Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε την ενεργοποίηση τεσσάρων ακόμη διαδικασιών επί παραβάσει κατά του Ηνωμένου Βασιλείου, οι οποίες είναι πιθανόν να καταλήξουν σε παραπομπή στην ευρωπαϊκή δικαιοσύνη, για μη τήρηση των ρυθμίσεων που προβλέπονται από το πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας.
Συνολικά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ενεργοποιήσει επτά διαδικασίες επί παραβάσει κατά του Λονδίνου για το βορειοϊρλανδικό πρωτόκολλο, που αποτελεί πηγή έντασης ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις Βρυξέλλες.
«Παρά τις συνεχείς εκκλήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, των 27 μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου, η βρετανική κυβέρνηση δεν το έχει κάνει», αναφέρεται σε ανακοίνωση της Κομισιόν.
Η Επιτροπή επικρίνει το Ηνωμένο Βασίλειο για την άρνησή του «να συμμετάσχει σε σοβαρή συζήτηση για το θέμα από τον περασμένο Φεβρουάριο», καθώς και «την ψήφιση του νόμου για την μονομερή αναθεώρηση του πρωτοκόλλου της Βόρειας Ιρλανδίας από το βρετανικό κοινοβούλιο». Οι βρετανοί βουλευτές ψήφισαν στο τέλος του Ιουνίου σε πρώτη ανάγνωση το νομοσχέδιο, το οποίο θεωρείται παράνομο από την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Οι νέες διαδικασίες επί παραβάσει αφορούν την μη τήρηση των τελωνειακών υποχρεώσεων και τον έλεγχο των εμπορευμάτων που κατευθύνονται από την Βόρεια Ιρλανδία προς την Βρετανία (γεγονός που αυξάνει το κίνδυνο λαθρεμπορίου μέσω των βορειοϊρλανδικών συνόρων), την μη τήρηση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας κυρίως σε ό,τι αφορά την φορολόγηση του αλκοόλ και την επιβολή ΦΠΑ επί του ηλεκτρονικού εμπορίου.
Οι τρεις προηγούμενες διαδικασίες αφορούσαν την μη τήρηση των ρυθμίσεων για την πιστοποίηση στην διακίνηση αγροδιατροφικών προϊόντων, των υποχρεώσεων για υγειονομικούς ελέγχους και την μη κοινοποίηση στην ΕΕ ορισμένων στατιστικών δεδομένων σχετικά με τις εμπορικές ανταλλαγές που αφορούν την Βόρεια Ιρλανδία.
Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει στην διάθεσή του δύο μήνες για να απαντήσει στις επιστολές της Κομισιόν και για να λάβει μέτρα συμμόρφωσης προς τους όρους του πρωτοκόλλου.
Το πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας αποτέλεσε αντικείμενο δύσκολων διαπραγματεύσεων ανάμεσα στις Βρυξέλλες και το Λονδίνο στο πλαίσιο της διαδικασίας διαζυγίου ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Το πρωτόκολλο προβλέπει ότι η βρετανική επαρχία της Βόρειας Ιρλανδίας παραμένει στην ενιαία αγορά για τα αγαθά, πράγμα που σημαίνει ότι οι εισαγωγές από το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο υπόκεινται σε τελωνειακές δηλώσεις και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τελωνειακούς ελέγχους κατά την άφιξή τους.
Η διευθέτηση που έφερε το Πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας είχε ως στόχο την αποφυγή της επαναφοράς του συνόρου ανάμεσα στην Δημοκρατία της Ιρλανδίας, και μέλος της ΕΕ, και την Βόρεια Ιρλανδία, επαρχία του Ηνωμένου Βασιλείου, γεγονός που θα απειλούσε την ειρηνευτική συμφωνία του 1998 που έθεσε τέλος στην τριακονταετία των Troubles. Καθώς είναι προφανές ότι κάπου θα έπρεπε να ορισθεί το σύνορο ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ενωση και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ρυθμίσεις του Πρωτοκόλλου το τοποθέτησαν στην θάλασσα που χωρίζει την Βρετανία από την Βόρεια Ιρλανδία.