πλεονάζουσα ρευστότητα».

Ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις (Loan-to-Deposit ratio) στην Ελλάδα έχει πέσει στο 60% περίπου, ένα από τα χαμηλότερα επίπεδα στην Ευρωζώνη. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι τράπεζες «κολυμπούν» στο χρήμα των καταθετών (εισροές άνω των 60 δισ. ευρώ τα τελευταία χρόνια) και δεν έχουν ανάγκη να προσελκύσουν νέα κεφάλαια. Εφόσον η προσφορά καταθέσεων υπερκαλύπτει τη ζήτηση για δάνεια, οι τράπεζες υποστηρίζουν ότι δεν έχουν εμπορικό κίνητρο να προσφέρουν ανταγωνιστικά επιτόκια.

Στροφή προς τα επενδυτικά προϊόντα

Η έκθεση αποκαλύπτει επίσης μια στρατηγική στροφή. Αντί να αυξήσουν τα επιτόκια των κλασικών καταθέσεων, οι τράπεζες κατεύθυναν τους πελάτες τους σε εναλλακτικά προϊόντα, όπως αμοιβαία κεφάλαια, τα οποία αποφέρουν έσοδα από προμήθειες στα ίδια τα ιδρύματα.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, σε περιόδους αυξημένης ρευστότητας, οι τράπεζες στρατηγικά «οδηγούν» τα κεφάλαια των πελατών προς επενδυτικά προϊόντα, υποστηρίζοντας ότι έτσι βελτιώνουν τις αποδόσεις των πελατών, ενώ ταυτόχρονα αυξάνουν τα δικά τους μη επιτοκιακά έσοδα.

Η έκθεση σκιαγραφεί μια αγορά που λειτουργεί σε συνθήκες ολιγοπωλίου, όπου η έλλειψη ανταγωνιστικής πίεσης και η υπερβάλλουσα ρευστότητα επιτρέπουν στις τράπεζες να προσαρμόζουν τα επιτόκια κατά το δοκούν. Το αποτέλεσμα για τον μέσο αποταμιευτή ήταν η ταχύτατη απομείωση των αποδόσεων των προθεσμιακών καταθέσεων το 2024, ακυρώνοντας την όποια προσδοκία για ικανοποιητικό εισόδημα από τόκους προθεσμιακών καταθέσεων.

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις