Τράπεζες

Από trading τα μισά κέρδη των τραπεζών- Ξεπέρασαν το 1,2 δισ.


Εξαρτημένες από μη επαναλαμβανόμενα κέρδη από συναλλαγές στις αγορές παραμένουν οι ελληνικές τράπεζες, γεγονός που επισημαίνεται με αρκετή ανησυχία και από τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα. Σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στοιχεία 9μήνου, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες «έγραψαν» κέρδη ύψους 1,215 δισ. ευρώ από συναλλαγές, τα οποία αντιστοιχούν σχεδόν στα μισά τους καθαρά κέρδη (47,7%).

Η κύρια πηγή αυτής της κερδοφορίας είναι τα χαρτοφυλάκια κρατικών τίτλων των ελληνικών τραπεζών, παρά το γεγονός ότι στη διάρκεια του 2022 οι αποδόσεις των ομολόγων ακολούθησαν έντονα ανοδική πορεία και, αντίστοιχα, μειώθηκαν οι τιμές τους, κάτι που σημαίνει ότι θα έπρεπε οι τράπεζες να έχουν υποστεί ζημιές από τη μείωση της αξίας των χαρτοφυλακίων τους.

Παρ' όλα αυτά, οι τράπεζες κατάφεραν να εμφανίσουν κέρδη, καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες, έγκαιρα προχώρησαν σε πράξεις αντιστάθμισης κινδύνου (hegding), προβλέποντας την ανοδική πορεία των αποδόσεων. Αυτά τα συμβόλαια ήταν εξαιρετικά επικερδή με την απότομη άνοδο των αποδόσεων.

Παράλληλα, οι τράπεζες κράτησαν μεγάλο μέρος των χαρτοφυλακίων ομολόγων μακριά από τον κίνδυνο απαξίωσης λόγω των δυσμενών συνθηκών της αγοράς, καθώς τα κατέταξαν λογιστικά στα στοιχεία ενεργητικού που δεν προορίζονται για πώληση, άρα δεν αποτιμώνται με βάση τις τρέχουσες τιμές.

Πράγματι, τα δημοσιευμένα στοιχεία του 9μήνου επιβεβαιώνουν ότι οι τράπεζες -και κυρίως η Eurobank και η Εθνική- κατέγραψαν μεγάλα ποσά κερδών από συναλλαγές:

  • Η Eurobank είχε κέρδη 661 εκατ. ευρώ από αυτή την πηγή, έναντι μικρών ζημιών (5 εκατ. ευρώ) την αντίστοιχη περυσινή περίοδο. Αυτά τα κέρδη αντιστοιχούν στο 60% της συνολικής καθαρής κερδοφορίας, που έφθασε τα 1,106 δισ. ευρώ.
  • Η Εθνική κατέγραψε κέρδη 312 εκατ. ευρώ από συναλλαγές, έναντι 413 πέρυσι, τα οποία αντιστοιχούν στο 46% της καθαρής κερδοφορίας της, που έφθασε τα 652 εκατ. ευρώ στο 9μηνο.
  • Για την Alpha Bank, τα μη επαναλαμβανόμενα κέρδη από συναλλαγές ανήλθαν σε 178 εκατ. ευρώ, έναντι 117,9 στο 9μηνο του 2021 και αντιστοιχούν στο 44,2% των καθαρών κερδών, που έφθασαν τα 403 εκατ. ευρώ.
  • Η Τρ. Πειραιώς άντλησε κέρδη 64 εκατ. ευρώ από συναλλαγές στις αγορές, έναντι 22 εκατ. το 2021. Τα κέρδη αυτά είχαν σχετικά μικρή συμβολή στην κερδοφορία, καθώς αντιστοιχούν στο 16,6% των καθαρών κερδών, ύψους 386 εκατ. ευρώ.

Συνολικά, τα κέρδη από συναλλαγές ανήλθαν σε 1,215 δισ. ευρώ και αντιστοιχούν στο 47,7% της καθαρής κερδοφορίας των τεσσάρων τραπεζών, που ανήλθε στα 2,547 δισ. ευρώ στο 9μηνο.

Η σημαντική εξάρτηση από μη επαναλαμβανόμενα αποτελέσματα είναι ένα από τα στοιχεία που προκαλούν ανησυχία στη διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος, παρότι σε γενικές γραμμές ο Γιάννης Στουρνάρας δηλώνει αισιόδοξος για τις προοπτικές. Σε συζήτηση στρογγυλής τραπέζης, χθες, που οργανώθηκε από την Axia, ο κ. Στουρνάρας ρωτήθηκε για την κερδοφορία των τραπεζών και σημείωσε τα ακόλουθα:

  • Μετά από σειρά ζημιογόνων χρήσεων και τα τέσσερα σημαντικά ιδρύματα επέστρεψαν στην κερδοφορία. Τα θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη των ελληνικών τραπεζών έχουν βελτιωθεί σημαντικά σε σύγκριση με το παρελθόν. Ως εποπτική αρχή, βλέπουμε πάντα την ευρύτερη εικόνα με μια πιο συντηρητική προσέγγιση στην εκτίμηση των οικονομικών αποτελεσμάτων και των εποπτικών δεικτών.
  • Για παράδειγμα, και ενώ ακόμα δεν έχουμε αξιολογήσει πλήρως  τα αποτελέσματα του γ΄ τριμήνου, βλέπουμε ότι εξακολουθούν να υπάρχουν τομείς όπου χρειάζεται βελτίωση, όπως η εξάρτηση των λειτουργικών εσόδων από μη επαναλαμβανόμενα κέρδη, η μείωση των καθαρών εσόδων από προμήθειες μετά την πώληση του κλάδου αποδοχής καρτών, η αναμενόμενη υποχώρηση των εσόδων από ΜΕΔ μετά την περαιτέρω μείωση του αποθέματος ΜΕΔ.
  • Παράλληλα, οι τράπεζες έχουν λάβει σημαντικά μέτρα περιορισμού του κόστους, ενώ θετικά στην κερδοφορία τους επιδρούν η  ήπια πιστωτική επέκταση και η έντονη μείωση του κόστους του πιστωτικού κινδύνου.
  • Στο μέλλον η επίτευξη των στόχων των τραπεζών για διψήφιο δείκτη αποδοτικότητας ιδίων κεφαλαίων (RoE) θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις του μακροοικονομικού περιβάλλοντος, που σαφώς επηρεάζει όλες τις τράπεζες της ζώνης του ευρώ, αλλά και από ορισμένους παράγοντες που αφορούν ειδικά τις ελληνικές τράπεζες, όπως η ανάγκη έκδοσης ομολόγων αξίας πολλών δισεκατομμυρίων για την κάλυψη των ελάχιστων απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL) τα επόμενα χρόνια. Και πάλι όμως, παραμένουμε αισιόδοξοι για τις προοπτικές κερδοφορίας των ελληνικών τραπεζών.