Σε μια διαδικασία πλήρους αποκάλυψης των στοιχείων που συνθέτουν την οικονομική τους κατάσταση, μέσα από μια νέα ηλεκτρονική πλατφόρμα που θα αντλεί πληροφορίες από πολλές δημόσιες και ιδιωτικές βάσεις δεδομένων, θα υποβάλλονται στο εξής όσοι καθυστερούν να πληρώνουν τις δόσεις των δανείων τους και οι τράπεζες θα προτείνουν στους οφειλέτες μια λύση διευθέτησης από αυτές που προβλέπει ο Κώδικας Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος.
Στόχος της νέας διαδικασίας, που εξειδικεύεται σε νέα απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, καθώς και του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος είναι να δημιουργηθεί ένα πολύ «σφικτό» πλαίσιο διαχείρισης των καθυστερήσεων. Με βάση τον Κώδικα Δεοντολογίας της ΤτΕ και όσα προβλέπει για τη Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων δημιουργείται μια εξολοκλήρου ψηφιακή νέα διαδικασία, που θα φέρνει κάθε δανειολήπτη, ο οποίος έχει καθυστερήσει μια δόση, αντιμέτωπο με την πλήρη αποκάλυψη των οικονομικών του στοιχείων στην τράπεζα, ώστε να βρεθεί άμεσα τρόπος διευθέτησης.
Στο εξής, οι τράπεζες θα ενημερώνουν εγγράφως τους δανειολήπτες που βρίσκονται «σε καθυστέρηση καταβολής δόσης δανείου» (δηλαδή ακόμη και για καθυστέρηση μίας δόσης!) ότι είναι υπερήμεροι και, ακολούθως, ο δανειολήπτης δεν θα έχει άλλη δυνατότητα επικοινωνίας με την τράπεζα για αυτό το θέμα, αλλά θα πρέπει να υφίσταται τη... βάσανο της ηλεκτρονικής πλατφόρμας που δημιουργεί το υπουργείο Οικονομικών. Κάθε... παραστράτημα σε αυτή τη διαδικασία θα οδηγεί στον χαρακτηρισμό του δανειολήπτη ως μη συνεργάσιμου, που σημαίνει ότι δεν θα μπορεί να διεκδικήσει ρύθμιση της οφειλής.
Για να υποβληθεί η αίτηση και να προχωρήσει η επεξεργασία της, ο δανειολήπτης θα πρέπει να δηλώνει ότι συμφωνεί με την άρση του απορρήτου των τραπεζικών του καταθέσεων και του φορολογικού του απορρήτου, ενώ θα ενημερώνεται ότι η πλατφόρμα θα αντλεί στοιχεία και από τον Τειρεσία. Στην απόφαση γίνεται σαφές ότι θα αξιοποιούνται όλες οι πιθανές πηγές άντλησης στοιχείων για τον δανειολήπτη:
1. Για τους σκοπούς της παρούσας, η πλατφόρμα αντλεί δεδομένα από πληροφοριακά συστήματα των φορέων του δημόσιου τομέα και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και ιδίως:
α) Το Πληροφοριακό Σύστημα εξουσιοδότησης χρηστών της ΓΓΠΣΨΔ του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης για την εξουσιοδότηση χρηστών που συνδέονται στην πλατφόρμα με χρήση των «Κωδικών Taxisnet»
β) Το Φορολογικό Μητρώο του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών που τηρεί η ΑΑΔΕ για την επαλήθευση της ταυτότητας των φυσικών προσώπων και την άντληση των δεδομένων των φυσικών και νομικών προσώπων που υποβάλουν αίτηση στη παρούσα πλατφόρμα
γ) Τη βάση δεδομένων της ΑΑΔΕ για την άντληση των φορολογικών στοιχείων ήτοι: Δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων έντυπο Ε1, Πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, κατάσταση οικονομικών στοιχείων από οικονομική δραστηριότητα έντυπο Ε3, Δήλωση φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων έντυπο Ν, Πράξη διοικητικού προσδιορισμού φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων ν. 4223/2013.
δ) Τις βάσεις δεδομένων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων για την άντληση στοιχείων οφειλών, εξασφαλίσεων, καλυμμάτων, συνοφειλετών, καταθέσεων και επενδυτικών προϊόντων.
Μετά την... οικονομική ακτινογραφία του δανειολήπτη, η τράπεζα θα επεξεργάζεται την πρότασή της για διευθέτηση της οφειλής, ενώ και ο δανειολήπτης θα έχει τη δυνατότητα να υποβάλει τη δική του αντιπρόταση. Όλα θα γίνονται μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας.
Οι επιλογές για ρύθμιση
Ο Κώδικας Δεοντολογίας προβλέπει αρκετούς τύπους λύσεων, από τους οποίους μπορούν οι τράπεζες να επιλέξουν ανάλογα με την αξιολόγηση που θα κάνουν για κάθε περίπτωση. Όπως σημειώνεται στην απόφαση, «τα ιδρύματα μπορούν να αναρτήσουν στην Πλατφόρμα κατά την αρχική και την τελική πρότασή τους διάφορους τύπους λύσεων ή συνδυασμό αυτών. Οι τύποι αυτοί είναι προκαθορισμένοι και μπορεί να προταθεί η ταυτόχρονη εφαρμογή παραπάνω από ενός τύπου λύσης προς τον αιτούντα. Οι τύποι αυτοί είναι:
Τμήμα Ι - Τύποι βραχυπρόθεσμων ρυθμίσεων
Ως βραχυπρόθεσμοι τύποι ρυθμίσεων θεωρούνται οι τύποι ρύθμισης με διάρκεια έως και δύο έτη που αφορούν σε περιπτώσεις όπου οι δυσκολίες αποπληρωμής κρίνονται, βάσιμα, προσωρινές.
(α) Κεφαλαιοποίηση Ληξιπρόθεσμων Οφειλών: Η κεφαλαιοποίηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών και η αναπροσαρμογή του προγράμματος αποπληρωμής του οφειλόμενου υπολοίπου.
(β) Τακτοποίηση Ληξιπρόθεσμων Οφειλών: Συμφωνία αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών με προκαθορισμένο χρονοδιάγραμμα.
(γ) Μειωμένη Δόση Μεγαλύτερη των Οφειλόμενων Τόκων: Μείωση της τοκοχρεωλυτικής δόσης αποπληρωμής σε επίπεδο που υπερβαίνει αυτό που αντιστοιχεί σε αποπληρωμή μόνο τόκων για καθορισμένη βραχυπρόθεσμη περίοδο.
(δ) Καταβολή μόνο Τόκων: Κατά τη διάρκεια καθορισμένης βραχυπρόθεσμης περιόδου καταβάλλονται μόνο τόκοι.
(ε) Μειωμένη Δόση Μικρότερη των Οφειλόμενων Τόκων: Μείωση της τοκοχρεωλυτικής δόσης αποπληρωμής σε επίπεδο μικρότερο από αυτό που αντιστοιχεί σε αποπληρωμή μόνο τόκων για καθορισμένη βραχυπρόθεσμη περίοδο. Οι ανεξόφλητοι τόκοι κεφαλαιοποιούνται ή διευθετούνται.
(στ) Περίοδος Χάριτος: Αναστολή πληρωμών για προκαθορισμένη περίοδο. Οι τόκοι κεφαλαιοποιούνται ή διευθετούνται.
Τμήμα II - Τύποι μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων
Κατατάσσονται οι τύποι ρύθμισης με διάρκεια μεγαλύτερη των δύο (2) ετών, με στόχο τη μείωση της τοκοχρεωλυτικής δόσης ή/και της δανειακής επιβάρυνσης, λαμβάνοντας υπόψη συντηρητικές παραδοχές για την εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής του δανειολήπτη μέχρι τη λήξη του προγράμματος αποπληρωμής.
(α) Μείωση Επιτοκίου: Μείωση του επιτοκίου ή του επιτοκιακού περιθωρίου.
(β) Παράταση Διάρκειας: Επιμήκυνση της διάρκειας αποπληρωμής του δανείου (δηλαδή μετάθεση της συμβατικής ημερομηνίας καταβολής της τελευταίας δόσης του δανείου για περισσότερα από δύο έτη).
(γ) Διαχωρισμός Οφειλής: Διαχωρισμός της οφειλής του δανειολήπτη σε δύο τμήματα:
i) το τμήμα του δανείου, το οποίο ο δανειολήπτης εκτιμάται ότι μπορεί να αποπληρώνει, με βάση την υφιστάμενη και την εκτιμώμενη μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής του, και
ii) το υπόλοιπο τμήμα του δανείου, το οποίο τακτοποιείται μεταγενέστερα, με ρευστοποίηση περιουσίας ή άλλου είδους διευθέτηση, η οποία συμφωνείται εξ αρχής από τα δύο μέρη.
(δ) Μερική Διαγραφή Οφειλής: Οριστική διαγραφή μέρους της συνολικής απαίτησης του ιδρύματος, ώστε η εναπομένουσα οφειλή να διαμορφωθεί σε ύψος που εκτιμάται ότι είναι δυνατό να εξυπηρετηθεί ομαλά.
(ε) Λειτουργική Αναδιάρθρωση Επιχείρησης: Αναδιοργάνωση της επιχείρησης, ώστε να καταστεί βιώσιμη και ικανή για την ομαλή εξυπηρέτηση των οφειλών της. Η αναδιοργάνωση μπορεί να περιλαμβάνει ενέργειες όπως η αλλαγή διοίκησης, η πώληση περιουσιακών στοιχείων, ο περιορισμός του κόστους, ο εταιρικός μετασχηματισμός, η ανανέωση πιστωτικών ορίων ή/και η παροχή νέων δανείων.
(στ) Συμφωνία Ανταλλαγής Χρέους με Μετοχικό Κεφάλαιο: Μετατροπή μέρους της οφειλής σε μετοχικό κεφάλαιο, ώστε η εναπομένουσα οφειλή να διαμορφωθεί σε ύψος που εκτιμάται ότι είναι δυνατό να εξυπηρετηθεί ομαλά.
Τμήμα III - Λύσεις Οριστικής Διευθέτησης
Ως λύση οριστικής διευθέτησης ορίζεται οποιαδήποτε μεταβολή του είδους της συμβατικής σχέσης μεταξύ ιδρύματος και δανειολήπτη ή ο τερματισμός αυτής, με στόχο την οριστική τακτοποίηση της απαίτησης του ιδρύματος έναντι του δανειολήπτη. Η λύση αυτή μπορεί να συνδυάζεται με παράδοση (εθελοντική) στο ίδρυμα των πραγμάτων επί των οποίων έχει συσταθεί εμπράγματη ασφάλεια προς μείωση του συνόλου της απαίτησης ή ακόμα και με οικειοθελή εκποίηση των πραγμάτων επί των οποίων έχει συσταθεί εμπράγματη ασφάλεια προς τακτοποίηση της απαίτησης. Παρατίθενται ενδεικτικά λύσεις που προσφέρονται στο πλαίσιο των διεθνών πρακτικών, η υιοθέτηση εκάστης εξ αυτών, όμως, τελεί υπό την επιφύλαξη των σχετικών προβλέψεων του ελληνικού δικαίου:
(α) Λοιπές Εξωδικαστικές Ενέργειες: Οι εξωδικαστικές ενέργειες που δεν εμπίπτουν σε κάποια από τις παρακάτω κατηγορίες.
(β) Εθελοντική Παράδοση Ενυπόθηκου Ακινήτου: Ο δανειολήπτης, ο οποίος δεν μπορεί να ανταποκριθεί στους όρους αποπληρωμής ενυπόθηκου δανείου, παραχωρεί οικειοθελώς (δηλαδή χωρίς να απαιτηθεί η προσφυγή σε δικαστικές ενέργειες από πλευράς του ιδρύματος) την κυριότητα του υπέγγυου ακινήτου στο ίδρυμα. Στη σχετική συμφωνία διατυπώνεται σαφώς ο τρόπος διευθέτησης του τυχόν υπολοίπου. Η εν λόγω λύση μπορεί να αφορά οικιστικό ακίνητο ή επαγγελματική στέγη.
(γ) Μετατροπή σε Ενοικίαση/Χρηματοδοτική Μίσθωση: Ο δανειολήπτης μεταβιβάζει την κυριότητα του ακινήτου στο ίδρυμα υπογράφοντας σύμβαση ενοικίασης/ χρηματοδοτικής μίσθωσης, η οποία του εξασφαλίζει τη δυνατότητα μίσθωσης του ακινήτου για ορισμένη ελάχιστη χρονική περίοδο. Η εν λόγω λύση μπορεί να αφορά οικιστικό ακίνητο ή επαγγελματική στέγη.
(δ) Εθελοντική Εκποίηση Ενυπόθηκου Ακινήτου: Ο δανειολήπτης προβαίνει οικειοθελώς σε πώληση του υπέγγυου ακινήτου σε τρίτο με τη σύμφωνη γνώμη του ιδρύματος. Στην περίπτωση που το τίμημα της πώλησης υπολείπεται του συνόλου της οφειλής, το ίδρυμα προβαίνει σε διαγραφή της εναπομένουσας οφειλής. Η εν λόγω λύση μπορεί να αφορά οικιστικό ακίνητο ή επαγγελματική στέγη.
(ε) Διακανονισμός Απαιτήσεων: Εξωδικαστική συμφωνία κατά την οποία το ίδρυμα λαμβάνει είτε εφάπαξ καταβολή σε μετρητά (ή ισοδύναμα μετρητών) είτε σειρά προκαθορισμένων τμηματικών καταβολών. Στο πλαίσιο του διακανονισμού το ίδρυμα ενδέχεται να προβαίνει σε μερική διαγραφή της απαίτησης.
(στ) Υπερθεματιστής σε πλειστηριασμό: Το ίδρυμα υπερθεματίζει στον πλειστηριασμό αποκτώντας την κυριότητα του ενυπόθηκου ακινήτου ή άλλης εμπράγματης εξασφάλισης στο πλαίσιο ευρύτερης συμφωνίας οριστικής διευθέτησης της οφειλής με τη συναίνεση του δανειολήπτη.
(ζ) Ολική Διαγραφή Οφειλής: Το ίδρυμα αποφασίζει τη διαγραφή του συνόλου της οφειλής εφόσον δεν υπάρχουν ρευστοποιήσιμα στοιχεία και δεν αναμένεται περαιτέρω ανάκτηση.