Είμαι πολύ ικανοποιημένος από το επενδυτικό ενδιαφέρον, αλλά για να πετύχουμε τις απορροφήσεις όλων των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης χρειάζεται μια ασφυκτική παρακολούθηση από τη διοίκηση και το πολιτικό προσωπικό, με τολμηρές πολιτικές, ανέφερε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Θόδωρος Σκυλακάκης, ενημερώνοντας την Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής, σχετικά με την πορεία υλοποίησης του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0».
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών επισήμανε τις δυσκολίες που θα υπάρχουν προς την υλοποίηση του στρατηγικού σχεδίου, σημειώνοντας πως αυτές γίνονται περισσότερες, όταν περνάμε από τις ιδιωτικές επενδύσεις στα δημόσια έργα, καθώς τότε μπαίνουμε σε περιοχή υψηλού κινδύνου, η οποία έχει δύο όψεις: τη γραφειοκρατία πριν και μετά την υλοποίηση κάθε διαγωνισμού (μέχρι και μετά την ανάθεση) και τις προσφυγές, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό είναι μη προβλέψιμες.
Τόνισε πως το Ταμείο Ανάκαμψης είναι πενταετούς διάρκειας και με σκληρά χρονοδιαγράμματα υλοποίησης. Γι' αυτό και οι δυσκολίες απορρόφησης των πόρων είναι μπροστά μας και όχι πίσω μας. Επισήμανε πως οι δυσκολίες αυτές αυξήθηκαν από την απρόβλεπτη πληθωριστική έξαρση που έχει υπάρξει από την αρχική κοστολόγηση του Σχεδίου που ήταν πολύ λεπτομερή και της πραγματικής υλοποίησής του.
Ο κ. Σκυλακάκης ανέφερε πως «εμείς έχουμε πάρει μια σειρά πρωτοβουλιών, αλλά ό,τι και να κάνεις, για να απορροφηθούν όλοι αυτοί οι πόροι σωστά και έγκαιρα, απαιτείται από όποια κυβέρνηση είναι αυτή -καθώς το πρόγραμμα του Ταμείου ξεπερνάει το βίο της παρούσας- να υπάρχει προσήλωση υλοποίησης του Σχεδίου, όχι μόνο από τη διοίκηση, αλλά και του πολιτικού προσωπικού, με τολμηρές πολιτικές που θα πρέπει να γίνονται συνεχώς».
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών δήλωσε πως «είμαι αισιόδοξος ότι θα πάμε καλά. Ως τώρα έχουμε πάει καλά σε εισροή πόρων και με σημαντικές απορροφήσεις, αλλά μπροστά μας έχουμε εκατοντάδες δημόσιους διαγωνισμούς. Κι αυτό απαιτεί από όλους μας να κρατήσουμε το συγκεκριμένο αναπτυξιακό εργαλείο έξω από τις συνήθεις πολιτικές αντιπαραθέσεις που έχουμε».
Ειδικότερα για την πορεία υλοποίησης του στρατηγικού σχεδίου, ο αναπληρωτής υπουργός ανέφερε πως σε ό,τι αφορά στις χρηματοροές «αυτή τη στιγμή έχουμε πάρει την προχρηματοδότηση των 3,9 δισ. ευρώ, έχουμε λάβει το πρώτο αίτημα πληρωμής των 3,56 δισ. ευρώ, ενώ έχουμε καταθέσει και το δεύτερο αίτημα πληρωμής, η οποία αναμένεται για τις αρχές Ιανουαρίου. Επισήμανε, ότι το εργαλείο αυτό έχει μεγάλη σημασία, καθώς ως χώρα έχουμε πάρει τους περισσότερους πόρους κατά κεφαλήν και έχουμε κινηθεί με ταχύτητα.
Η εκταμίευση των πόρων από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) ανέρχεται σε 1,82 δισ. ευρώ (μέχρι 10.10.2022). Από πλευράς πορείας υλοποίησης έχουμε εντάξει 372 έργα, έναντι 13,5 δισ. ευρώ. Στα δάνεια, έχουμε 160 επενδυτικά σχέδια, ύψους 7 δισ. ευρώ. Σημείωσε ότι όταν κάποιος καταθέτει ένα επενδυτικό σχέδιο, συνήθως έχει προσυνεννοηθεί με τις τράπεζες, δηλαδή έχει μια καταρχήν σύμφωνη γνώμη ότι μπορεί να καταθέσει την πρότασή του και αυτή έχει νόημα. Από αυτά τα σχέδια, 31 έχουν συμβασιοποιηθεί με επενδυτικό προϋπολογισμό 1,6 δισ. ευρώ, μεσοσταθμικό επιτόκιο, των δικών μας δανείων, στο 1% και μέση διάρκεια αποπληρωμής τα 10,5 έτη.
Ο κ. Σκυλακάκης εστίασε στις 68 μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει και έχουν προγραμματιστεί να γίνουν, σημειώνοντας πως αυτές στηρίζονται στους τέσσερις πυλώνες του Ταμείου Ανάκαμψης.
Σχετικά με το δανειακό σκέλος, που ανήκει και στην αρμοδιότητά του, ο κ. Σκυλακάκης ανέφερε ότι η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να το λάβει παρά μόνο με αυτό τον τρόπο, σε αυτό το ύψος, γιατί η χώρα δεν έχει δημοσιονομικό χώρο για να φιλοξενήσει επιπρόσθετες 12 δισ. ευρώ δημόσιες επενδύσεις. Ακόμα -είπε ο αναπληρωτής υπουργός- και εάν μας τα δάνειζαν, δεν θα είχαμε το χώρο να τα δαπανήσουμε, ειδικά όταν μετά από εφέτος θα πρέπει να έχουμε διπλάσιες επενδύσεις. Γι' αυτό δημιουργήσαμε ένα εργαλείο που να στηρίζεται στην αγορά, δηλαδή, δεν θα καταγράφει ούτε ένα ευρώ στο έλλειμμα. Κι αυτό είναι το εργαλείο των δανείων. Ο κ. Σκυλακάκης ανέφερε ότι για να πετύχουμε αυτό το εργαλείο, όπως το προτείναμε, υπήρξαν πολλές δυσκολίες στην Επιτροπή.
Το δανειακό πρόγραμμα, των 11,7 δισ. ευρώ, επισήμανε ο κ. Σκυλακάκης, είναι ανοικτό για όλες τις επιχειρήσεις και για τις ΜμΕ, προφανώς. Σημείωσε ότι το Ταμείο Ανάκαμψης έχει ένα απαιτητικότερο σύστημα ελέγχου από αυτό του ΕΣΠΑ, «γι' αυτό δημιουργήσαμε ένα μηχανισμό που ελέγχθηκε από την ΕΕ, εγκρίθηκε και έχει συγκεκριμένα ορόσημα και διαδικασίες που ακολουθούνται σε όλα τα έργα και προγράμματα», πρόσθεσε.
Απαντώντας σε ερωτήσεις βουλευτών, ο κ. Σκυλακάκης ανέφερε πως «μέχρι τώρα είμαι πολύ ικανοποιημένος από την ανταπόκριση του επιχειρηματικού κόσμου, παρότι είμαστε σε περίοδο ενεργειακής κρίσης. Η χώρα δείχνει σοβαρά δείγματα επενδυτικής ανάκαμψης» και το τμήμα των δανείων αποτελεί μια τέτοια σοβαρή ένδειξη. Τα 7 δισ. ευρώ επενδυτικά σχέδια είναι πρωτοφανή και δεν υπάρχει προηγούμενο.
Εκτίμησε πως θα υπάρξει σημαντικό τμήμα των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης που θα πάνε σε ΜμΕ, ακόμα και σε συνεταιρισμούς, καθώς έχει υπάρξει, ήδη, ενδιαφέρον. Επισήμανε, πως οι ροές του προγράμματος από το Ταμείο προς τη χώρα είναι ασύγχρονες με τις δαπάνες. Εκταμιεύονται με βάση τα ορόσημα που υπάρχουν στο πρόγραμμα και όχι των δαπανών. Κι αυτό είναι χρήσιμο, διότι κρατούνται και έχουμε υψηλά ταμειακά διαθέσιμα. Πιέζουμε να επιταχύνονται οι διαδικασίες για να εισέλθουν τα χρήματα αυτά στην οικονομία, αλλά δεν είναι εύκολο, όπως έχουμε δει και από τα προηγούμενα ΕΣΠΑ. Το στοίχημα είναι να τα βάλουμε στην οικονομία με ταχύτητα και διαφάνεια.
Ο κ. Σκυλακάκης προανήγγειλε ότι θα ενημερώνει τη Βουλή για τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης κάθε τρίμηνο, με πίνακες, για να ξέρουν τα κόμματα, αναλυτικά, τί παίρνει η κάθε επιχείρηση και το κάθε σχέδιο από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Απαντώντας σε ερωτήματα βουλευτών γιατί δεν εντάσσονται έργα που αφορούν την δημιουργία νέων νοσοκομείων, φοιτητικών εστιών ή καινούρια σιδηροδρομικά έργα, ο αναπληρωτής υπουργός ανέφερε ότι το επενδυτικό εργαλείο αυτό έχει ορίζοντα πλήρους ολοκλήρωσης του κάθε έργου μέχρι τις 31 Αυγούστου 2026, αντιθέτως υπάρχει η ποινή της επιστροφής όλων των κεφαλαίων που έχουν διατεθεί συνολικά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα πως εάν εντάξεις σε αυτό το χρηματοδοτικό εργαλείο, εκ του μηδενός ένα νέο σιδηροδρομικό έργο που εκτός του διαγωνισμού, της ανάθεσης και κατασκευής του έχει και χρόνους δοκιμαστικής λειτουργίας για την οριστική του παραλαβή, αυτό υπερβαίνει το διάστημα των πέντε ετών και τότε θα χαθούν όλα τα χρήματα που θα έχουν επενδυθεί. Αυτό σημαίνει ότι θα χαθεί και ένα πολύ μεγάλο μέρος από το εθνικό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων της επόμενης χρονιάς και μετά «θα κλαίει η μισή Ελλάδα». Σε ερωτήσεις βουλευτών εάν υπάρχει η δυνατότητα ευρωπαϊκής παράτασης για την ολοκλήρωση έργων που θα έχουν ενταχθεί και μετά τις 31/8/2026, ο κ. Σκυλακάκης έδειξε πολύ επιφυλακτικός σημειώνοντας τις αντιρρήσεις που ήδη έχουν εκφράσει για όλο το πρόγραμμα κράτη- μέλη από τον Βορρά.
Σχετικά με το θέμα που έθεσαν βουλευτές της αντιπολίτευσης για διακομματική εποπτεία του προγράμματος, απάντησε πως μέχρι σήμερα δεν έχουμε σε κανένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα από καμία χώρα κάτι τέτοιο, ακόμα και από χώρες που έχουν μακρά παράδοση κυβερνήσεων συνεργασιών αλλά επιπροσθέτως, στο συγκεκριμένο πρόγραμμα υπάρχει μια δυσχέρεια για την διακομματικότητα. Καθώς σε αντίθεση με το ΕΣΠΑ εδώ υπάρχουν ως προϋπόθεση και πάρα πολλές μεταρρυθμίσεις - το μισό πρόγραμμα είναι μεταρρυθμίσεις- που ζητούνται να γίνουν και γι' αυτές υπάρχουν μεγάλες πολιτικές διαφορές. Αυτό είναι μια αντικειμενική δυσκολία.
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, καταλήγοντας, ανέφερε ότι εάν πετύχει το στρατηγικό σχέδιο «θα είναι καταλυτικό για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, διότι η Ελλάδα εάν από κάτι υπέφερε όλα αυτά τα χρόνια ήταν από έλλειψη αποτελεσματικότητας, είχε πλεόνασμα καλών ιδεών, που δεν τις μετρούσαμε σωστά και δεν μπορούσαμε να τις υλοποιήσουμε. Και όταν τις υλοποιούσαμε, υλοποιούσαμε τις μισές ή λιγότερο και τελικά δεν αθροίζονταν. Εδώ, υπάρχει κάτι πολύ πιο απλό, εξωστρέφεια, λιγότερη γκρίζα οικονομία, επενδύσεις. Εάν σε αυτά προσθέσετε και αλλά τρία πράγματα, που προσφέρει αυτό το εργαλείο και είναι η ενεργειακή μετάβαση, η ψηφιοποίηση του κράτους και ο εκσυγχρονισμός κοινωνικών υποδομών, τότε εάν πετύχουμε αυτή την εξάδα πραγμάτων, τότε πραγματικά θα αλλάξει η Ελλάδα».