Το πρόβλημα της ακρίβειας ήταν το πρώτο θέμα συζήτησης στη συνέντευξη του υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ, Θανάση Κοντογεώργη, στον ρ/σ «Παραπολιτικά».
«Είναι πράγματι ένα σημαντικό θέμα και, όντως, πολλά νοικοκυριά αντιμετωπίζουν δυσκολίες. Εμείς προσπαθούμε καθημερινά να αντιμετωπίσουμε το θέμα της ακρίβειας και θα συνεχισθεί αυτή η προσπάθεια. Πέρα από τις διαρθρωτικές παρεμβάσεις που έχουν να κάνουν με το εισόδημα των πολιτών στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, προσπαθούμε με διάφορα εργαλεία να ρυθμίσουμε με τέτοιο τρόπο την αγορά ώστε πράγματι να έχουμε σύντομα αποτελέσματα. Φαίνεται ότι κάποια εκ των διαρθρωτικών μέτρων λειτουργούν ήδη στην αγορά και στις αρχικές τιμές περίπου 4.000 κωδικών βλέπουμε ήδη κάποιες διαφορές. Αυτά θα αποτυπωθούν περισσότερο τις επόμενες ημέρες, όπως, βέβαια, και σε κάποια είδη πρώτης ανάγκης που ενδιαφέρουν πολλές οικογένειες, όπως είναι το βρεφικό γάλα, όπου φαίνεται ότι υπάρχει μια μεσοσταθμική μείωση 15-20%, δηλαδή είμαστε περίπου στον ευρωπαϊκό μέσο όρο», ανέφερε εισαγωγικώς ο Θ. Κοντογεώργης και συμπλήρωσε: «Αυτό δεν είναι κάτι στατικό, συνεχίζεται. Και σε αυτά πρέπει να προστεθεί η αποκλιμάκωση στις τιμές του ρεύματος, τη θέρμανση, είχαμε, βέβαια, και έναν ηπιότερο χειμώνα. Προσπαθούμε με κάθε δυνατό τρόπο, αλλά είναι μια συνεχής προσπάθεια προκειμένου, όσο μπορούμε, να ανακουφίσουμε λίγο τους συμπολίτες μας από το δύσκολο αυτό, πράγματι, πρόβλημα».
Δεύτερο θέμα της συνέντευξης, η υπόθεση της ευρωβουλευτού της Νέας Δημοκρατίας, Άννας-Μισέλ Ασημακοπούλου: Για τις αναφορές που έχουν γίνει από τους Έλληνες του εξωτερικού «έχει ήδη επιληφθεί η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η κυρία Ασημακοπούλου έχει δώσει εξηγήσεις». Ταυτοχρόνως, «δια χειλέων της υπουργού Εσωτερικών έχει υπάρξει επίσημη ανακοίνωση σχετικά με το ότι δεν έχει δοθεί -όπως προβλέπεται, άλλωστε, και από το νόμο και την εκλογική νομοθεσία- κάποια λίστα που να περιλαμβάνει στοιχεία επικοινωνίας. Όμως, και νομίζω ορθά, το Υπουργείο Εσωτερικών, η κυρία Κεραμέως και ο κ. Λιβάνιος, επέλεξαν να υπάρξει και μια διαδικασία εσωτερικού ελέγχου προκειμένου να διαπιστωθεί η ασφάλεια των συστημάτων», ανέφερε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ. «Αυτό γίνεται για να μην υπάρχει καμία σκιά», επέμεινε εξ άλλου.
Διευκρινίζοντας, επίσης, ότι «στους εκλογικούς καταλόγους δεν δίνονται στοιχεία επικοινωνίας», στην ερώτηση, πού βρήκε τα στοιχεία η ευρωβουλευτής, απάντησε ότι αυτό «θα προκύψει από την έρευνα της Αρχής». Και στο επόμενο ερώτημα για τη συμμετοχή της στο «γαλάζιο» ευρωψηφοδέλτιο, ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ είπε: «Δεν χρειάζεται να κάνουμε εικοτολογίες, είναι εν εξελίξει μια έρευνα, θα ειδωθούν υπό το πρίσμα που επιτάσσει ο νόμος».
Όμως, υπογράμμισε, «μια μεγάλη τομή, μια μεγάλη μεταρρύθμιση που έχει να κάνει με την επιστολική ψήφο σε καμία περίπτωση δεν τίθεται εν αμφιβόλω». Αντιθέτως, «βλέπουμε μια αυξημένη συμμετοχή και των αποδήμων και των Ελλήνων στο εσωτερικό της χώρας, καθώς αφορά ανθρώπους που για διαφόρους λόγους δεν θα μπορούν να πάνε στα εκλογικά τμήματα εκείνη την ημέρα».
Και συμπλήρωσε: «Εμείς δεν μπερδεύουμε τα δύο θέματα, η αντιπολίτευση προσπαθεί να μπερδέψει την επιστολική ψήφο». Ενώ από τις αναφορές των αποδήμων φαίνεται ότι η επίμαχη υπόθεση «δεν αφορά την εγγραφή τους στους καταλόγους για την επιστολική ψήφο, αλλά το παρελθόν», δήλωσε ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ επαναλαμβάνοντας τη μομφή κατά της αντιπολίτευσης ότι «επιχειρεί να κάνει τη σύνδεση και να υπονομεύσει την προσπάθεια».
Σε επόμενο σημείο της συνέντευξης σημείωσε ότι η σύνθεση του ευρωψηφοδελτίου είναι απόφαση του πρωθυπουργού. Επιπλέον, «σήμερα η κυρία Κεραμέως έδωσε όλες τις απαραίτητες εξηγήσεις και διαβεβαίωσε πως δεν υπάρχει τέτοιο θέμα. Όλα τα υπόλοιπα, καταγγελίες, το πώς λειτούργησε η κυρία Ασημακοπούλου, τα εξετάζει η Αρχή».
Στο ευρύτερο θέμα, των προσωπικών στοιχείων, αφού υπενθύμισε ότι με την ενσωμάτωση της Οδηγίας το 2019 επιχειρήθηκε περιορισμός των φαινομένων, ανέφερε εν κατακλείδι: «Όλοι σε ένα μεγάλο βαθμό έχουμε δεχθεί με κάποιο τρόπο μηνύματα ακόμη και από ανθρώπους που δεν θα έπρεπε να λάβουμε, ιδίως σε προεκλογικές περιόδους. Αυτό πρέπει να απασχολήσει ευρύτερα».
Για το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών, επισήμανε ότι «η μεγάλη αυτή τραγωδία δεν μπορεί να υπόκειται σε πολιτικές σκοπιμότητες. Υπάρχει μια εν εξελίξει διερεύνηση από τη δικαιοσύνη», η οποία «φαίνεται ότι προχωράει γοργά».
Στο πολιτικό επίπεδο «έχει γίνει εξεταστική επιτροπή, στο τέλος της εβδομάδας θα κατατεθούν και τα πορίσματα, θα υπάρξει συζήτηση επ' αυτών την επόμενη εβδομάδα στη Βουλή». Εξ άλλου, συνέχισε, η εξεταστική «κράτησε για μεγάλο χρονικό διάστημα».
Κλείνοντας επανήλθε στο δικαστικό σκέλος, λέγοντας ότι «η Δικαιοσύνη κάνει τη δουλειά της». Ενώ σε ερώτημα, τέλος, για τον χρόνο τέλεσης της δίκης, αφού είπε πως δεν μπορεί να τον προσδιορίσει, εκτίμησε πάντως ότι «φαίνεται ότι δεν αργεί η δίκη».