Οικονομία

Στο χέρι των τραπεζών η εξωδικαστική ρύθμιση χρεών


Θα καταθέτουν πρόταση αναδιάρθρωσης σε όποιον θέλουν και... αν θέλουν, σύμφωνα με το νομοσχέδιο του υπ. Οικονομικών

Ένα νέο εξωδικαστικό μηχανισμό που μπορεί να οδηγήσει σε ευνοϊκή ρύθμιση ή και σε μερικό «κούρεμα» οφειλών προς τις τράπεζες, το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία επιχειρεί να δημιουργήσει η κυβέρνηση με το νέο πλαίσιο για τη ρύθμιση οφειλών που κατατέθηκε στη Βουλή. Όμως, από τις προτεινόμενες διατάξεις του νομοσχεδίου γίνεται σαφές ότι ακόμη και αν πληροί όλες τις προϋποθέσεις του νόμου, ο οφειλέτης δεν μπορεί να φθάσει στον... παράδεισο της ρύθμισης παρά μόνο αν συναινέσουν οι τράπεζες,

Σε αντίθεση με το νόμο Κατσέλη, που υπό όρους και προϋποθέσεις παρήγαγε αποτελέσματα ρύθμισης οφειλών δεσμευτικά για τις τράπεζες με βάση δικαστική απόφαση, το νέο πτωχευτικό νομοσχέδιο δημιουργεί έναν εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών, στο όνομα της γρήγορης διεκπεραίωσης των υποθέσεων, ο οποίος όμως μετατρέπει τις τράπεζες σε... δικαστές, χωρίς μάλιστα να διέπονται οι αποφάσεις τους από κάποιους δεσμευτικούς κανόνες.

Ουσιαστικά, ο νομοθέτης αφήνει στις τράπεζες τον πρώτο και τελευταίο λόγο για το αν και πώς θα γίνει η ρύθμιση των οφειλών, επιτρέποντας τεράστια περιθώρια αυθαιρεσίας στις αποφάσεις τους.

Χωρίς υποχρέωση

Εξαρχής, στο σχετικό άρθρο του νομοσχεδίου, δηλώνεται ρητά ότι οι τράπεζες και εταιρείες διαχείρισης δανείων (χρηματοδοτικοί φορείς) «διατηρούν διακριτική ευχέρεια ως προς την υποβολή πρότασης ρύθμισης οφειλών και ως προς το περιεχόμενό της και δεν υποχρεούνται να υποβάλλουν προτάσεις σε όλες τις περιπτώσεις που τους απευθύνεται αίτηση».

Σε απλούστερη απόδοση, οι τράπεζες και τα funds μπορούν να κάνουν σε όποιον θέλουν, όποια πρόταση ρύθμισης θέλουν, ή και να μην κάνουν πρόταση ρύθμισης, χωρίς να έχουν την παραμικρή υποχρέωση να εξηγήσουν τις αποφάσεις τους.

Ακόμη χειρότερα, οι τράπεζες και τα funds αποφασίζουν και για τη ρύθμιση χρεών στο Δημόσιο και στα ασφαλιστικά ταμεία. Όπως αναφέρεται στο νομοσχέδιο, «αποτελέσματα ως προς το σύνολο των χρηματοδοτικών φορέων και, υπό τις προϋποθέσεις του παρόντος, ως προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης παράγονται εντούτοις, εφόσον η πλειοψηφία των χρηματοδοτικών φορέων αποδέχεται την αίτηση και συναινεί στη διατύπωση συγκεκριμένης πρότασης ρύθμισης οφειλών».

Μόνο ρύθμιση-πακέτο

Δηλαδή, αν ένας οφειλέτης έχει χρέη σε τράπεζες, εφορία και ασφαλιστικά ταμεία, δεν μπορεί να ρυθμίσει μόνο τα χρέη προς το Δημόσιο και τα ταμεία με τους ευνοϊκούς όρους που προβλέπει το νομοσχέδιο -έως 240 δόσεις- παρά μόνο αν πει το «ναι» στο συνολικό σχέδιο αναδιάρθρωσης η πλειοψηφία των χρηματοδοτικών φορέων. Οι οποίοι, όπως προαναφέρθηκε, δεν έχουν καν την υποχρέωση να προτείνουν σχέδιο ρύθμισης ακόμη και σε οφειλέτες που πληρούν τις τυπικές προϋποθέσεις του νόμου.

Περαιτέρω, στο άρθρο 14 του νομοσχεδίου, το οποίο αναφέρεται στην υπογραφή και τις μορφές σύμβασης αναδιάρθρωσης, εξηγείται ότι: «Μετά την υποβολή της αίτησης, οι συμμετέχοντες πιστωτές που είναι χρηματοδοτικοί φορείς (σ.σ.: και όχι οι δημόσιοι φορείς) δύνανται να καταθέσουν πρόταση ρύθμισης προς τον οφειλέτη. Αν η πρόταση εξασφαλίσει τη συναίνεση του οφειλέτη, της πλειοψηφίας (ως προς την αξία των σχετικών απαιτήσεων) των πιστωτών που είναι χρηματοδοτικοί φορείς και τουλάχιστον του ποσοστού συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο, υπογράφεται μεταξύ των συναινούντων πιστωτών και του οφειλέτη η σύμβαση αναδιάρθρωσης (που δύναται να συναφθεί και ως πολλαπλές διμερείς συμφωνίες με ταυτόσημο περιεχόμενο)».

Προϋπόθεση- «κόφτης»

Κατά τα άλλα, το προτεινόμενο νομοσχέδιο δημιουργεί έναν εξωδικαστικό μηχανισμό που καλύπτει όλους τους ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα, φυσικά και νομικά πρόσωπα, αφού ορίζεται ότι «κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα μπορεί να υποβάλει αίτηση για εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών». Πίσω από αυτή διατύπωση, όμως, έχει τοποθετηθεί ένας σημαντικός «κόφτης», κατ' απαίτηση των τραπεζών:

  • Δεν μπορεί να υποβάλει αίτηση αναδιάρθρωσης «οφειλέτης, ο οποίος έχει εξυπηρετούμενες ή ενήμερες οφειλές προς το σύνολο των πιστωτών του, ο οποίος δεν επικαλείται γεγονότα από τα οποία να προκύπτει η επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης σε ποσοστό είκοσι τουλάχιστον 20%. Η επιδείνωση της παρούσας μπορεί να οφείλεται είτε στη μείωση των εισοδημάτων του είτε στην αύξηση των δαπανών του».

Η ασαφής αυτή διατύπωση (μείωση κατά 20% για ποια περίοδο και σε σχέση με ποια περίοδο;) αποσαφηνίζεται στο νομοσχέδιο έμμεσα καθώς γίνεται αναφορά στο εισόδημα της προηγούμενης χρονιάς από το έτος κατάθεσης της αίτησης. Δηλαδή, για παράδειγμα, αν καταθέσει κάποιος την αίτησή του το 2021, όταν θα έχει τεθεί σε ισχύ ο νόμος, θα πρέπει να αποδεικνύεται ότι μειώθηκε τουλάχιστον κατά 20% το εισόδημά του το 2020, σε σχέση με το 2019.

Πρέπει να σημειωθεί ότι, λόγω των ιδιαίτερων συνθηκών του 2020, με την πανδημία, μεγάλος αριθμός εμπόρων, επαγγελματικών και επιχειρήσεων θα έχουν εμφανίσει μείωση εισοδήματος άνω του 20%, γι' αυτό και, σύμφωνα με πληροφορίες, εξετάζεται να αυξηθεί το ποσοστό πριν την ψήφιση του νομοσχεδίου.

Πρωτοβουλία πιστωτών

Σημειώνεται ότι η διαδικασία μπορεί να κινηθεί και αντίστροφα, δηλαδή το Δημόσιο, οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, ή οι χρηματοδοτικοί φορείς μπορούν  να κινήσουν τη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών, κοινοποιώντας στον οφειλέτη με ηλεκτρονική επιστολή ή με δικαστικό επιμελητή ή με συστημένη επιστολή τη σχετική αίτησή τους.

Η αίτηση του οφειλέτη για την εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών υποβάλλεται ηλεκτρονικά στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) με τη χρήση της Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Εξωδικαστικής Ρύθμισης Οφειλών. Πρέπει να είναι μια αίτηση που περιέχει στοιχεία επαρκή για να γίνει πλήρης «χαρτογράφηση» της οικονομικής κατάστασης του οφειλέτη (πλήρη στοιχεία του οφειλέτη, . κατάλογο όλων των προσώπων και φορέων που έχουν απαιτήσεις (π.χ. προμηθευτών ή εργαζόμενων), κατάλογο των κινητών και ακινήτων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη στην Ελλάδα και την αλλοδαπή, πλήρη περιγραφή των βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων, δήλωση για κάθε μεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη που έγινε εντός των τελευταίων πέντε (5) ετών πριν από την υποβολή της αίτησης).

Εκτός από αυτά τα στοιχεία, όμως, ο οφειλέτης παρέχει άδεια επεξεργασίας των στοιχείων του από τους πιστωτές, η οποία συνεπάγεται και την άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων.

Οι χρόνοι της διαδικασίας είναι εξαιρετικά σύντομοι. Ορίζεται ότι, αν δεν υπογραφεί η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών εντός δύο μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, η διαδικασία θεωρείται περατωθείσα ως άκαρπη. Εντός της προθεσμίας αυτής, οι συμμετέχοντες πιστωτές που είναι χρηματοδοτικοί φορείς έχουν τη δυνατότητα να απορρίψουν την αίτηση του οφειλέτη και να μην καταθέσουν πρόταση ρύθμισης. Την ημερομηνία κοινοποίησης της απόρριψης, η διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης περαιώνεται άμεσα ως άκαρπη, όπως αναφέρει το νομοσχέδιο.

Η ρύθμιση χρεών προς το Δημόσιο και τα ταμεία

Ειδικότερα για τα χρέη προς την εφορία και ταμεία, το νομοσχέδιο ορίζει ότι το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης μπορούν να προβούν, σε πολυμερή βάση, σε αναδιάρθρωση, καθώς και διαγραφή των οφειλών προς αυτούς. Προηγουμένως, όμως, πρέπει να έχουν συμφωνήσει οι τράπεζες και τα funds. Όπως αναφέρει το νομοσχέδιο, εφόσον επιτευχθεί έγκριση σύμβασης από τους χρηματοδοτικούς φορείς και τον οφειλέτη, κοινοποιείται προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, στον βαθμό που τους αφορά, μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας. Στην περίπτωση αυτή, η σύμβαση γίνεται αποδεκτή από το Δημόσιο ή το Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, κατά περίπτωση, εφόσον ικανοποιούνται ως προς τους φορείς αυτούς σωρευτικώς οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

  • οι απαιτήσεις του Δημοσίου και των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης δεν υπερβαίνουν, τόσο ως προς το Δημόσιο όσο και ως προς το σύνολο των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, το ποσό του ενός εκατομμυρίου πεντακοσίων χιλιάδων (1.500.000) Ευρώ,
  • το Δημόσιο και οι Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης εκπροσωπούν συνολικά ποσό απαιτήσεων μικρότερο από το σύνολο των απαιτήσεων των συμμετεχόντων χρηματοδοτικών φορέων κατά του οφειλέτη.

Επίσης, το περιεχόμενο της σύμβασης αναδιάρθρωσης θα πρέπει να έχει προκύψει από το υπολογιστικό εργαλείο που θα δημιουργηθεί στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, ώστε να γίνει δεκτό από τους φορείς του Δημοσίου, αφού μόνο στην περίπτωση αυτή απαλλάσσονται οι υπάλληλοι από αστική, ποινική ή πειθαρχική ευθύνη για την υπογραφή ή αποδοχή της συμφωνίας.

Όσον αφορά τους όρους της ρύθμισης, προβλέπεται ότι είναι άκυρος ο όρος σύμβασης αναδιάρθρωσης, που προβλέπει, μεταξύ άλλων, την αποπληρωμή οφειλών σε περισσότερες από διακόσιες σαράντα (240) δόσεις. Αντίστροφα, δηλαδή, επιτρέπεται ρύθμιση έως και σε 240 δόσεις, που είναι πολύ πιο «γενναιόδωρη» από κάθε άλλη ισχύουσα ρύθμιση χρεών προς την εφορία ή τα ταμεία. Η ελάχιστη μηνιαία δόση ορίζεται σε 50 ευρώ.

Αν στη σύμβαση αναδιάρθρωσης προβλέπεται διαγραφή οφειλών προς το Δημόσιο η τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, αυτή γίνεται κατά σειρά παλαιότητας, από την παλαιότερη οφειλή προς τη νεότερη, με κριτήριο τον χρόνο καταχώρισης της οφειλής στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων και όχι τον χρόνο λήξης της νόμιμης προθεσμίας καταβολής αυτής, είτε η καταβολή γίνεται εφάπαξ είτε σε δόσεις. Η διαγραφή των οφειλών της παρούσας τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της ολοσχερούς αποπληρωμής των ρυθμιζόμενων οφειλών προς το Δημόσιο ή τον αντίστοιχο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, αναφέρει το νομοσχέδιο. Δηλαδή, το «κούρεμα» εφαρμόζεται μόνο όταν έχει αποπληρωθεί όλο το υπόλοιπο χρέος. Σημειώνεται ότι δεν επιτρέπεται η διαγραφή βασικής οφειλής παρακρατουμένων φόρων, επιρριπτομένων φόρων προς το Δημόσιο και ασφαλιστικών εισφορών.

Τι γίνεται αν χαθεί η ρύθμιση

Σε περίπτωση ασυνέπειας του οφειλέτη στη ρύθμιση, δεν υπάρχουν περιθώρια «δεύτερης ευκαιρίας», αφού κάθε πιστωτής ξεχωριστά, στον οποίο δεν έχουν γίνει οι προβλεπόμενες πληρωμές, μπορεί να κινήσει διαδικασίες εναντίον του οφειλέτη. Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στο νομοσχέδιο,

  1. Αν ο οφειλέτης καταστεί υπερήμερος ως προς καταβολές της σύμβασης αναδιάρθρωσης, με συνέπεια το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικά είτε την αξία τριών (3) δόσεων είτε την αξία τουλάχιστον του 3% του συνολικά οφειλομένου ποσού σύμφωνα με την επιτευχθείσα ρύθμιση, οποιοσδήποτε καταλαμβανόμενος πιστωτής δύναται να καταγγείλει τη σύμβαση αναδιάρθρωσης. Καταγγελία από καταλαμβανόμενο πιστωτή συνεπάγεται την απώλεια της ρύθμισης ως προς τον πιστωτή αυτό.
  2. Η απώλεια της ρύθμισης ως προς οποιοδήποτε πιστωτή συνεπάγεται την αναβίωση των απαιτήσεων του πιστωτή αυτού στο ύψος που είχαν πριν την σύμβαση αναδιάρθρωσης, αφαιρουμένων ποσών που τυχόν καταβλήθηκαν στο πλαίσιο της ρύθμισης, ενώ τις καθιστούν ληξιπρόθεσμες και άμεσα απαιτητές. Η απώλεια της ρύθμισης ως προς καταλαμβανόμενο πιστωτή δεν ασκεί επίδραση στη νομική θέση των λοιπών καταλαμβανόμενων πιστωτών.
Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Σχετικά Άρθρα