Εδώλιο για τα μέλη της διοίκησης του ΤΑΙΠΕΔ, της περιόδου 2013-2014, ζητά και πάλι ο αρμόδιος εισαγγελέας που προτείνει στο Συμβούλιο Εφετών να παραπέμψει σε δίκη τους κατηγορούμενους για την υπόθεση της "μη επωφελούς αξιοποίησης" 28 ακινήτων του Δημοσίου. Ο εισαγγελέας Εφετών Ανδρέας Καραφλός, που παρέλαβε για δεύτερη φορά προς γνωμοδότηση τη δικογραφία για την υπόθεση, κρίνει ότι πρέπει να δικαστούν για κακουργηματική απιστία έξι εμπειρογνώμονες του ΤΑΙΠΕΔ. Για την ιστορία πάντως, υπενθυμίζεται, πως κοινοτικοί παράγοντες και στελέχη των Θεσμών έχουν "στραμμένο το βλέμμα τους" στην υπόθεση... Πιο αναλυτικά:
Για την υπόθεση των 28 ακινήτων εκδόθηκε πριν μερικούς μήνες βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών, μετά από παραπεμπτική πρόταση του κ. Καραφλού, το οποίο αποφάνθηκε ότι οι έξι κατηγορούμενοι του Ταμείου πρέπει να δικαστούν ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων. Κατά του βουλεύματος όμως ασκήθηκε αναίρεση από τον Άρειο Πάγο, μετά από σχετικό αίτημα που υπέβαλαν οι συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορουμένων. Έτσι η δικογραφία επέστρεψε στην Εισαγγελία Εφετών η οποία όρισε τον κ. Καραφλό να υποβάλει εκ νέου πρόταση ώστε να κριθεί ξανά η υπόθεση.
Μεταξύ των προσώπων που είναι αντιμέτωπα με την κακουργηματικού βαθμού κατηγορία είναι τρεις Ευρωπαίοι τεχνοκράτες οι οποίοι συμμετείχαν στο Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων του Ταμείου, της επίμαχης περιόδου, με συμβουλευτικό αντικείμενο εργασίας. Η δίωξη σε βάρος τους αλλά και η παραπομπή τους σε δίκη με το αναιρεθέν βούλευμα, έχει προκαλέσει ενόχληση στις Βρυξέλλες αλλά και στις χώρες καταγωγής τους Ιταλία, Ισπανία και Σλοβακία. Οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι, ο Ιταλός και ο Ισπανός, έχουν διατελέσει επικεφαλής των Κτηματικών Υπηρεσιών των χωρών τους, ενώ ο Σλοβάκος πρόεδρος του Χρηματιστηρίου της Σλοβακίας.
Όπως μεταδίδει το ΑΠΕ, στην αναίρεση κατά του βουλεύματος που έκανε δεκτή ο Άρειος Πάγος, η υπεράσπιση των κατηγορουμένων επικαλούνταν κυρίως διάταξη του 2016 η οποία ορίζει ότι: «Οι εμπειρογνώμονες, τα μέλη Συμβουλίων Εμπειρογνωμόνων ή τα μέλη άλλων γνωμοδοτικών οργάνων της εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της δεν υπέχουν αστική ή ποινική ευθύνη για γνωμοδοτήσεις τους, εφόσον οι τελευταίες έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τις προβλεπόμενες από το νόμο διαδικασίες ή τα οριζόμενα στους εσωτερικούς κανονισμούς και τα καταστατικά τους, γεγονός που τεκμαίρεται αν έχει ακολουθήσει θετικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου».
Ο φάκελος της δικογραφίας αφορά τα 28 ακίνητα, μεταξύ των οποίων πέντε κτίρια των υπουργείων Πολιτισμού, Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, Υγείας και Παιδείας, 13 κτίρια ΔΟY και πέντε κτίρια της Αστυνομίας, που μεταβιβάστηκαν στο ΤΑΙΠΕΔ με σκοπό την πώληση και λειτουργική μίσθωση τους (sale-and-lease-back), για 20 χρόνια.
Η συναλλαγή, που ελέγχθηκε από τους Εισαγγελείς Διαφθοράς μετά από μηνυτήρια αναφορά δικηγόρων του Πειραιά, ολοκληρώθηκε το Μάιο του 2014 με ομόφωνη εισήγηση του συμβουλίου εμπειρογνωμόνων και απόφαση του ΔΣ του ΤΑΙΠΕΔ και αφορά δυο συμβάσεις πώλησης και 28 συμβάσεις επαναμίσθωσης για 20 χρόνια με αντισυμβαλλόμενα μέλη το ελληνικό Δημόσιο και δυο αναδόχους (Eurobank Properties, ΕΘΝΙΚΗ Πανγαία). Το συνολικό τίμημα ανήλθε σε 261 εκατομμύρια ευρώ ενώ το Δημόσιο ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλλει ετησίως μισθώματα που για το πρώτο έτος ανέρχονταν σε 25,5 εκατομμύρια ευρώ.
Κατά τους Εισαγγελείς Διαφθοράς που άσκησαν τη δίωξη για την υπόθεση, η επίμαχη διαδικασία αποδείχθηκε ασύμφορη με απειλή οικονομικής ζημιάς του Δημοσίου. Οι εισαγγελείς έκριναν πως οι έξι εμπειρογνώμονες θα μπορούσαν «λόγω των γνώσεων και των ικανοτήτων τους» να εισηγηθούν τροποποίηση των όρων συναλλαγής, ώστε η αξιοποίηση των ακινήτων να καταστεί συμφέρουσα, πλην όμως δεν το έπραξαν «και γνωμοδότησαν ομόφωνα ότι η διαδικασία που τηρήθηκε ήταν επωφελής».