Σχεδόν πέντε εβδομάδες μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι ελληνικές τράπεζες αρχίζουν να καταγράφουν τα πρώτα σημάδια πιέσεων στα δανειακά τους χαρτοφυλάκια και στις αναπτυξιακές τους προοπτικές, καθώς ο πόλεμος προκαλεί μεγάλη έξαρση των πληθωριστικών πιέσεων και κόβει την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας, αλλάζοντας το μακροοικονομικό σενάριο, πάνω στο οποίο έχουν βασίσει οι τράπεζες τα επιχειρησιακά τους σχέδια.
Οι αναλυτές που παρακολουθούν στενά τις τράπεζες περιμένουν με μεγάλο ενδιαφέρον την παρουσίαση, στις 6 Απριλίου, του αναθεωρημένου επιχειρησιακού σχεδίου της Τράπεζας Πειραιώς, που θα δώσει μια ευκαιρία αξιολόγησης των πιθανών επιδράσεων των νέων οικονομικών συνθηκών που δημιουργεί ο πόλεμος στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Προς το παρόν, όλοι οι τραπεζίτες εμφανίσθηκαν, κατά την παρουσίαση αποτελεσμάτων για το 2021, συγκρατημένα αισιόδοξοι ότι δεν θα υπάρξει «εκτροχιασμός» των επιχειρησιακών σχεδίων, αλλά απέφυγαν να κάνουν προβλέψεις με βάση τα δεδομένα που ήταν γνωστά από τις πρώτες ημέρες του πολέμου.
Πάντως, φαίνεται ότι σε δύο επίπεδα οι επιδράσεις του πολέμου αρχίζουν να φθάνουν στις τράπεζες:
- Για το 2022, οι τράπεζες υπολόγιζαν ως βασικό παράγοντα ώθησης της χορήγησης νέων δανείων και της κερδοφορίας τους το πρόγραμμα φθηνών επενδυτικών δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης. Όμως, η εκκίνηση της υποδοχής αιτήσεων, μέσα στο τελευταίο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου, συνέπεσε με το ξέσπασμα του πολέμου. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο πρώτος μήνας υποδοχής αιτήσεων ήταν απογοητευτικός, με μόλις λίγες δεκάδες επενδυτικά σχέδια να φθάνουν στα τραπεζικά γραφεία, για τα περισσότερα εκ των οποίων είχε γίνει προεργασία από επιχειρήσεις και τράπεζες πολύ πριν αρχίσει η υποδοχή προτάσεων. Έτσι, στην πραγματικότητα το πρόγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης έχει «παγώσει», κάτι που σχετίζεται άμεσα και με την αβεβαιότητα που έχει δημιουργήσει ο πόλεμος για τις δραστηριότητες των επιχειρήσεων, η οποία δεν αφήνει πολλά περιθώρια για σοβαρό επενδυτικό σχεδιασμό. Αν ο πόλεμος στην Ουκρανία οδηγήσει σε μια παρατεταμένη κρίση στην ενέργεια, τα βασικά εμπορεύματα και διαταραχή στις εφοδιαστικές αλυσίδες υπάρχει ο κίνδυνος πολλά επενδυτικά σχέδια να «ξηλωθούν» μετά την υποβολή τους για χρηματοδότηση, κάτι που οι επιχειρήσεις προσπαθούν να αποφύγουν.
- Σε ό,τι αφορά τα κόκκινα δάνεια, παρότι δεν έχει εμφανισθεί ακόμη ένα νέο κύμα αθετήσεων και καθυστερήσεων, τα τραπεζικά στελέχη που βρίσκονται σε καθημερινή επαφή με τον επιχειρηματικό κόσμο διαπιστώνουν ότι δεν είναι λίγες οι επιχειρήσεις που αρχίζουν να «ζορίζονται» από την κατακόρυφη αύξηση βασικών στοιχείων κόστους (ενέργεια, πρώτες ύλες, εξαρτήματα), που πιέζουν τις ταμειακές τους ροές και τα περιθώρια κέρδους, με αποτέλεσμα αρκετές να αρχίζουν να αναζητούν λύσεις ρύθμισης στα δάνειά τους. Κάμψη της ανάπτυξης και υψηλός πληθωρισμός πέρα από κάθε προσδοκία δημιουργούν ένα περιβάλλον που θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια, όπως φοβούνται στις τράπεζες. Παράλληλα, η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος από τον πληθωρισμό αυξάνει τους κινδύνους αθετήσεων και στα καταναλωτικά/στεγαστικά δάνεια.
Σε αυτό το κλίμα, οι τράπεζες ελπίζουν ότι η κατάσταση θα αρχίσει να βελτιώνεται από το δεύτερο εξάμηνο του έτους, με τη βασική παραδοχή ότι ο πόλεμος δεν θα διαρκέσει μετά τον Ιούνιο. Θετικό στοιχείο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, είναι ότι η ελληνική οικονομία, ακόμη και αν επηρεασθεί σοβαρά από τη νέα κρίση, δεν θα περάσει και πάλι σε ύφεση, αλλά θα διατηρήσει τον αναπτυξιακό της ρυθμό. Όπως τόνισε ο Γ. Στουρνάρας, μιλώντας στο φόρουμ του Οικονομικού Ταχυδρόμου, η ΤτΕ προβλέπει ότι η αρνητική επίπτωση στο ΑΕΠ θα είναι της τάξεως του 1% και, αντίστοιχα, η αύξηση του πληθωρισμού, σε σχέση με τις προηγούμενες προβλέψεις, επίσης 1%. Αυτό είναι το βασικό σενάριο για το 2022, αλλά με έναν... αστερίσκο: ότι θα σταματήσει σύντομα ο πόλεμος στην Ουκρανία.