To μοτίβο είναι επαναλαμβανόμενο όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται ενώπιον σημαντικών αποφάσεων. Διχάζεται, αδυνατεί να υιοθετήσει μια κοινή στρατηγική και αναδεικνύει στην επιφάνεια παθογένειες που την εμποδίζουν διαχρονικά να παρουσιάζει μία συμπαγής πολιτική.
Το σχέδιο για τη χρήση των «παγωμένων» ρωσικών κεφαλαίων «κάηκε» ολοσχερώς και η απόφαση για κοινό δανεισμό 90 δισ.ευρώ προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η Ουκρανία, συνοδεύτηκε από αστερίσκους και εξαιρέσεις χωρών.
Οι αποφάσεις για τη στήριξη της Ουκρανίας μοιάζουν περισσότερο μ΄ έναν συμβιβασμό που «αγοράζει χρόνο» παρά λύνει το πρόβλημα. Και αυτή την φορά η προσπάθεια των Βρυξελλών να κρύψουν κάτω από το χαλί τις βαθιές πολιτικές και στρατηγικές διαφωνίες στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν στέφθηκε με επιτυχία.
Η ουκρανική κρίση επανάφερε στην επιφάνεια παλιά ευρωπαϊκά ρήγματα και τις διαφορετικές αναγνώσεις που υπάρχουν αναφορικά με την χάραξη-υιοθέτηση κοινής γραμμής. Το μήνυμα που εκπέμπεται προς το Κίεβο είναι αντιφατικό: πολιτική στήριξη μεν, αλλά με καθυστερήσεις και εσωτερικές αμφισβητήσεις.
Η Σύνοδος Κορυφής επιβεβαίωσε ότι το ουκρανικό δεν είναι απλώς ένα ακόμη ζήτημα εξωτερικής πολιτικής, αλλά καταλύτης για το μέλλον της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ερώτημα παραμένει ανοιχτό: μπορεί η Ευρώπη να περάσει από τους αναγκαστικούς συμβιβασμούς σε μια πραγματικά κοινή στρατηγική;
Ο διάλογος με τη Ρωσία
Ένα ερώτημα που επίσης χρήζει απάντησης και η Ε.Ε. δεν έχει πειστική επιχειρηματολογία είναι γιατί απορρίπτει μετά… βδελυγμίας, την απευθείας επικοινωνία με το Κρεμλίνο και τον Πούτιν; Τα τελευταία 24ωρα υπάρχουν ευρωπαίοι ηγέτες, όπως ο Μακρόν, που απομακρύνονται από αυτή την εμμονική στάση, διαβλέποντας πως η εν λόγω αρτηριοσκληρωτική διπλωματική προσέγγιση, αποτελεί τροχοπέδη για την επίτευξη του μείζονα στόχου- για όλους τους εμπλεκομένους- που δεν είναι άλλος από τον τερματισμό του πολέμου.
Η μέχρι σήμερα στρατηγική της ΕΕ βασίστηκε σχεδόν αποκλειστικά στη στήριξη της Ουκρανίας – στρατιωτικά, οικονομικά και πολιτικά. Όσο, όμως, ο χρόνος περνά, γίνεται όλο και πιο σαφές ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να αγνοεί επ’ αόριστον τη διπλωματική διάσταση, ακόμη κι αν αυτή είναι πολιτικά δύσκολη.
Χωρίς κοινή στρατηγική και σαφή εντολή από τις Βρυξέλλες, ωστόσο, οποιαδήποτε απόπειρα διαλόγου κινδυνεύει είτε να υπονομευθεί εκ των έσω είτε να εμφανιστεί ως αποσπασματική και αναποτελεσματική.
Νώντας Βλάχος