Με Άποψη

Εξάγεται ο «Μακρονισμός»;


Η πρόταση Μακρόν για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης συνοδεύεται από μια ταυτόχρονη προσπάθεια του Γάλλου προέδρου για μια ευρύτατη πολιτική συμπαράταξη στις χώρες-μέλη της ΕΕ με ορίζοντα τις ευρωεκλογές της άνοιξης του 2019 και με στόχο την ανάσχεση του αντιευρωπαϊκού λαϊκισμού. Έτσι, εύλογα τίθεται το ερώτημα αν είναι δυνατή η «συνταγή» νίκης του Μακρόν στις γαλλικές εκλογές της άνοιξης του 2017 σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Μια συνταγή που, σε ό,τι αφορά τη Γαλλία, οδήγησε, αν μη τι άλλο, στην εξαέρωση του Σοσιαλιστικού Κόμματος.

Στη σκιά της παρατεταμένης μετεκλογικής αβεβαιότητας και ρευστότητας στην Γερμανία κάθε μέρα που περνά ενισχύεται η παραδοχή ότι οι προτάσεις Μακρόν για την μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης θα είναι το σημείο αναφοράς μιας fast track συνολικής διαπραγμάτευσης που θα έχει ωφέλιμο χρόνο το τρίμηνο μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου.

Η πρόταση Μακρόν, έτσι όπως κωδικοποιήθηκε στο λόγο του Γάλλου προέδρου στη Σορβόννη στις 26 Σεπτεμβρίου, έχει ως βασικά σημεία αναφοράς τη θέσπιση θέσης Υπουργού Οικονομικών της Ευρωζώνης, που θα διαχειρίζεται έναν κοινό Προϋπολογισμό, αλλά και την δημιουργία «Βουλής του Ευρώ» – με ανοικτό ερώτημα τη σύνθεση της, αν θα προέρχεται δηλαδή από το Ευρωκοινοβούλιο ή από τα εθνικά κοινοβούλια. Αποτελεί, ουσιαστικά, μία προσπάθεια εξισορρόπησης και θεσμικής ευταξίας της ζώνης των 19 της ΟΝΕ που, αν υλοποιηθεί, θα τερματίσει τη σημερινή ανεξέλεγκτη παντοδυναμία του Eurogroup, έτσι όπως αυτή διαμορφώθηκε από την έναρξη της κρίσης την άνοιξη του 2010 μέχρι σήμερα.

Στην πρόταση Μακρόν την οποία ο Γάλλος πρόεδρος συνδέει άτυπα, αλλά ουσιαστικά, ως εγγύηση που θα κάμψει τις όποιες επιφυλάξεις και αντιρρήσεις του Βερολίνου με την πλήρη εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας, δεν υπάρχει καμιά δέσμευση ή πρόβλεψη για την αντιμετώπιση των δύο προβλημάτων που γιγαντώθηκαν στην πορεία της κρίσης της Ευρωζώνης από το 2010 και μετά: 

Την ενίσχυση της περιφερειακής απόκλισης Βορρά–Νότου 

Την παράλληλη αύξηση των κοινωνικών–ταξικών ανισοτήτων στο εσωτερικό όλων των κρατών-μελών.

Επιπλέον, θολό παραμένει σε ποιο βαθμό ο Μακρόν είναι διατεθειμένος να δεχθεί την μετατροπή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο με τις προδιαγραφές και τα προαπαιτούμενα που είχε διατυπώσει ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.

Σε ό,τι αφορά την πρόταση του Βερολίνου για έλεγχο της συμμόρφωσης με το Σύμφωνο Σταθερότητας και αυτόματη επιβολή κυρώσεων στους παραβάτες, που δεν συμμορφώνονται με το πλαφόν 3% των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, όχι πλέον από την «χαλαρή» Κομισιόν αλλά από τον ESM, φαίνεται ότι δεν βρήκε την αναμενόμενη στήριξη στο Eurogroup, ώστε να μπορεί η γερμανική πλευρά να την αναδείξει ως προαπαιτούμενο της συνολικής ευρωπαϊκής διαπραγμάτευσης.

Όμως πέραν της μεταρρύθμισης της Ευρωζώνης ο Μακρόν δραστηριοποιείται για την συγκρότηση μιας ευρύτατης δημοκρατικής συμπαράταξης εναντίον του αντιευρωπαϊκού λαϊκισμού, μια προσπάθεια εξαγωγής σε Ε.Ε–Ευρωζώνη της συνταγής που του χάρισε πέρυσι τη νίκη στην Γαλλία.

Σε τι ακριβώς συνίσταται η πρωτοβουλία Μακρόν με ορίζοντα τις ευρωεκλογές της άνοιξης του 2019; Στοχεύει στη σύμπηξη μιας εκλογικής συμμαχίας δημοκρατικών δυνάμεων που θα στηρίζουν μια πρόταση, ένα σχέδιο μεταρρύθμισης ΕΕ–Ευρωζώνης  και θα φράξουν τον δρόμο στις δυνάμεις της λαϊκιστικής ακροδεξιάς;

Ή μήπως, ευρύτερα, στοχεύει στην εξαγωγή της συνταγής υπέρβασης  της  διπολικής αντιπαράθεσης Δεξιάς-Αριστεράς, που ήταν η εκλογική συνταγή επιτυχίας του Γάλλου προέδρου στις προεδρικές και στις βουλευτικές εκλογές; Αποτελεί η «υπέρβαση» αναγκαίο βήμα, ένα ρεαλιστικό, δηλαδή, σύγχρονο «Λαϊκό Μέτωπο», απέναντι στην απειλή της ακροδεξιάς ή μια κύρια στόχευση που αναζητά νομιμοποιητικό άλλοθι; Κύρια στόχευση με την έννοια της εκκαθάρισης του τοπίου, ώστε να υπάρχουν οι μικρότερες δυνατές αντιστάσεις σε διαρθρωτικές αλλαγές ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων και συρρίκνωσης του Κράτους Πρόνοιας, αλλά και τη νομιμοποίηση μιας εξωραϊσμένης, αλλά άθικτης στην αντιαναπτυξιακή της ουσία, μόνιμης δημοσιονομικής λιτότητας; Στους λίγους μήνες της διακυβέρνησής του, ο Μακρόν, με τα δείγματα γραφής που έδωσε, δεν διασκέδασε τους φόβους ότι  κλίνει προς την δεύτερη εκδοχή. Έτσι, τη στιγμή που μέχρι πριν από λίγο οι Σοσιαλδημοκράτες στην Γερμανία φαίνονταν αποφασισμένοι να εγκαταλείψουν την Ατζέντα 2010 του Σρέντερ, ο Μακρόν αναζητά πανευρωπαϊκό μέτωπο κατά της ακροδεξιάς γύρω από μια κοινωνική-οικονομική πλατφόρμα που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ευρωπαϊκή αναγωγή της Ατζέντας 2010!

Και όχι μόνο. Η πρόταση Μακρόν για την Ευρωζώνη, ως βάση ενός γαλλογερμανικού συμβιβασμού, αν δεν εμπλουτισθεί με εργαλεία άμβλυνσης γεωγραφικών και κοινωνικών ανισοτήτων και αποκλίσεων θα κινδυνεύει να μας θυμίσει την πρόταση των Σόιμπλε–Λάμερς, το Σεπτέμβριο του 1994, για δημιουργία σκληρού ευρωπαϊκού πυρήνα ενισχυμένης πολιτικής συνοχής.

Η τοποθέτηση της Αριστεράς  είναι δεδομένη ως αρνητική στον «Μακρονισμό», καθώς στην ουσία την καλεί να αυτοαναιρεθεί, να αυτοδιαλυθεί, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την εξαέρωση του Σοσιαλιστικού Κόμματος στην Γαλλία. Σε ό,τι αφορά τις προτάσεις Μακρόν για την Ευρωζώνη και την προοπτική εκλογικής συνεργασίας ενόψει των ευρωεκλογών του 2019, είναι σαφές ότι η σύμπλευση δεν μπορεί να προεξοφληθεί με μόνο κοινό παρονομαστή  το φόβητρο της ακροδεξιάς, ούτε με μοναδικό κίνητρο την πολιτική πλαισίωση της Ευρωζώνης.

Εξάγεται ο «Μακρονισμός», η συνταγή πολιτικής σταθεροποίησης στο «παρά πέντε», με τον κανιβαλισμό της Σοσιαλδημοκρατίας κατά κύριο λόγο και δευτερευόντως της Δεξιάς για την δημιουργία μιας κεντρώας παράταξης; Σε ό,τι αφορά την Ιταλία, το πρώτο που μπορούμε να παρατηρήσουμε είναι ότι ο ορίζοντας είναι πιο κοντινός από τις ευρωεκλογές του 2019, στον οποίο φέρονται να επικεντρώθηκαν οι Μακρόν – Ρέντσι στην πρόσφατη συνάντηση τους στις αρχές Δεκεμβρίου στο Παρίσι. Το επείγον ερώτημα που στην πραγματικότητα θα πρέπει να απασχόλησε τον πρόεδρο της Γαλλίας και τον πρώην πρωθυπουργό της Ιταλίας και ηγέτη του Δημοκρατικού Κόμματος, είναι οι βουλευτικές εκλογές στην Ιταλία, που θα διεξαχθούν στις αρχές  Μαρτίου.

Με άλλα λόγια, το ερώτημα αν μπορεί να εφαρμοσθεί στην Ιταλία η συνταγή Μακρόν, η οποία την άνοιξη του 2017 ανέκοψε το ρεύμα της Λεπέν και του Εθνικού Μετώπου, με κόστος την εξαέρωση των Σοσιαλιστών και την εκλογική συρρίκνωση της Δεξιάς, δηλαδή του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, ένας προβληματισμός που εκ των πραγμάτων ακυρώνεται από την επίσπευση των εκλογών που αρχικά είχαν προγραμματισθεί για τα τέλη Μαΐου.

Ο στόχος προφανής: Κάτω από την ομπρέλα μιας πανευρωπαϊκής πρωτοβουλίας, ο Ρέντσι να επανιδρύσει μια κεντρώα παράταξη και να αποτρέψει την εκλογική πρωτιά του ετερόκλητου λαϊκιστικού και ευρωσκεπτικιστικού Κινήματος των Πέντε Αστέρων του Μπέπε Γκρίλο και ταυτόχρονα να μην επιτρέψει στην Φόρτσα Ιτάλια του Μπερλουσκόνι και την ακροδεξιά Λέγκα του Βορρά του Σαλβίνι, να απορροφήσουν την δυσαρέσκεια της κοινωνίας από τη μόνιμη δημοσιονομική λιτότητα στην Ευρωζώνη.

Η εξαγωγή του «Μακρονισμού» στην Ιταλία μοιάζει δύσκολη, πρώτα από όλα γιατί ο Ρέντσι κινήθηκε στην γραμμή  μεταρρυθμίσεις–διαρθρωτικές αλλαγές στη χώρα και πολιτική πλαισίωση της Ευρωζώνης από το 2014 και ηττήθηκε στο δημοψήφισμα στα τέλη του 2016.

Η Ιταλία, όπως κατέδειξε η εμφατική άρνηση της κυβέρνησης Τζεντιλόνι στα τέλη του περασμένου χρόνου να πάρει πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, δεν έχει τις αντοχές για να επαναλάβει το πείραμα Μακρόν: Στη Γαλλία τα σκληρά μέτρα για εναρμόνιση με τη Γερμανία ελήφθησαν στην αρχή της θητείας ενός νέου και άφθαρτου προέδρου, ενώ στην Ιταλία στο τέλος της θητείας της Βουλής, με τον Ρέντσι να έχει διαψεύσει τις προσδοκίες και της εκλογικής του βάσης, αλλά και να μην έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη του Βερολίνου και των Βρυξελλών.

Εκεί που θα κριθεί κατά πόσον η «συνταγή» Μακρόν εξάγεται, είναι η Γερμανία, σε ποιο βαθμό δηλαδή ο Σουλτς και οι Σοσιαλδημοκράτες θα πετύχουν από τους Χριστιανοδημοκράτες και την Μέρκελ την αποδοχή των προτάσεων του Γάλλου προέδρου για την μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης.

Επί του παρόντος δεν είναι ξεκάθαρο αν οι Σοσιαλδημοκράτες στο Βερολίνο έχουν καταστήσει στους Χριστιανοδημοκράτες σαφές ότι η αποδοχή της πρότασης Μακρόν είναι προαπαιτούμενο για την συγκρότηση νέου μεγάλου συνασπισμού ή αν η πλειοδοσία τους υπέρ της ατζέντας του Γάλλου προέδρου για την Ευρωζώνη είναι αναγκαίο άλλοθι απέναντι στην εκλογική και κομματική τους βάση, για να νομιμοποιηθεί η στροφή  από τη δέσμευση για παραμονή στην αντιπολίτευση, στην αναζήτηση μιας τρίτης τετραετούς συγκυβέρνησης με τους Χριστιανοδημοκράτες.

Συμπερασματικά,  η πρόταση Μακρόν για την Ευρωζώνη αλλά και ο «Μακρονισμός» είναι σήμερα ένα ανοικτό στοίχημα που δεν έχει σταθερά κερδηθεί στην ίδια την Γαλλία, δεν είναι δεδομένο ότι θα βρει την αναγκαία για την αξιοπιστία του ανταπόκριση από το ζητούμενο νέο μεγάλο συνασπισμό στη Γερμανία ενώ, τέλος, είναι μάλλον βέβαιο ότι δεν μπορεί να αποτελέσει παράγοντα αποτροπής της μη αναστρέψιμης αποσταθεροποίησης της Ιταλίας.

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, ένας πρώτος απολογισμός της εμβέλειας της πρότασης Μακρόν για την Ευρωζώνη, αλλά και της εξαγωγιμότητας του «Μακρονισμού», θα μπορεί να γίνει στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2018.

* Το ΕΝΑ είναι ένα ανεξάρτητο, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ερευνητικό κέντρο. Αποτελεί ένα βήμα ελεύθερου διαλόγου και ένα χώρο δημιουργίας και διάδοσης εναλλακτικών ιδεών με τελικό στόχο το μετασχηματισμό τους σε εφαρμόσιμες θεωρίες και πολιτικές τόσο στην Ελλάδα όσο και σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.