Διεθνή

Brexit, τρία χρόνια μετά: Εθελοτυφλία, άρνηση και συμφωνίες στον αέρα


Πριν από μερικές μέρες, ένα από τα πιο δημοφιλή πολιτικά προγράμματα του BBC είχε καλεσμένο μεταξύ άλλων και τον Μισέλ Μπαρνιέ, πρώην επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας της ΕΕ για το Brexit. Η δημοσιογράφος της σχετικής εκπομπής απευθυνόμενη σε αυτόν ρώτησε γιατί η ΕΕ δεν έχει κάνει περισσότερα (και νωρίτερα) για να λύσει τα προβλήματα με το πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας.

Δηλαδή, τη συμφωνία που υπέγραψαν και οι δυο πλευρές (EE και Ηνωμένο Βασίλειο) και που μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, καθιερώνει τελωνειακούς ελέγχους μεταξύ Β. Ιρλανδίας και Μεγάλης Βρετανίας και υιοθετεί τα ευρωπαϊκά πρότυπα για τα προϊόντα της πρώτης.

Ο άνθρωπος γέλασε… Μαζί του και αρκετοί θεατές πιθανότατα, γιατί αυτή είναι ακόμα η αντίληψη μερίδας των δεξιών ψηφοφόρων και υπερασπιστών του Brexit, ότι δηλαδή η ΕΕ πρέπει να βρει τις λύσεις που θα ικανοποιήσουν τη χώρα, λησμονώντας ότι το Ηνωμένο Βασίλειο ψήφισε την αποχώρηση στο δημοψήφισμα του 2016 (ένα δημοψήφισμα που δρομολογήθηκε για καθαρά εσωκομματικούς λογούς του Συντηρητικού κόμματος), άρχισε τη διαδικασία της αποχώρισης χωρίς κανένα σχέδιο και απέρριψε κάθε πρόταση που δεν θα μπορούσε να «πουλήσει» στους ψηφοφόρους της η λαϊκίστική Δεξιά.

Το Πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας που είναι ακόμα υπό διαπραγμάτευση -και σύμφωνα με τον βρετανικό Τύπο τις τελευταίες μέρες, διαμορφώνεται υπέρ της χώρας- είναι ενδεικτικό της εθελοτυφλίας των Συντηρητικών. Και αν δεν βρεθεί σύντομα λύση όπως ευελπιστεί η κυβέρνηση, η παραλυσία του τοπικού κοινοβουλίου, της Β. Ιρλανδίας, θα συνεχιστεί επ’ αόριστον, αυξάνοντας τις εντάσεις στην περιοχή.

Παρά τη ρητορική των πέντε διαδοχικών Πρωθυπουργών των Συντηρητικών από το 2016 με τελευταίο τον Σούνακ, και παρά την πάροδο τριών ετών από την υποτιθέμενη ολοκλήρωση του Brexit, πολύ λίγα έχουν οριστικοποιηθεί. Η ιδία η συμφωνία Εμπορίου και Συνεργασίας μεταξύ Ηνωμένου Βασιλείου και ΕΕ (η οποία δεν έχει καν εφαρμοστεί πλήρως) θα επανεξεταστεί το 2025. Αλλά και μια σειρά επιμέρους συμφωνιών δεν έχει οριστικοποιηθεί. Οι ποσοστώσεις της αλιείας για παράδειγμα, θα επανεξεταστούν το 2026. Όμως και στον χρηματοπιστωτικό τομέα, το Ηνωμένο Βασίλειο πρέπει να αποφασίσει μέχρι το τέλος του 2023 αν θα προεκτείνει το μεταβατικό προ-Brexit καθεστώς που ισχύει σήμερα και ορίζει τη λειτουργία αυτών των υπηρεσιών.

Παρά το ότι προβλήματα, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία και η πανδημία, επηρεάζουν συνολικά τη διεθνή οικονομία, το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκεται στη χειρότερη θέση μεταξύ των αναπτυγμένων χωρών. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναπροσάρμοσε την πρόβλεψη για την συρρίκνωση της οικονομίας του Ηνωμένου Βασιλείου το 2023 από – 0.3% σε – 0.6%. Το ΔΝΤ προβλέπει ανάπτυξη για τις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας, παρά την εμπόλεμη κατάσταση. Αν και το εμπόριο μεταξύ ΕΕ και Ηνωμένου Βασιλείου έχει ανακάμψει μετά την αρχική πτώση που σημειώθηκε με την αποχώρηση, η ανάπτυξη της χώρας, σε συνάρτηση με το μέγεθος της οικονομίας της, είναι πολύ μικρότερη αναλογικά με άλλα κράτη.

Η κρίση του κόστους ζωής που αντιμετωπίζουν πολλά νοικοκυριά έχει τις ρίζες της στην αποχώρηση. Σύμφωνα με έρευνα του  London School of Economics, τα νοικοκυριά έχουν ξοδέψει στους λογαριασμούς τροφίμων 210 λίρες παραπάνω σε μια περίοδο δύο χρόνων, ενώ το Brexit έχει στοιχίσει στους καταναλωτές, μέχρι το 2021, 5.8 δισ. Αυτό συμβάλλει στην αύξηση του κόστους ζωής και εντείνει την κρίση, ειδικά για τις πιο φτωχές και ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.

Η λίστα των προβλημάτων που οφείλονται στο Brexit είναι τεράστια: Πολλές μικρές επιχειρήσεις δεν μπορούν να ανταποκριθούν στη γραφειοκρατία που επιβλήθηκε. Τα πανεπιστήμια έχουν χάσει το 50% των Ευρωπαίων φοιτητών, κενό που δεν αναπληρώνεται από τους διεθνείς φοιτητές. Η διαμάχη για το Πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας, έχει μπλοκάρει τη συμμέτοχη του Ηνωμένου Βασιλείου σε ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα και επιδοτήσεις. Παρόλο που η ανεργία παραμένει σε σχετικά χαμηλά επίπεδα στο Ηνωμένο Βασίλειο, πολλές επιχειρήσεις αδυνατούν να βρουν το κατάλληλο προσωπικό και ζητούν την χαλάρωση των μεταναστευτικών μέτρων. Και η λίστα συνεχίζεται…

Πολλές δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι αντιλήψεις, τρία χρόνια μετά την επίσημη αποχώρηση έχουν αλλάξει. Ένα πρόσφατο γκάλοπ από την Ipsos  αναφέρει ότι το ποσοστό που θεωρεί ότι το Brexit πάει χειρότερα από ότι περίμεναν έχει ανέλθει στο 45%, από 28% τον Ιούνιο του 2021. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι η πολιτική σκηνή θα αλλάξει σημαντικά σε αυτό το θέμα μέχρι τις επόμενες εκλογές που θα διεξαχθούν μέσα στο 2024. Οι πρώτες δημοσκοπήσεις του 2023 δείχνουν το Εργατικό Κόμμα μπροστά από τους Συντηρητικούς κατά 20 μονάδες, αλλά εκτός από την υπόσχεση μιας καλύτερη σχέσης με την ΕΕ, ο αρχηγός των Εργατικών Κιρ Στάρμερ έχει απορρίψει την επανένταξη στην κοινή αγορά και την ελευθερία μετακίνησης. Όπως έχει δηλώσει σε πρόσφατες συνεντεύξεις, θέλει να διορθώσει το Brexit ώστε να ωφελήσει τη χώρα, όχι να το ανατρέψει. Σύμφωνα με τον Σταρμερ, ο τρόπος για να ανακτήσει η χώρα την κυριαρχία της, ένα από τα κεντρικά συνθήματα  του Brexit (Get Βack Control), είναι η μεταβίβαση περισσότερων εξουσιών στα τοπικά κοινοβούλια της Β. Ιρλανδίας, Σκωτίας και Ουαλίας. Η οικονομική κρίση όμως είναι ήδη πολύ βαθιά, οι προγνώσεις αρνητικές και η επόμενη κυβέρνηση θα είναι και πάλι αντιμέτωπη με τις συνέπειες του Brexit.

* Μαρίνα Πρεντουλή, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης και Επικοινωνίας, Πανεπιστήμιο Ανατολικής Αγγλίας, Ηνωμένο Βασίλειο- Το κείμενο περιλαμβάνεται στο 11ο Δελτίο Διεθνών & Ευρωπαϊκών Εξελίξεων του Ινστιτούτου ΕΝΑ
 

Διαβαστε επισης