Οικονομία

Aπώλειες 11% στην αγορά των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών


Η απουσία ισχυρών φορολογικών κινήτρων για ασφάλειες ζωής αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για άνω του 80% των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών (τόσο εταιρειών όσο και φυσικών προσώπων), καθώς αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στην απόφαση ενός ιδιώτη να συνάψει κάποιο ασφαλιστικό συμβόλαιο ζωής.

Επιπλέον, η χαμηλή ασφαλιστική συνείδηση του πληθυσμού θεωρείται πρόβλημα για πάνω από το ήμισυ των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών και αυτό ενδεχομένως οφείλεται στο ότι δεν έχει γίνει συστηματική προσπάθεια από αρμόδιους φορείς του κλάδου να καταστούν γνωστά στο ευρύ καταναλωτικό κοινό όλα τα οφέλη της ιδιωτικής ασφάλισης.

Αυτά αναφέρονται στην πρώτη κλαδική μελέτης για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, η οποία εκπονήθηκε με πρωτοβουλία του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών σε συνεργασία με την ICAP, ως δύο από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίσει ο κλάδος.

Όπως αναφέρθηκε σε σημερινή σχετική εκδήλωση του επιμελητηρίου όπου παρουσιάζεται η μελέτη, «η κλαδική μελέτη προσδιορίζει την παρουσία του κλάδου στην αγορά, θα συντελέσει εφεξής στην εμπεριστατωμένη προβολή του και θα ενισχύσει τη διαπραγματευτική του ικανότητα στις Συλλογικές διεκδικήσεις».

Αξιολογώντας τα κυριότερα προβλήματα του κλάδου της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης στην Ελλάδα σήμερα, όπως αναφέρθηκε, η υψηλή φορολογία αποτελεί πρόβλημα μείζονος σημασίας για την συντριπτική πλειονότητα των μελών του κλάδου και μάλιστα σε ποσοστό άνω του 80%.

Ένα ακόμη θέμα που απασχολεί (πάνω από το 50% των απαντήσεων της έρευνας) τον κλάδο των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, είναι ο ανταγωνισμός από τα εναλλακτικά κανάλια διανομής και κυρίως από τις τράπεζες μέσω των τραπεζοασφαλειών (bancassurance), αλλά και από το ίδιο το δίκτυο των ασφαλιστικών εταιρειών, με αποτέλεσμα να περιορίζεται η «πίτα» της αγοράς για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές.

Ζητήματα που επίσης επισημαίνονται, αλλά σε μικρότερο βαθμό, είναι η γραφειοκρατία και το υψηλό κόστος συμμόρφωσης στις νέες κανονιστικές συνθήκες και νομοθετικές ρυθμίσεις, η εξάρτηση από τις ασφαλιστικές εταιρείες, κυρίως σε θέματα ύψους προμηθειών και τιμολόγησης, καθώς επίσης και το επίπεδο εκπαίδευσης αυτών.

Πέραν όμως των προαναφερόμενων, μερίδα ασφαλιστικών διαμεσολαβητών ανέφεραν και άλλα προβλήματα, μικρότερης όμως σημασίας συγκριτικά με τα παραπάνω, όπως τον μεγάλο αριθμό των ανασφάλιστων κυκλοφορούντων οχημάτων με αποτέλεσμα την απώλεια εσόδων, καθώς και τον αθέμιτο ανταγωνισμό από μη «πιστοποιημένους» ασφαλιστές, όπως και από εταιρείες ελεύθερης παροχής υπηρεσιών (ΕΠΥ).

Επιπροσθέτως, κάποιοι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές επεσήμαναν και την έλλειψη νομοθετικού πλαισίου για την είσοδο νέων στελεχών στην αγορά (ανάγκη της καθιέρωσης του «δόκιμου» ασφαλιστικού πράκτορα).

Τέλος, από τα αποτελέσματα της έρευνας προέκυψε και η ανάγκη να καταστεί περισσότερο έντονος ο ρόλος των θεσμικών οργάνων του κλάδου, αναλαμβάνοντας πιο πολλές πρωτοβουλίες και προβάλλοντας περισσότερο τη σημασία του έργου του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή. Αναφέρθηκε μάλιστα ότι, οι εκπρόσωποι-φορείς του κλάδου πρέπει να αναλάβουν δράσεις προκειμένου να αναστραφεί η αρνητική εικόνα που υπάρχει από μέρος της κοινής γνώμης για τον ασφαλιστικό κλάδο γενικότερα εξαιτίας και κάποιων «παθογενειών» του παρελθόντος (υπόθεση «Ασπίδας κλπ).

Προοπτικές

Τα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα του εθνικού συστήματος υγειονομικής και ασφαλιστικής περίθαλψης, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα που επικρατεί για τη δυνατότητα των δημοσίων ταμείων να εξασφαλίσουν ικανοποιητικές συντάξεις μελλοντικά, εκτιμάται ότι θα ενισχύσουν σημαντικά το ρόλο της ιδιωτικής ασφάλισης στη χώρα μας στο μέλλον, ιδιαίτερα στους κλάδους υγείας, ζωής και συντάξεων.

Παράγοντες του κλάδου επισημαίνουν, ότι η νέα ευρωπαϊκή οδηγία για τη διάθεση των ασφαλιστικών προϊόντων αναμένεται να επιφέρει σημαντικές αλλαγές στη δομή και τη λειτουργία της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης και στη χώρα μας.

Το νέο κανονιστικό πλαίσιο για την ασφαλιστική διαμεσολάβηση, σε συνδυασμό με τις νέες συνθήκες που χαρακτηρίζουν την ασφαλιστική αγορά, εκτιμάται ότι θα οδηγήσουν από τη μία σε συσπείρωση των μικρών μονάδων και από την άλλη στη δημιουργία ισχυρών επιχειρηματικών σχημάτων, τα οποία θα αποτελούνται από ισχυρά δίκτυα με πανελλαδική εμβέλεια.

Για το 2020 η πορεία της ελληνικής οικονομίας θα καθοριστεί σε μεγάλο βαθμό από τις επιπτώσεις της πανδημίας του κορονοϊού (Covid-19). Ο οικονομικός αντίκτυπος εκδηλώνεται μέσω τριών διαύλων. Από την πλευρά της ζήτησης, με επιβράδυνση των ελληνικών εξαγωγών (αγαθών και υπηρεσιών), μείωση της κατανάλωσης και αναβολή των επενδύσεων. Από την πλευρά της προσφοράς, οι οικονομικές επιπτώσεις εκδηλώνονται με διατάραξη στις αλυσίδες εφοδιασμού ενδιάμεσων και κεφαλαιακών αγαθών, καθώς και με το κλείσιμο επιχειρήσεων για να περιοριστεί η πανδημία. Επιπλέον, από την πλευρά του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος η αύξηση του κόστους χρηματοδότησης (λόγω της επανατιμολόγησης των κινδύνων διεθνώς) οδηγεί στην επιδείνωση των όρων και του κόστους άντλησης νέας χρηματοδότησης για τις τράπεζες, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.

Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, μετά τη λήψη μέτρων από την Πολιτεία για τη μη περαιτέρω διασπορά του κορονοϊού, από τα τέλη του Μαρτίου, έχει μειωθεί σημαντικά η παραγωγή νέων ασφαλιστικών συμβολαίων. Εκτιμάται μάλιστα, ότι η νέα παραγωγή, η οποία αφορά περισσότερο τους επαγγελματίες που ασχολούνται με τον κλάδο ζωής, θα υποστεί μείωση άνω του 50% το διάστημα Μαρτίου-Ιουνίου 2020. Σε σχέση με τις ανανεώσεις ασφαλιστικών συμβολαίων, εκτιμάται ότι η πτώση θα είναι μικρότερη (της τάξης του 10%) και ιδιαίτερα για τον κλάδο ασφάλισης οχημάτων, τους κλάδους περιουσίας και υγείας, καθώς (πλην του κλάδου αυτοκινήτου) υπάρχει δυνατότητα καθυστέρησης πληρωμής για ένα μήνα επιπλέον της όποιας περαιτέρω ανοχής δώσει η αγορά λόγω των συνθηκών. Εκτιμάται ότι οι επιπτώσεις της κρίσης θα είναι μεγαλύτερες, τόσο για τους επαγγελματίες εκείνους που δραστηριοποιούνται σε τουριστικές κυρίως περιοχές, όσο και για τους νεοεισερχόμενους στο επάγγελμα ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές, των οποίων το χαρτοφυλάκιο είναι ακόμη σχετικά περιορισμένο. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να παραγνωριστεί το γεγονός, ότι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές οι οποίοι είναι φιλικοί και εξοικειωμένοι με την τεχνολογία και προσαρμόζονται γρήγορα στη νέα πραγματικότητα, προσπαθώντας να κάνουν συναντήσεις με τους πελάτες τους εξ αποστάσεως διατηρώντας ένα υψηλό επίπεδο service, έχουν αυξημένες πιθανότητες να ελέγξουν την πτώση και στην κατηγορία της νέας παραγωγής αλλά και στις ανανεώσεις.

Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω και παρότι οι επιπτώσεις στην εγχώρια αγορά από την πανδημία είναι πολύ δύσκολο στην παρούσα φάση να ποσοτικοποιηθούν με ακρίβεια, παράγοντες του κλάδου προβλέπουν ότι με βάση τις ισχύουσες συνθήκες και τάσεις που επικρατούν στην αγορά, το 2020 η συνολική ασφαλιστική παραγωγή θα μειωθεί και κατ' επέκταση και το μέγεθος αγοράς των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών (συνολικά έσοδα-προμήθειες), το οποίο εκτιμάται ότι θα παρουσιάσει απώλειες της τάξης του 11%. Ανάκαμψη και πάλι της αγοράς αναμένεται το 2021, χρονιά κατά την οποία εκτιμάται ότι θα καλυφθούν οι απώλειες του 2020, ενώ ομαλοποίηση της αγοράς αναμένεται και πάλι από το 2022 (αύξηση 5,3% σε αξία).

Τα στοιχεία

Σύμφωνα με τα ευρήματα, σημαντικός είναι ο ρόλος των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών στον κλάδο της ιδιωτικής ασφάλισης στη χώρα μας:

  • Πέραν των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών (ασφαλιστικοί πράκτορες, μεσίτες ασφαλίσεων, συντονιστές κλπ), ασφαλιστικά προϊόντα διατίθενται στην αγορά από τα δίκτυα των ίδιων των ασφαλιστικών εταιρειών (agency system), τις τράπεζες (bancassurance) και τα διάφορα εναλλακτικά δίκτυα (διαδίκτυο κλπ.).
  • Σύμφωνα με τελευταία στοιχεία όλων των επαγγελματικών επιμελητηρίων της χώρας, σήμερα σε ολόκληρη τη χώρα είναι εγγεγραμμένα 19.315 μητρώα ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, ενώ η συντριπτική πλειονότητα αυτών είναι ασφαλιστικοί πράκτορες. Ο μεγαλύτερος αριθμός ασφαλιστών είναι εγγεγραμμένος στο Επαγγελματικό Επιμελητήριο της Αθήνας.
  • Από τις οικονομικές καταστάσεις ενός δείγματος 60 εταιρειών του κλάδου, προκύπτει μείωση του Ενεργητικού κατά 7,6% το 2018 σε σχέση με το 2017 και αύξηση των Ιδίων Κεφαλαίων κατά 7,1%. Επίσης, τα Συνολικά Έσοδα αυξήθηκαν κατά 12%, ενώ σε σχέση με το αποτέλεσμα, τα Μικτά και τα Καθαρά Κέρδη αυξήθηκαν κατά 18,1% και 35,5% αντίστοιχα την ίδια περίοδο.
  • Ανοδικά κινήθηκε για τέταρτη συνεχή χρονιά το σύνολο της ασφαλιστικής παραγωγής (ασφάλειες ζωής και γενικές ασφάλειες) το 2019 σε σχέση με το 2018 (αύξηση 3,9%). Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το 60%-65% του συνόλου της ασφαλιστικής παραγωγής διανεμήθηκε στην αγορά από το «κανάλι» των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών.
  • Ελαφρώς ανοδικά κινήθηκε το μέγεθος της αγοράς (σύνολο εσόδων από προμήθειες) των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών την περίοδο 2013-2019 με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 2,3%. Ειδικότερα, το 2019 εκτιμάται στο ποσό των 560 εκατ. ευρώ σημειώνοντας αύξηση 3,7% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
  • Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το σύνολο της ασφαλιστικής παραγωγής ανήλθε το 2018 σε 1,311 δισ. ευρώ σημειώνοντας αύξηση 5,6% σε σχέση με το 2017. Στον κλάδο των ζημιών, η διανομή στηρίζεται κυρίως στους ασφαλιστικούς πράκτορες και τους μεσίτες ασφαλίσεων, ενώ στον κλάδο της ζωής τα ασφαλιστικά προϊόντα διανέμονται κυρίως μέσω των τραπεζών αλλά και των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών.
  • Ο κλάδος της ιδιωτικής ασφάλισης εν γένει, εκτιμάται ότι θα επηρεασθεί από τις αρνητικές συνέπειες της πανδημίας του κορονοϊού η οποία πλήττει και τη χώρα μας. Για το 2020 εκτιμάται μείωση της ασφαλιστικής παραγωγής, η οποία εκτιμάται ότι θα οδηγήσει και σε μείωση της αγοράς των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών (σε αξία) σε ποσοστό της τάξης του 11%. Οι απώλειες αναμένεται να καλυφθούν το 2021 και η αγορά να ομαλοποιηθεί και πάλι από το 2022.

Προτάσεις για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας

Δεδομένης της υπάρχουσας κατάστασης, οι βασικοί άξονες στους οποίους εκτιμάται ότι θα πρέπει να κινηθεί ο κλάδος της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης προκειμένου όχι μόνο να διατηρήσει αλλά και να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά του στην αγορά είναι:

  • Απλοποίηση διαδικασιών και έλεγχος του κόστους υπηρεσιών
  • Περαιτέρω έμφαση στη συμβουλευτική πώληση μέσω της εξατομίκευσης των αναγκών των πελατών
  • Σύναψη στρατηγικών συνεργασιών και συμμαχιών με ασφαλιστικές εταιρείες και διαμεσολαβητές τόσο του εσωτερικού όσο και του εξωτερικού
  • Συνεχής εκπαίδευση, επιμόρφωση και πιστοποίηση
  • Ενίσχυση της ασφαλιστικής συνείδησης του πληθυσμού
  • Απόκτηση εξειδίκευσης σε ειδικές αγορές του εξωτερικού, για μεγάλους και εξειδικευμένους κινδύνους
  • Αξιοποίηση της τεχνολογίας και των διαθέσιμων πληροφοριακών συστημάτων
  • Ανάληψη πρωτοβουλιών από φορείς του κλάδου για την ενίσχυση του ρόλου της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης
  • Ανάπτυξη και διάδοση νέων καινοτόμων προϊόντων προσαρμοσμένων στις ανάγκες της εποχής (cyber insurance, microinsurance, ασφάλειες ευθύνης, peer insurance κά).