Αλλάζει άρδην ο σχεδιασμός κυβέρνησης και τραπεζών για την αξιοποίηση των φθηνών δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης, ύψους 12,7 δισ. και εγκαταλείπεται το αρχικό σχέδιο για χρηματοδότηση των επενδύσεων κυρίως από μεγάλα επιχειρηματικά σχήματα, ώστε να ανοίξει χώρος για κατευθυνθεί φθηνό χρήμα και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που έχουν μεγάλη συμμετοχή στο ΑΕΠ και την απασχόληση, αλλά είναι στην πλειονότητά τους αποκλεισμένες από τον τραπεζικό δανεισμό.
Το θέμα της αξιοποίησης των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης, δηλαδή του σκέλους του χρηματοδοτικού προγράμματος το οποίο θα πρέπει να επιστραφεί και θα επιβαρύνει το δημόσιο χρέος, συζητήθηκε τις προηγούμενες εβδομάδες αρκετά έντονα και στις Βρυξέλλες, ενόψει της έγκρισης από το Ecofin, αυτή την εβδομάδα, του ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης. Αρκετές ήταν οι κυβερνήσεις, με πρώτη τη γερμανική, που προέβαλαν ενστάσεις στο σχεδιασμό που είχε παρουσιάσει η κυβέρνηση.
Η Ελλάδα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που έχει αποφασίσει εξαρχής ότι θα αξιοποιήσει και τα άτοκα δάνεια από το Ταμείο Ανάκαμψης. Οι υπόλοιπες κυβερνήσεις, ακόμη και των χωρών του Νότου, αξιοποιούν μόνο το μη επιστρεπτέο σκέλος των κονδυλίων του Ταμείου (επιδοτήσεις) και αφήνουν σε επόμενη φάση την απόφαση για το αν θα αξιοποιήσουν και τα δάνεια, τα οποία επιβαρύνουν και το δημόσιο χρέος.
Η Αθήνα επέλεξε να αξιοποιήσει αυτά τα φθηνά δάνεια για να χορηγηθεί φθηνή ρευστότητα σε επιχειρήσεις για τη χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων που εμπίπτουν στους σκοπούς του προγράμματος (πράσινη και ψηφιακή μετάβαση κ.α.). Σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, τα δάνεια αυτά, ύψους 12,7 δισ. ευρώ, θα μοχλεύονταν με κεφάλαια από τις τράπεζες και τις ίδιες τις επιχειρήσεις, με αναλογία χρηματοδότησης κάθε επένδυσης κατά 50% από το Ταμείο Ανάκαμψης, 30% από τις τράπεζες και 20% από τις επιχειρήσεις.
Ενώ αρχικά σχεδιαζόταν να έχουν οι ελληνικές τράπεζες τον πλήρη έλεγχο της διαχείρισης του προγράμματος, τελικά ένα μεγάλος μέρος, περίπου 6 δισ. ευρώ, δηλαδή τα μισά κονδύλια του προγράμματος, θα τεθούν υπό τη διαχείριση των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών οργανισμών -Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης.
Τις τελευταίες ημέρες έγιναν περαιτέρω αλλαγές στην κατεύθυνση για την αξιοποίηση των κονδυλίων, αφού λήφθηκαν υπόψη και οι παρατηρήσεις ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, με πρώτη τη γερμανική, που επισήμαναν κυρίως δύο προβλήματα: ότι δεν θα έπρεπε να δοθεί υπερβολική βαρύτητα στη χρηματοδότηση σχεδίων μεγάλων επιχειρήσεων, οι οποίες μπορούν να βρουν κεφάλαια από άλλες πηγές, αλλά και ότι θα πρέπει να αυξηθεί η συμμετοχή των τραπεζών στους χρηματοδοτικούς κινδύνους που θα αναληφθούν, καθώς το ποσοστό 30% στη χρηματοδότηση κάθε σχεδίου κρίθηκε ότι ήταν χαμηλό.
Έτσι, στη χθεσινή τηλεδιάσκεψη του υπουργού Οικονομικών, Χρ. Σταϊκούρα με εκπροσώπους των τραπεζών και των επιχειρήσεων έγινε γνωστό ότι η συμμετοχή των τραπεζών στα προγράμματα του Ταμείου Ανάκαμψης θα αυξηθεί από 30% σε 40%, με αντίστοιχη μείωση στο 40% του σκέλους που θα χρηματοδοτείται από τα ευρωπαϊκά δάνεια.
Επιπλέον, έγινε σαφές στις τράπεζες από την πλευρά της κυβέρνησης ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος πλην της ένταξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στα προγράμματα του Ταμείου Ανάκαμψης και εξηγήθηκε ότι, όποια και αν είναι τα προβλήματα με την πιστοληπτική αξιολόγηση των «μικρών» θα πρέπει να βρεθούν τρόποι για να αποφευχθεί μια άνιση κατανομή χρηματοδτήσεων, που θα δημιουργούσε δύο ταχύτητες στην οικονομία και θα δυσχέραινε την ανάκαμψη μετά την πανδημία.
Έτσι, οι τράπεζες καλούνται τώρα να εξαντλήσουν την επινοητικότητά τους για να διασφαλισθεί ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα έχουν σημαντικό μερίδιο στις χρηματοδοτήσεις. Ως τώρα, το μοναδικό χρηματοδοτικό εργαλείο που έχει περιληφθεί στο σχεδιασμό και θα απευθυνθεί στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα είναι ένα ταμείο επιχειρηματικών συμμετοχών, το οποίο θα διαχειρίζεται η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα Επενδύσεων, θυγατρική της Αναπτυξιακής Τράπεζας. Αυτό το ταμείο θα χρηματοδοτήσει επενδύσεις μικρομεσαίων επιχειρήσεων κατά το 70% της αξίας τους, μέσω συμμετοχής σε εταιρείες διαχείρισης επενδυτικών κεφαλαίων, οι οποίες και θα αναλάβουν την αξιολόγηση των επενδυτικών σχεδίων.
Πέραν αυτού του χρηματοδοτικού εργαλείου, το οποίο ενδέχεται να αξιοποιηθεί σε μεγαλύτερη κλίμακα, οι τράπεζες, σε συνεργασία με την κυβέρνηση, θα πρέπει να έχουν καταλήξει πριν το τέλος του καλοκαιριού σε ένα σχέδιο διεύρυνσης των χρηματοδοτήσεων στους «μικρούς». Αυτή τη δύσκολη αποστολή ανέλαβε ειδική ομάδα με συμμετοχή του υπουργείου Οικονομικών, των τραπεζών και εκπροσώπων επιχειρηματικών φορέων, στην οποία τον πρώτο λόγο θα έχουν ο πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, Μ. Αργυρού και ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, Στ. Ιωάννου.
Μέσα στον Αύγουστο, η ειδική ομάδα θα πρέπει να παραδώσει τις προτάσεις της και το μόνο βέβαιο είναι ότι το νέο σχέδιο δεν θα πρέπει να αφήνει «στο κρύο» τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.